Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Είναι σύνηθες στην ελληνική πολιτική ζωή η μη παραδοχή του λάθους. Ακόμη και όταν ένα στέλεχος αισθάνεται ότι δεν μπορεί να κάνει αλλιώς θα αρκεστεί σε ένα σχόλιο του τύπου “έχουν γίνει λάθη και παραλείψεις, αλλά…”.
Αφενός υπάρχει πάντα ένα αλλά, αφετέρου, ποτέ η παραδοχή του λάθους δεν είναι τοποθετημένη σε ένα συγκεκριμένο γεγονός, δήλωση, απόφαση κλπ. Έτσι και η κυρία Ραχήλ Μακρή, ενώ δέχτηκε κριτική από φίλους και αντιπάλους και έγινε περίγελος για την ελαφρότητα με την οποία αναφέρθηκε σε μηχανισμούς και θεσμούς που ίσως δε γνωρίζει πώς και υπό ποιες συνθήκες λειτουργούν, ωστόσο επανήλθε δριμύτερη αμυνόμενη της θέσης της.
Ποια ήταν η θέση της κυρίας Μακρή; Η ίδια μιλώντας σε τοπικό κανάλι της Κοζάνης είπε ότι σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σταματήσει τη χρηματοδότηση της Ελλάδας, η δεύτερη θα διέφευγε στον ELA, (emergency liquidity assistance) κόβοντας ουσιαστικά χρήμα εντός της χώρας έως και 100 δις ευρώ.
Η κα Μακρή προφανώς θα διάβασε το σχετικό tweet του κ Παπαδημούλη, υποψηφίου του ΣΥΡΙΖΑ, «θερμή παράκληση προς υποψήφιους-ες: Αν δεν γνωρίζουν ένα θέμα, ας μην αυτοσχεδιάζουν. Οι πολίτες ζητούν σοβαρότητα και σαφήνεια, από όλους», αλλά και τη δήλωση του υπεύθυνου οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννη Μηλιού ο οποίος είπε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε ως εδώ, με κόπο και αγώνες. Ας το προστατεύσουμε αυτό με σύνεση, οι εντός και οι εκτός». Ωστόσο αμέσως μετά , επιβεβαιώνοντας το συνηθισμένο ήθος του έλληνα πολιτικού, έσπευσε να υπεραμυνθεί της θέσης της κυρίως απέναντι στη σφοδρή κριτική της κυβέρνησης, για να πάρει μια άλλη έμμεση απάντηση από το κ Μηλιό: “όταν κάνεις ένα λάθος, το να το παραδέχεσαι και να σωπαίνεις, απαιτεί σύνεση, σεμνότητα και γενναιότητα, γίνεσαι και πιο συμπαθής έτσι”.
Ελπίζω ότι απλα αυτή η συζήτηση θα σταματήσει, όπως σταμάτησαν και τόσες άλλες, όταν ο κύριος Τόλιος αγνοούσε τη γραμμή του κόμματος και διαβεβαίωνε για την πιθανότητα μονομερών ενεργειών από πλευράς κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ή όταν η κα Βούλτεψη μιλούσε για σούπερ μάρκετ που τα φρουρεί ο στρατός σε περίπτωση που κυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Και αφού και αυτή η συζήτηση σταματήσει ας κρατήσουμε το γεγονός ότι η διαπραγμάτευση με τους εταίρους δεν είναι λογιστική αλλά πολιτική. Γιατί το πρόβλημα στα λεγόμενα της μας Μακρή δεν είναι ότι είπε κάτι που δεν ισχύει, όπως δυστυχώς στην προσπάθειά τους να αποκομίσουν προεκλογικά οφέλη την επέκριναν από τη Νέα Δημοκρατία, καταδεικνύοντας ουσιαστικά τη δική τους άγνοια. Όντως κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει και έχει γίνει και στην Ιρλανδία, όπως έσπευσε να την υποστηρίξει ο ‘πιτσιρίκος’ αλλά και στην Ελλάδα. Με μία διαφορά, όμως. Ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει σε έκτακτες ανάγκες ρευστότητας σε συμφωνία, ή τουλάχιστον χωρίς τη διαφωνία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτή η μιρκή λεπτομέρεια ακυρώνει τελείως το σχόλιο Μακρή που ουσιαστικά ειπώθηκε ως απάντηση σε περίπτωση που τα τσουγκρίσουμε με την ΕΚΤ και μας κόψει τη ρευστότητα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι η ελαφρότητα με την οποία εκσφενδονίζονται ιδέες για τεχνική αντιμετώπιση διαφόρων υποθετικών ζητημάτων, στο πρόσωπο του φοβισμένου ψηφοφόρου. Διότι αν η ΕΚΤ αποφασίσει να σταματήσει ολοκληρωτικά τη χρηματοδότηση της Ελλάδας, το πρόβλημα θα είναι πολύ πέραν του πώς θα εξασφαλίσουμε ρευστότητα. Θα πρόκειται για ουσιαστική, σκόπιμη και ολοκληρωτική εγκατάλειψη της Ελλάδας από τους εταίρους.
Αλλά για αυτό δε φταίει μόνο η κα Μακρή. Είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται ο τηλεοπτικός προεκλογικός διάλογος στου οποίου την παγίδα έχουν πέσει πολλοί από το στρατόπεδο του ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνος ο τρόπος που διασπά ουσιαστικά καθολικά ζητήματα σε πλήθος επιμέρους με μοναδικό σκοπό να πελαγώσουν, να σαστίσουν οι τηλεθεατές και να πάνε στην κάλπη τρομαγμένοι.