Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Να παραμείνουμε στην ΕΕ φεύγοντας ή να φύγουμε παραμένοντας, είναι το πραγματικό δίλημμα που προκύπτει αν μελετήσεις στα σοβαρά και απροκατάληπτα την «Brexit -Remain Campaign» στην Βρετανία.
Με άλλα λόγια, αυτό που στην ουσία επιθυμούν οι του «Brexit» είναι διαπραγματεύσεις για την μετατροπή της ΕΕ σε έναν ενισχυμένο πολιτικά Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο για το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ αυτό που υπερασπίζονται οι του «Bremain» είναι διαπραγματεύσεις για ενίσχυση του διακυβερνητικού μοντέλου της ΕΕ, που θα την μετέτρεπαν περισσότερο σε «πολιτικοποιημένη στην κορυφή» ΕΟΚ παρά σε πολιτικοοικονομική ένωση. Και οι δύο πλευρές, δηλαδή, επιθυμούν το ίδιο πολιτικώς πράγμα, αν και το εκφράζουν διαφορετικά, αναζητώντας διαφορετικές λύσεις οικονομικού, διακυβερνητικού και διοικητικού περιεχομένου: την προσαρμογή της ΕΕ στις σύγχρονες πολιτικοοικονομικές ανάγκες του Ηνωμένου Βασιλείου και όχι το αντίστροφο, όπως καλείται σήμερα να πράξει το Λονδίνο, πιεζόμενο από τους νέους και διαρκώς αναθεωρημένους συγκεντρωτικά ευρωπαϊκούς Θεσμούς.
Είναι, αναγνώστη μου, αυτοί ακριβώς οι Θεσμοί που αποδυναμώνουν διαρκώς την πολιτική ηγεσία της Βρετανίας, κατά την διαδικασία παρέμβασής της στην διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών και στην επιλογή προσώπων σε κρίσιμες ευρωπαϊκές θέσεις. Και αυτό, κυρίως, επειδή ενισχύεται πολιτικώς ο χώρος της Ευρωζώνης, στον οποίο δεν θα μπορούσαν αντικειμενικά να συμμετέχουν οι βρετανοί. Τους χρηματοπιστωτικούς παράγοντες στο Ηνωμένο Βασίλειο συμφέρει η ύπαρξη και λειτουργία της ευρωζώνης εντός της ΕΕ, πράγμα που δεν συμφέρει, ωστόσο, μεσο-μακροπρόθεσμα το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής του ελίτ.
Για παράδειγμα, εάν είχαμε Grexit και ανεξέλεγκτη κρίση στην ευρωζώνη, δεν θα συζητούσαμε σήμερα για Brexit! Η επιτυχία του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να ενισχύσει πολιτικώς και σε μεγάλο βαθμό ατύπως και αντικανονικώς την ευρωζώνη, εκμεταλλευόμενος και διαχειριζόμενος αποτελεσματικά την ελληνική κρίση και προλαβαίνοντας άλλες, ακόμη μεγαλύτερες κρίσεις, σε χώρες της περιφέρεις της ευρωζώνης, περιθωριοποίησε αντικειμενικά την βρετανική ισχύ στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Είναι απλοϊκό αυτό που θα σημειώσω, αλλά ειλικρινές και αντικειμενικό: Η ευρωπαϊκή πολιτική της Βρετανίας «is Hitting a Wall» στο βαθμό που το Βερολίνο πέτυχε να διευθετήσει επιτυχώς μέχρι τώρα την συντεταγμένη χρεωκοπία της Ελλάδας και να διαχειριστεί πιστοληπτικώς και μεταρρυθμιστικώς επιμέρους κρίσεις στο χώρο της ευρωζώνης, όπως και έντονες τάσεις ύφεσης σε αυτές, με την ίδια τη Γερμανία μάλιστα να απειλείται με κρίση υπερπαραγωγής.
Με μια κουβέντα, το Βερολίνο πέτυχε για άλλη μια φορά στην ιστορία να φέρει σε αδιέξοδο το Λονδίνο και να ανησυχήσει μάλλον σοβαρά «φιλάνθρωπους- μεγαλοεπενδυτές» από όλο τον κόσμο και κυρίως της ΗΠΑ, οι οποίοι πολύ εξυπηρετούνται από την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, αρκεί αυτή να μην είναι και πολιτικώς ισχυρή, λειτουργούσα ατύπως ως πολιτικοοικονομική ένωση και δεσπόζουσα ηγεμονικώς στον Ευρωπαϊκό Χώρο. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έδειξε στους «φιλοευρωπαίους –μεγαλοεπενδυτές» πως δεν θα μπορούσαν να έχουν και «την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», εκβιάζοντας διαρκώς το Βερολίνο με οικονομικού χαρακτήρα αποσταθεροποίηση.
Τώρα, το «Brexit» θα επηρεάσει πολύ περισσότερο τους πολιτικούς αντιπάλους του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παρά τον ίδιο. Και το γνωρίζουν, για αυτό προσπαθούν να το ανατρέψουν ως πιθανότητα, ενώ με το περίφημο Grexit θα είχαμε το ακριβώς αντίθετο πολιτικό αποτέλεσμα. Κατάλαβες τώρα αναγνώστη μου τη στάση μου, όλα αυτά τα χρόνια; Δεν υπήρχε στην πραγματικότητα άλλη επιλογή αν δεν ήθελες να παρασυρθείς είτε στο ένα, είτε στο άλλο στρατόπεδο, από τα δυο που εμποδίζουν στην πράξη την μεταμόρφωση της ΕΕ σε έναν εναλλακτικό, δημοκρατικό πόλο ηγεμονίας και σοσιαλ-ευημερίας στον κόσμο της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης.