Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας ανέλυσε τους τρεις βασικούς άξονες στους οποίους επικεντρώνεται η στρατηγική της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού. Ο κ. Πέτσας υπογράμμισε την έγκαιρη και συντονισμένη αντίδραση με τη λήψη μέτρων για την ανάσχεση της διασποράς του ιού, την ενίσχυση του συστήματος υγείας αλλά και τη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων. Παράλληλα διέψευσε τα fake news σχετικά με τη δήθεν δημιουργία νέων δομών μεταναστών στην ενδοχώρα.
«Μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε μια διπλή κρίση. Την ασύμμετρη απειλή του μεταναστευτικού την αντιμετωπίζουμε με επιτυχία και έτσι θα αντιμετωπίσουμε και την απειλή του κορωνοϊού», τόνισε.
Σε σχέση με επικρίσεις που δέχεται η κυβέρνηση, ο κ. Πέτσας ανέφερε ότι «η αξιωματική αντιπολίτευση εξακολουθεί να μπλέκει μήλα με πορτοκάλια». Παράλληλα, έδωσε διευκρινίσεις για τον τρόπο στήριξης των εργαζομένων στις ΜΕΘ, για την αποζημίωση των νοσηλευομένων αλλά και την αποζημίωση για τη διενέργεια των διαγνωστικών τεστ για τον κορωνοϊό.
Για τις δράσεις επαναπατρισμού είπε ότι «στο εξής θα γίνονται μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις», ενώ ως κυβέρνηση δεν επιβεβαίωσε καμία κατάσχεση υγειονομικού υλικού από άλλη χώρα.
Για την οικονομία και τις επιπτώσεις του κορωνοϊού, ο κ. Πέτσας ανέφερε «Δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα. Για να πληρώσει μία επιχείρηση τους εργαζόμενους και προμηθευτές πρέπει να υπάρχουν έσοδα. Γι’ αυτό επιλέξαμε την εργασία από την ανεργία, απαγορεύοντας τις απολύσεις και ταυτόχρονα αναστείλαμε υποχρεώσεις των επιχειρήσεων».
Σε ερώτηση για το αν η κυβέρνηση υπερκοστολογεί τα τεστ διάγνωσης του κορωνοϊού που γίνονται στα ιδιωτικά εργαστήρια, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Οχι. Σε ό,τι αφορά τα τεστ, με ρύθμιση που έχει δρομολογηθεί, θα προβλέπεται ότι η αρχική τιμή αποζημίωσης των 85 ευρώ στα ιδιωτικά εργαστήρια θα μειώνεται σταδιακά στα 65 ευρώ ανάλογα με την ποσότητα των τεστ που διενεργούνται, δηλαδή χαμηλότερα ακόμη και από το ποσό των 70 ευρώ που χρεώνει το Ινστιτούτο Παστέρ στο Δημόσιο. Ας σταματήσει λοιπόν η υποκρισία. Δεν είναι ώρα για μικροπολιτική. Είναι ώρα ευθύνης».