Γράφει ο Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Όταν ο Βαρουφάκης ανέπτυσσε μυστικοπαθώς και σε άγνοια της κοινωνίας το σχέδιο του για ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα, όλοι ξαφνιάστηκαν για το ότι υπήρχε επίσημο κυβερνητικό πλάνο για την δημιουργία ενός σκιώδους χρηματοπιστωτικού χώρου που θα διευκόλυνε την μετάβαση σε ένα διαφορετικό νόμισμα. Η πρόσφατη καταφυγή Δραγασάκη σε μια παρόμοια έκφραση ανέσυρε τις σχετικές μνήμες κι όλοι βιάστηκαν να ταυτίσουν τις δυο θέσεις. Όσο όμως κι αν οι απόψεις τους δεν ταυτίζονται, η παρέμβαση Δραγασάκη υποκρύπτει δικά της προβλήματα.
Ο Αντιπρόεδρος μιας χώρας μέλους της Ε.Ε. και της ΟΝΕ υπονοεί ότι στόχος της κυβέρνησης του είναι η δημιουργία τραπεζικών φορέων που δεν θα υποτάσσονται στους Ευρωπαϊκούς κανόνες και τον έλεγχο της ΕΚΤ. Αναρωτιέσαι λοιπόν γιατί μια χώρα χρειάζεται να παρακάμψει αυτούς τους κανόνες και τι σημαίνει αυτό για την υπόσταση της; Αν η απάντηση είναι ότι η οικονομία χρειάζεται παραπάνω ρευστότητα η επόμενη απορία που προκύπτει είναι αν ο καλύτερος τρόπος είναι αναζητώντας παρακάμψεις από το σύστημα κι όχι διεκδικώντας την αξιοποίηση όλων των εγχώριων και διεθνών χρηματοοικονομικών εργαλείων.
Έτσι κι αλλιώς, η εμπειρία από τη λειτουργία των συνεταιριστικών τραπεζών έχει αφήσει αντιφατικές αναμνήσεις. Από μηχανισμούς στήριξης επαγγελματιών, επιχειρηματιών και της περιφερειακής ανάπτυξης, συχνά μετατράπηκαν σε δυσλειτουργικούς, υποτονικούς οργανισμούς εξυπηρέτησης μικροσυμφερόντων. Αν μάλιστα αυτό το μοντέλο αναπαραχθεί σε ένα περιβάλλον ακόμα πιο ελλιπούς ελέγχου είναι σίγουρο ότι τα αποτελέσματα θα είναι από αμφίβολα έως καταστροφικά γεμίζοντας την αγορά με νέα επισφαλή δάνεια.
Ερωτηματικά προκύπτουν και για τον τρόπο χρηματοδότησης και την μετοχική σύσταση αυτών των νέων τραπεζών. Τη στιγμή που ανοίγει ξανά η συζήτηση για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων, την αμνήστευση ή έστω την μειωμένη επιβάρυνση για την επάνοδο καταθέσεων, το περιουσιολόγιο και το σαφάρι εξεύρεσης αδήλωτων οικονομικών πόρων, είναι λογικό να αναδύεται μια περίεργη οσμή πιθανότητας αξιοποίησης “μαύρου” χρήματος και να πλανάται μια σκιά ασαφών διαδρομών και συνδιαλλαγής με σκοτεινές πηγές ρευστότητας.
Ακόμα πιο ασαφής είναι η διαδικασία και η λογοδότηση σχετικά με τις χορηγίες των νέων συνεταιριστικών φορέων. Ποιος θα έχει την εποπτεία και ποιους σκοπούς θα εξυπηρετεί; Κατά πόσο θα στηρίζει επιχειρήσεις με βάση τα επιχειρηματικά τους πλάνα κι όχι την ειδική σχέση των ιδιοκτητών τους με την εκάστοτε εξουσία; Πως θα διασφαλιστεί η απρόσκοπτη και ομαλή λειτουργία τους χωρίς άνωθεν παρεμβάσεις και επιλεκτικές συμφωνίες με φιλικές προς την κυβέρνηση εταιρίες, μιντιακά ή άλλα συγκροτήματα;
Οι “παράλληλες” διαδρομές αποδεικνύονται χρήσιμες όταν συνιστούν μια γνήσια εναλλακτική πορεία με αυτονομία, καθαρότητα προθέσεων και λειτουργίας. Ειδικά στην οικονομία καθετί παράλληλο δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά την απεγνωσμένη προσπάθεια ενός συστήματος να αποφύγει την συμμόρφωση με τους κοινούς όρους και τις προϋποθέσεις λειτουργώντας παρασιτικά.