Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Σχεδόν 30 χρόνια μετά από την πρώτη πτήση του πρώτου αμερικανικού stealth βομβαρδιστικού, ο γερασμένος στόλος της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας είναι έτοιμος για μια δαπανηρή ανανέωση. Το Πεντάγωνο θέλει να αναβαθμίσει τα stealth αεροσκάφη του για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1970, κατασκευάζοντας ένα υψηλής προτεραιότητας βομβαρδιστικό επόμενης γενιάς.
Έτσι, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ προτίθεται να αναθέσει μια σύμβαση για την κατασκευή ενός βομβαρδιστικού μεγάλης εμβέλειας σε μία από τις πιο ισχυρές επιχειρήσεις του κλάδου φέτος και ελπίζει να το εντάξει στο στόλο της από τα μέσα της δεκαετίας του 2020.
Ανταγωνιστές σε αυτό το εγχείρημα είναι η Northrop Grumman, και μια μεγάλη συνεργασία στον τομέα της αεροναυπηγικής, αυτή της Boeing και της Lockheed Martin.
Μαζί με το F-35 Joint Strike Fighter και το αεροσκάφος ανεφοδιασμού KC-46, το LRS-Β (όπως ονομάζεται επί του παρόντος το νέο μαχητικό) είναι μία από τις κορυφαίες προτεραιότητες εκσυγχρονισμού της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, και κάποιοι ειδικοί ισχυρίζονται ότι ανάπτυξή του στοχεύει πολύ πιο πέρα από μια απλή αναβάθμιση ενός γερασμένου στόλου βομβαρδιστικών.
Το νέο μαχητικό αεροπλάνο, σύμφωνα με έναν απόστρατο αξιωματικό της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, θα έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα αυτόνομο «σύννεφο μάχης» ικανό να ανταλλάσσει πληροφορίες με άλλα αεροσκάφη και να διεξάγει ένα ευρύ φάσμα λειτουργιών.
Παράλληλα, αξιωματούχοι του Πενταγώνου έχουν τονίσει τη σημασία της κατασκευής του νέου βομβαρδιστικού μεγάλου βεληνεκούς, αποκαλώντας την κρίσιμη για την εθνική ασφάλεια και την πυρηνική αποτροπή. «Είναι απολύτως απαραίτητο για τη διατήρηση της αποτρεπτικής μας ισχύος», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Chuck Hagel τον Ιανουάριο. Και συνέχισε λέγοντας, «Πρέπει να το κατασκευάσουμε. Πρέπει να κάνουμε τις κατάλληλες επενδύσεις. Θα βρίσκεται σίγουρα εντός του προϋπολογισμού.»
Είναι γενικότερη η εκτίμηση στους κύκλους των αμυντικών αναλυτών ότι ο νούμερο 1 λόγος για την αναβάθμιση της δύναμης μεγάλης εμβέλειας είναι να αντιμετωπίσει τις συνεχώς εξελισσόμενες απειλές σε όλο τον κόσμο. Και βέβαια η ανάπτυξη νέων αντιαεροπορικών τεχνολογιών αλλά και μαχητικών μεγάλου βεληνεκούς εκ μέρους της Κίνας, της Ρωσίας και του Ιράν παίζει σπουδαίο ρόλο σε αυτές τις εκτιμήσεις.
Οι επίσημες κυβερνητικές πηγές παρουσιάζουν «σκληρή στάση» ως προς τις συγκεκριμένες προσδοκίες και ικανότητες του LRS-B, αλλά σύμφωνα με τις ενδείξεις θα είναι τεχνολογίας stealth, θα είναι σε θέση να μεταφέρει συμβατικά και πυρηνικά όπλα, ενώ θα μπορεί ενδεχομένως να λειτουργήσει τόσο με ή χωρίς πιλότο.
Το μυστηριώδες Long Range Strike Bomber υπολογίζεται ότι θα είναι το πιο ακριβό οπλικό σύστημα υπό την σκέπη της αξίας 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων στρατιωτικής έρευνας, ανάπτυξης, δοκιμής και αξιολόγησης αιτήματος χρηματοδότησης της Πολεμικής Αεροπορίας για το 2016.
Όσον αφορά το φλέγον ζήτημα του ακριβούς κόστους του εγχειρήματος, από το 2011, το Πεντάγωνο έχει αναφέρει ότι το LRS-Β θα κοστίσει κοντά στα 550 εκατομμύρια δολάρια ανά αεροπλάνο, προβάλλοντας συνολικά 55 δισεκατομμύρια δολάρια ως ενδεικτικό κόστος για 100 αεροπλάνα.
Οι κριτικοί, εντούτοις, επιμένουν ότι το πραγματικό κόστος του LRS-Β θα υπερβεί την αρχική εκτίμηση των 500 εκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, οι αξιωματούχοι του Πενταγώνου συνεχίζουν να εμμένουν δημοσίως στο αρχικό κόστος.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι υπάρχει αρκετός χρόνος για την υλοποίηση του προγράμματος και τον δημοσιονομικό σχεδιασμό, προκειμένου να δούμε εάν τα δεδομένα της κατασκευής και του κόστους για το νέο μαχητικό υποστούν μεταβολές.
Πηγή
CNN