Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Follow @j_koutroubis
Εν μέσω μίας πολύ δύσκολης περιόδου, την οποία διανύει η χώρα και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό η Πρόεδρος της Βουλής αποφάσισε να συγκροτήσει μία επιτροπή από επιστήμονες σχετικά με το χρέος και την εξεύρεση της αλήθειας σχετικά με αυτό. Το όνομα της επιτροπής αυτής είναι «Επιτροπή Αλήθειας για το χρέος».
Η Επιτροπή αυτή συγκροτήθηκε τον Απρίλιο του 2015 και αποτελείται από την Σοφία Σακοράφα ως «Πρέσβειρα» της Επιτροπής και την ευθύνη για την Επιτροπή και τον ρόλο του διεθνούς συντονιστή έχει ο Βέλγος Ερίκ Τουσέν, ο οποίος είναι ειδικός στον έλεγχο επί του χρέους χωρών.
Φυσικά η Επιτροπή για το χρέος συνεδρίασε ορισμένες φορές τους προηγούμενους μήνες και κατέληξε σε κάποια προσωρινά πορίσματα, τα οποία παρουσιάστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα σε ειδική συνεδρίαση της Επιτροπής στην Βουλή παρουσία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
Ενδιαφέρον συγκεντρώνουν τα πορίσματα της Επιτροπής αυτής, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να πληρώσει το χρέος, και είναι τα ακόλουθα: «Το Πρώτο Κεφάλαιο, Το χρέος πριν από την Τρόικα, αναλύει την εξέλιξη του ελληνικού δημόσιου χρέους από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η διόγκωση του χρέους δεν οφειλόταν στις δήθεν υπέρμετρες δημόσιες δαπάνες, οι οποίες στην πραγματικότητα παρέμεναν χαμηλότερες από τις δημόσιες δαπάνες άλλων χωρών της ευρωζώνης. Οφειλόταν μάλλον στην πληρωμή εξαιρετικά υψηλών επιτοκίων δανεισμού στους πιστωτές, στις υπερβολικά υψηλές και αδικαιολόγητες στρατιωτικές δαπάνες, στην απώλεια φορολογικών εσόδων εξαιτίας των αθέμιτων εκροών κεφαλαίου, στην ανακεφαλαιοποίηση ιδιωτικών τραπεζών από το κράτος, και στις διεθνείς ανισορροπίες οι οποίες δημιουργήθηκαν από την ελαττωματική σχεδίαση της ίδιας της Νομισματικής Ένωσης.
Το Δεύτερο Κεφάλαιο, Η εξέλιξη του ελληνικού δημόσιου χρέους, 2010-2015, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πρώτη δανειακή σύμβαση, του 2010, αποσκοπούσε πρωταρχικά στη διάσωση των ελληνικών και άλλων ευρωπαϊκών ιδιωτικών τραπεζών, και επέτρεψε στις τελευταίες να μειώσουν την έκθεσή τους σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου.
Το Τρίτο Κεφάλαιο, Το ελληνικό δημόσιο χρέος ανά δανειστή, 2015, παρουσιάζει την εριζόμενη φύση του σημερινού ελληνικού χρέους, σκιαγραφώντας τα κεντρικά χαρακτηριστικά των δανείων, τα οποία αναλύονται παρακάτω, στο Όγδοο Κεφάλαιο.
Το Τέταρτο Κεφάλαιο, Μηχανισμοί του συστήματος χρέους στην Ελλάδα, αποκαλύπτει τους μηχανισμούς που κατασκευάστηκαν μέσα από τις δανειακές συμβάσεις, από τον Μάιο του 2010 και μετά.
Το Πέμπτο Κεφάλαιο, Αιρεσιμότητες εναντίον βιωσιμότητας, παρουσιάζει πώς οι δανειστές επέβαλαν, μαζί με τις δανειακές συμβάσεις, παραβιαστικές αιρεσιμότητες οι οποίες εξάλειψαν άμεσα την οικονομική βιωσιμότητα του χρέους.
Το Έκτο Κεφάλαιο, Οι επιπτώσεις των ‘προγραμμάτων διάσωσης’ στα ανθρώπινα δικαιώματα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα τα οποία επιβλήθηκαν στο πλαίσιο των λεγόμενων ‘προγραμμάτων διάσωσης’ έπληξαν άμεσα τις συνθήκες ζωής του ελληνικού λαού και παραβίασαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία ωστόσο οφείλουν, τόσο η Ελλάδα όσο και οι εταίροι της, να σέβονται, να προστατεύουν και να προάγουν σύμφωνα με το εσωτερικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο.
Το Έβδομο Κεφάλαιο, Νομικά ζητήματα σχετικά με τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις, αναλύει ότι υπήρξε παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων από την πλευρά τόσο της ίδιας της Ελλάδας όσο και των δανειστών της, δηλαδή των (πιστωτριών) χωρών της ευρωζώνης, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που επέβαλαν τα μέτρα αυτά στην Ελλάδα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες (κράτη και όργανα ή θεσμοί) παρέλειψαν να εκτιμήσουν τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων που συνεπάγονταν οι πολιτικές που οι ίδιοι επέβαλαν στην Ελλάδα και, επιπλέον, παραβίασαν άμεσα το ελληνικό Σύνταγμα απογυμνώνοντας ουσιαστικά την Ελλάδα από τα περισσότερα κυριαρχικά δικαιώματά της.
Το Όγδοο Κεφάλαιο, Αποτίμηση του παράνομου, αθέμιτου, επονείδιστου, και μη βιώσιμου χαρακτήρα του χρέους, παρέχει μια αποτίμηση του ελληνικού δημόσιου χρέους με βάση τους ορισμούς του παράνομου, αθέμιτου, επονείδιστου, και μη βιώσιμου χρέους, τους οποίους υιοθέτησε η Επιτροπή Αλήθειας.
Το ένατο Κεφάλαιο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος σήμερα, τον Ιούνιο του 2015, είναι μη βιώσιμο, διότι η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να το εξυπηρετήσει χωρίς να πλήξει καίρια την ικανότητά της να ανταποκρίνεται στις βασικές υποχρεώσεις της για προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων.»
Μετά την εκδήλωση αυτή η Πρόεδρος της Βουλής συναντήθηκε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο Προεδρικό Μέγαρο προκειμένου να του παραδώσει το πόρισμα της Επιτροπής. Εκεί η Πρόεδρος της Βουλής δήλωσε ότι «Να σας διαβεβαιώσω ότι το πόρισμα είναι πολύ ενδιαφέρον -και νομίζω ότι με την ειδίκευσή σας και την επιστημοσύνη σας θα μπορέσετε να αξιοποιήσετε πολλές παραμέτρους του πορίσματος αυτού- και να σας ζητήσω η αμέριστη σύμπραξή και συμπαράστασή σας στο έργο της Επιτροπής να συνεχισθεί και κατά τους επόμενους μήνες, που θα εισέλθουμε στη λεπτομέρεια πια του λογισμικού ελέγχου.»
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί πως έρχεται η ΠτΒ σε αντίθεση με το έργο της Κυβέρνησης, διότι δεν μπορεί η Κυβέρνηση να προσπαθεί να βρει λύση με τους Ευρωπαίους εταίρους για το ζήτημα της ρευστότητας και της σταδιακής αποπληρωμής του χρέους και πιθανόν ένα μικρό κούρεμα και από την άλλη η κ. Κωνσταντοπούλου να φτάνει στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να γίνει πληρωμή του χρέους.
Ακόμη, σε μία διαπραγμάτευση και οι δύο πλευρές παρακολουθούν κάθε στιγμή όλες τις εξελίξεις από τα ΜΜΕ, με αποτέλεσμα σίγουρα οι εταίροι να γνωρίζουν για αυτήν την επιτροπή και την πρόταση της Προέδρου να διαγραφεί το χρέος, ενώ ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να τους βεβαιώσει πως όσα συμφωνηθούν θα τηρηθούν στο έπακρο. Με αυτόν τον τρόπο αναιρεί κάθε προσπάθεια, διότι οι εταίροι θα υπολογίσουν και την εσωτερική πολιτική που ακολουθείται από την Κυβέρνηση πριν προχωρήσουν σε οποιοδήποτε είδος συμφωνίας.
Εν κατακλείδι, η Επιτροπή αυτή σαν πράξη έπρεπε να είχε γίνει στην αρχή της περιόδου αυτής προκειμένου να γνωρίζουν όλες οι πλευρές πριν διαπραγματευτούν, το χρέος της χώρας και να καταλογίσουν και τις ανάλογες ευθύνες. Από την στιγμή που αυτό δεν έγινε τότε, η εξέταση του ζητήματος αυτού, σε αυτή την χρονική συγκυρία είναι λανθασμένη και υπάρχει περίπτωση να βλάψει παρά να βοηθήσει την διαπραγμάτευση που διεξάγει αυτή την στιγμή η Κυβέρνηση.