Μια νέα γενιά φαρμάκων φέρνει επανάσταση στη θεραπεία της παχυσαρκίας και εκπλήσσει τους ερευνητές με τη δραστικότητά τους. Για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες που συμμετείχαν σε κλινικές δοκιμές του φαρμάκου σεμαγλουτίδη (semaglutide), έχασαν τουλάχιστον το 20% του σωματικού τους βάρους. Ένα άλλο φάρμακο, η τιρζεπατίδη (tirzepatide), έδειξε παρόμοια αποτελέσματα σε περισσότερους από τους μισούς συμμετέχοντες στη μελέτη.
Παρά την υψηλή αποτελεσματικότητά τους, οι ερευνητές γνωρίζουν ότι τα φάρμακα αυτά δεν αποτελούν απαραίτητα τη λύση για όλους όσοι ζουν με παχυσαρκία.
«Όλοι θέλουν να τα δοκιμάσουν, αλλά δεν ανταποκρίνονται όλοι σε αυτά», λέει ο Αντρές Ακόστα, ειδικός στην παχυσαρκία στην Κλινική Mayo στο Ρότσεστερ της Μινεσότα.
Τα δυο αυτά φάρμακα κυκλοφορούν στην αγορά εδώ και αρκετό καιρό και οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης αρχίζουν να εντοπίζουν ποιοι είναι πιθανό να ωφεληθούν περισσότερο από αυτά αλλά και να αναγνωρίζουν τις προκλήσεις της χρήσης αυτών των φαρμάκων.
Πεινασμένος εγκέφαλος ή πεινασμένο έντερο;
Τα φάρμακα δρουν μιμούμενα μια ορμόνη που ονομάζεται πεπτίδιο όμοιο με τη γλυκαγόνη 1 (GLP-1), η οποία σχετίζεται με τη ρύθμιση της όρεξης. Το 2021, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ ενέκρινε τη σεμαγλουτίδη, με την εμπορική ονομασία Wegovy, για τη θεραπεία της παχυσαρκίας. Και παρόλο που ο οργανισμός ενέκρινε το 2022 την τιρεζεπατίδη, με την εμπορική ονομασία Mounjaro, για τη θεραπεία μόνο του διαβήτη τύπου 2, το φάρμακο συνταγογραφείται συχνά για απώλεια βάρους.
Οι ειδικοί έχουν παρατηρήσει ότι η ανταπόκριση των ανθρώπων στις φαρμακευτικές αγωγές εξαρτάται από την υποκείμενη αιτία της παχυσαρκίας τους. Οι παρατηρήσεις αυτές ώθησαν τον Ακόστα και τους συναδέλφους του να αναπτύξουν μια μέθοδο ώστε να μπορούν να προσαρμόζουν τα φάρμακα ανάλογα με το άτομο. Η ομάδα ταξινόμησε τους ανθρώπους με παχυσαρκία σε τέσσερις υποτύπους: εκείνους που πρέπει να φάνε περισσότερο για να φτάσουν σε κορεσμό (τους οποίους οι ερευνητές ονόμασαν πεινασμένο εγκέφαλο)- εκείνους που φτάνουν σε κορεσμό με ένα γεύμα κανονικού μεγέθους αλλά αισθάνονται σύντομα ξανά πεινασμένοι (πεινασμένο έντερο)- εκείνους που τρώνε για να αντιμετωπίσουν τα συναισθήματα (συναισθηματική πείνα) και εκείνους που έχουν σχετικά αργό μεταβολισμό (αργές καύσεις).
Τα άτομα με πεινασμένο έντερο, τα οποία τείνουν να νιώθουν πείνα μεταξύ των γευμάτων, φάνηκε να ανταποκρίνονται καλύτερα στα νέα φάρμακα, σύμφωνα με ανεπίσημες παρατηρήσεις του Ακόστα και της ομάδας του. Ο ερευνητής δήλωσε πως ο λόγος δεν είναι σαφής.
«Πιστεύουμε πως αυτοί οι ασθενείς έχουν χαμηλά επίπεδα των ορμονών GLP-1 και γι’ αυτό έχουν παχυσαρκία. Και όταν τους δίνετε τα ανάλογα GLP-1, τα πηγαίνουν εξαιρετικά καλά», εξήγησε ο ερευνητής.
Στην Mayo Clinic, οι γιατροί χρησιμοποίησαν αυτά τα κριτήρια στο πλαίσιο της θεραπείας με ένα παλαιότερο φάρμακο που μιμείται το GLP-1 και ονομάζεται λιραγλουτίδη (liraglutide). Μια μελέτη με επικεφαλής τον Ακόστα διαπίστωσε ότι, μετά τη χρήση λιραγλουτίδης επί ένα έτος, οι συμμετέχοντες με παχυσαρκία πεινασμένου εντέρου έχασαν διπλάσιο βάρος από εκείνους που ήταν απλά παχύσαρκοι.
Η Μπέβερλι Τσανγκ, ενδοκρινολόγος στο Weill Cornell Medicine της Νέας Υόρκης, δήλωσε πως η ομάδα του Ακόστα ήταν η πρώτη που χώρισε την παχυσαρκία σε αυτές τις κατηγορίες. Η επιστήμονας συμφωνεί πως τα άτομα με τον φαινότυπο πεινασμένου εντέρου τείνουν να τα πηγαίνουν καλά όταν λαμβάνουν τα φάρμακα που μιμούνται το GLP-1. Δεδομένα από άλλες ομάδες επίσης υποστηρίζουν την υπόθεση του Ακόστα.
«Γνωρίζουμε ότι η σεμαγλουτίδη επιβραδύνει το έντερο και όντως βελτιώνει τις μετρήσεις της πληρότητας», δήλωσε.
Λόγω της εβδομαδιαίας αγωγής τους, τα φάρμακα ωφελούν και τα άτομα που έχουν ακανόνιστα ωράρια και βάρδιες εργασίας, σημειώνει η Πεμίντα Καμπαντουγκάμα, ενδοκρινολόγος στην Κλινική Cleveland στο Οχάιο και εκπρόσωπος της Αμερικανικής Εταιρείας Παχυσαρκίας. Μερικά από τα άλλα φάρμακα πρέπει να λαμβάνονται σε συγκεκριμένη ώρα της ημέρας και αυτό μπορεί να είναι δύσκολο για όσους έχουν ακανόνιστο πρόγραμμα ύπνου.
Οι ερευνητές ελπίζουν να μάθουν επίσης όχι μόνο ποιοι είναι πιο πιθανό να ωφεληθούν αλλά και για πόσο καιρό θα πρέπει να παίρνουν αυτά τα φάρμακα. Μια κλινική δοκιμή έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που σταμάτησαν να λαμβάνουν τη σεμαγλουτίδη μετά από 20 εβδομάδες ανέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος του βάρους που είχαν χάσει αρχικά, ενώ όσοι παρέμειναν στη φαρμακευτική αγωγή συνέχισαν να χάνουν βάρος. Ο Ακόστα λέει ότι η παχυσαρκία θεωρείται πλέον μια χρόνια ασθένεια και τα φάρμακα αυτά συνιστώνται για μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Τώρα ξέρουμε τι σημαίνει μακροπρόθεσμα; Νομίζω ότι κανείς δεν ξέρει και ελπίζω ότι δεν θα πρέπει να τα παίρνουν όλη τους τη ζωή. Αλλά αυτές είναι μελέτες που πρέπει να γίνουν», τόνισε.
Παχυσαρκία: Το πλεονέκτημα του λίπους
Μια άλλη πρόκληση, σύμφωνα με την Τσανγκ, είναι ότι αυτά τα φάρμακα είναι τόσο αποτελεσματικά που οι επαγγελματίες αρχίζουν να συζητούν για το πόση απώλεια βάρους είναι υπερβολική, καθώς οδηγεί σε μείωση τόσο του λίπους όσο και των μυών. Η απώλεια μυών αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, οστεοπόρωσης και άλλων προβλημάτων υγείας. Αυτοί οι ευάλωτοι πληθυσμοί υπόκεινται σε αυτό που ονομάζεται παράδοξο της παχυσαρκίας, μια συσχέτιση μεταξύ απώλειας βάρους και υψηλότερου ποσοστού θανάτου.
Όπωε αναφέρει το επιστημονικό περιοδικό «Nature», οι πάροχοι αρχίζουν να στοχεύουν στην επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως η άπνοια ύπνου, η λιπώδης ηπατική νόσος και ο διαβήτης τύπου 2, αντί να επιδιώκουν σημαντική μείωση του βάρους. Για να επιτευχθεί αυτή η ισορροπία, ειδικοί όπως η Τσανγκ διερευνούν όλο και περισσότερο τη δυνατότητα συνταγογράφησης χαμηλότερων δόσεων.
ΠΗΓΗ: Nature