Γράφει ο Ceteris Paribus
Συμπίπτουν ΔΝΤ και Ευρωζώνη στη σκληρή στάση κατά τη διαπραγμάτευση με την ελληνική κυβέρνηση, είναι το κοινό συμπέρασμα των ελληνικών και διεθνών ΜΜΕ. Αν, ωστόσο, από αυτό βγάλουμε το συμπέρασμα ότι το ΔΝΤ και η Ευρωζώνη έχουν κοινούς σχεδιασμούς σχετικά με την ελληνική κρίση, θα κάνουμε μεγάλο λάθος!
Τι «εμπνέει» τη σκληρή στάση του ΔΝΤ; Το Ταμείο όχι μόνο επιθυμεί να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά επιθυμεί να εξακολουθήσει να έχει βαρύνοντα ρόλο σε αυτό. Οι λόγοι, πέρα από οικονομικοί, είναι και εξόχως γεωπολιτικοί: Το ΔΝΤ, σε πλήρη σύμπνοια με τη FED, το Λευκό Οίκο και τμήμα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, θεωρεί ότι η γερμανική «συνταγή» διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης είναι καταστροφική και μπορεί να συμπαρασύρει την παγκόσμια οικονομία σε μεγάλη υποτροπή της κρίσης. Έχοντας αυτή την πεποίθηση, είναι φανερό ότι θέλει να εξαντλήσει τα περιθώρια επηρεασμού της ευρωπαϊκής πολιτικής για την κρίση. Για να έχει αυτή τη δυνατότητα πρέπει να παραμείνει στο «παιχνίδι». Και επειδή οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν «αποδράσει» από τα δικά τους μνημόνια, η Ελλάδα είναι η μόνη δυνατότητα να παραμείνει ενεργός ο ρόλος του ΔΝΤ στη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη.
Το ΔΝΤ, λοιπόν, θέλει να μείνει στο ελληνικό πρόγραμμα και μάλιστα με αναβαθμισμένο ρόλο. Αλλά για να το πετύχει αυτό, παρότι θιασώτης της χαλάρωσης των ρυθμών επιβολής της λιτότητας κ.λπ., πρέπει να είναι όσο πιο σκληρό γίνεται στην τρέχουσα διαπραγμάτευση με την Ελλάδα! Γιατί αυτή η αντίφαση; Διότι, βάσει του καταστατικού του, δεν μπορεί να συνεχίσει αν δεν λυθεί πειστικά το ζήτημα της χρηματοδότησης του προγράμματος – γι’ αυτό κρατάει την πιο σκληρή στάση στο θέμα του δημοσιονομικού κενού… Το Δ.Σ. Ταμείο αποφεύγει επί 1, 5 χρόνο να συνεδριάσει για τις γενικές προοπτικές του ελληνικού προγράμματος, ακριβώς για να αποφύγει τη βέβαιη εμπλοκή στους κόλπους του πάνω στο ζήτημα της χρηματοδότησης του ελληνικού προγράμματος. Περίμενε υπομονετικά τη στιγμή που ο «κόμπος θα φτάσει στο χτένι», ώστε να πιέσει από θέση ισχύος για μια «καθαρή λύση». Χωρίς να είναι ο στόχος της σκληρής του στάσης η ίδια η Ελλάδα, τηρεί σκληρή στάση στις διαπραγματεύσεις δοκιμάζοντας τα όρια αντοχής της κυβέρνησης με πραγματικό στόχο τη… Γερμανία. Πιέζοντας αφόρητα για το χρηματοδοτικό κενό, υπενθυμίζει τη δέσμευση του 2012 ότι μόλις το πρόγραμμα ολοκληρωθεί με επιτυχία, η Ευρωζώνη αναλαμβάνει τη δέσμευση για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους…
Το Βερολίνο, από την άλλη, που έχει εξασφαλίσει ένα είδος εν λευκώ εξουσιοδότησης από τις λοιπές χώρες της Ευρωζώνης για τη διαχείριση αυτού του γύρου των διαπραγματεύσεων, εστιάζει στα δικά του «προτάγματα»:
α. Πώς δεν θα ανοίξει η παραμικρή χαραμάδα «χαλάρωσης» στις υποχρεώσεις της Ελλάδας απέναντι στο πρόγραμμα για να μη δημιουργηθεί «κακό προηγούμενο», σε μια λεπτή φάση όπου η ευρωπαϊκή πειθαρχία τείνει να χαλαρώσει επικίνδυνα με πρωτοβουλία κεντρικών χωρών (Γαλλία, Ιταλία).
β. Πώς θα αποφύγει πάση δυνάμει το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, ακόμη και τη λύση με επιμήκυνση και μείωση επιτοκίου. Όχι επειδή αυτή η δεύτερη λύση για την Ελλάδα θα είναι πρόβλημα αυτή καθαυτή, αλλά γιατί δημιουργεί επίσης «προηγούμενο». Αν ύστερα ζητήσει ανάλογη λύση η Ιταλία, τα κόστη θα είναι τεράστια ακόμη και για την ήπια λύση της επιμήκυνσης και μείωσης επιτοκίου.
Για να τα αποφύγει αυτά, η Γερμανία είναι υποχρεωμένη (ακόμη και αν δεν το ήθελε, που το θέλει…) να τηρήσει πολύ σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα. Να ικανοποιήσει την επιθυμία του ΔΝΤ για το δημοσιονομικό κενό, ώστε να διαχειριστεί τις αντιρρήσεις του για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Με τέτοιους όρους παίζεται, για μία ακόμη φορά, ένα κρίσιμο παγκόσμιο «παιχνίδι» πάνω στις πλάτες της Ελλάδας.
Βλέποντας όμως και οι δύο «μεγάλες δυνάμεις» του ελληνικού προγράμματος την ευρωπαϊκή «επόμενη μέρα», ίσως αποδειχτεί ότι υποτιμούν την εμβέλεια της ελληνικής πολιτικής κρίσης, που παροξύνεται από τις ασφυκτικές τους πιέσεις. Με κίνδυνο την κρίσιμη στιγμή να αποδειχτεί ότι «κοιτάνε αλλού»…
Με τον ευρωπαϊκό οργανισμό εξαιρετικά εξασθενημένο, η Ελλάδα (εξακολουθεί να) είναι πολύ πιο συστημική, απ’ όσο φαντάζονται μερικοί…