Νά ‘μαστε λοιπόν ξανά. Ο κορονοϊός έχει μεταλλαχθεί, όπως γνωρίζαμε έτσι κι αλλιώς ότι θα συνέβαινε – και η νέα μετάλλαξη, η οποία ονομάζεται Όμικρον, εξαπλώνεται γοργά. Να φοβόμαστε λοιπόν ή να είμαστε αισιόδοξοι; Πρέπει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά και τα σχέδιά μας ή να συνεχίσουμε όπως πριν;
Του Andreas Kluth
Για να απαντήσουμε σε αυτές τις ερωτήσεις, χρειαζόμαστε τρεις πληροφορίες τις οποίες δεν διαθέτουμε ακόμη. Άρα δεν έχουμε παρά να περιμένουμε. Και για πολλούς από εμάς, η ίδια η αναμονή είναι το πρόβλημα.
Η ίδια η αναμονή φοβίζει
Αυτό συμβαίνει επειδή η αναμονή – αδιάφορο εάν πρόκειται για κακές ή καλές ειδήσεις – προκαλεί άγχος. Και είναι μια ταλαιπωρία η οποία, μέσω των πολλών ορμονών του στρες που διατρέχουν το σώμα μας, μάς βασανίζει σχεδόν όσο και ένας ιός.
Να οι τρεις πληροφορίες τις οποίες αναμένουμε. Πρώτον, πόσο ακριβώς πιο μεταδοτική είναι η Όμικρον σε σχέση με τη Δέλτα και τους άλλους προγόνους της. Δεύτερον, η Όμικρον προκαλεί χειρότερη ασθένεια και περισσότερους θανάτους; Και τρίτον, πόσο καλά η Όμικρον αποφεύγει τις ανοσολογικές αποκρίσεις τις οποίες έχουμε δημιουργήσει προηγουμένως μέσω εμβολιασμού ή προηγούμενης μόλυνσης;
Οι κατασκευαστές των δύο κορυφαίων εμβολίων mRNA, BioNTech και Moderna, εξετάζουν τώρα το τρίτο ερώτημα και λογικά θα έχουν απαντήσεις εντός περίπου δύο εβδομάδων. Επιστήμονες σε όλο τον κόσμο εργάζονται επάνω στα άλλα δύο, ωστόσο οι ετυμηγορίες τους θα αργήσουν λίγο περισσότερο. Εξ ου και το δίλημμά μας: τι πρέπει να κάνουμε αυτή τη στιγμή και τι τις επόμενες εβδομάδες;
Άρνηση ή ψυχική κατάρρευση
Καθώς παρατηρώ τις αντιδράσεις στον δικό μου κοινωνικό κύκλο, οι ψυχολογικές αντιδράσεις εξελίσσονται περίπου όπως και στις αρχές του 2020, όταν πρωτοδιαπιστώθηκε η έκρηξη της πανδημίας.
Μερικοί άνθρωποι επιλέγουν την άρνηση. Με τη γλώσσα του σώματός τους, τις χειρονομίες, τα αστεία, τα ταξίδια και τα κοινωνικά τους σχέδια, σηματοδοτούν ότι, καθώς δεν γνωρίζουμε ακόμη τίποτε, δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούμε ή να προσαρμοστούμε. Ας ζήσουμε λίγο ακόμη, όσο ακόμα μπορούμε.
Άλλοι περιστρέφονται σε δίνες ψυχικής κατάρρευσης και άγχους. Σχεδιάζουν και επανασχεδιάζουν σενάρια – να ακυρώσουν σχέδια διακοπών; να προετοιμαστούν για κλείσιμο των σχολείων και τα lockdown; – και πατούν εμμονικά το κουμπί ανανέωσης στους ιστότοπους ειδήσεων τους οποίους προτιμούν. Αυτά τα κανάλια πολυμέσων καλύπτουν αυτήν την πρόσθετη ζήτηση αναμεταδίδοντας ατελείωτες κραυγές από ειδήμονες οι οποίοι – θυμηθείτε το – δεν έχουν ακόμη περισσότερες πληροφορίες από εμάς τους υπόλοιπους.
Τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας – για παράδειγμα, μια τάση προς νευρωτισμό – επηρεάζουν το πού εμπίπτει κάθε άτομο σε αυτό το φάσμα. Η εξέλιξη, ωστόσο, μας έχει κάνει όλους επιρρεπείς στο να μισούμε την αβεβαιότητα, ακριβώς εκείνη την οποία έχει γεννήσει η Όμικρον.
Αυτό το έπραξε κάνοντάς μας αρχικά ασυνήθιστα έξυπνους, έτσι ώστε ο εγκέφαλός μας να μπορεί να υποψιαστεί κάτι δυνητικά κακό το οποίο μπορεί να κρύβεται στην επόμενη γωνία – κι έτσι μας βοηθά να επιβιώσουμε. Η τίγρη με τα κοφτερά δόντια μπορεί να είναι εκεί ή μπορεί και να μην είναι, ωστόσο θα τα πάμε καλύτερα κατά μέσο όρο αν υποθέτουμε το χειρότερο.
Δυστυχώς, ο ανθρώπινος εγκέφαλος περνά εύκολα σε κατάσταση υπερέντασης. Παρατηρούμε ένα εξόγκωμα σε κάποιο μέρος του ιστού μας και πηγαίνουμε να το ελέγξουμε. Ο γιατρός το στέλνει στο εργαστήριο. Τώρα θα πρέπει να περιμένουμε και σε αυτό το διάστημα φανταζόμαστε τι αποτελέσματα θα μπορούσαμε να λάβουμε πίσω. Και, ω, πόσο δημιουργικό γίνεται το μυαλό μας σε τέτοιες στιγμές.
Η αβεβαιότητα “σκοτώνει”
Η έρευνα έχει δείξει ότι οι άνθρωποι τείνουν στην πραγματικότητα να είναι πιο ήρεμοι όταν αναμένουν συγκεκριμένο πόνο – για παράδειγμα, ένα ηλεκτροσόκ – σε αντίθεση με μια πιθανότητα 50% να τους συμβεί κάποιο αναπάντεχο σοκ. Άλλες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η αβεβαιότητα για τη δουλειά μας είναι πιο επιζήμια για την υγεία μας από το να την χάσουμε οριστικά.
Αν προσποιείσαι ότι ο homo sapiens είναι απολύτως λογικό ον, αυτό απλώς δεν έχει νόημα. Δεν μπορείτε, τουλάχιστον όχι λογικά, να φοβάστε περισσότερο για μια κατάσταση η οποία θα μπορούσε να τελειώσει άσχημα ή καλά παρά για μία η οποία σίγουρα θα έχει κακό τέλος. Ωστόσο, εάν αποδεχτεί κανείς ότι είμαστε βιολογικά όντα, αυτό είναι απολύτως λογικό. Στο μακρινό μας παρελθόν, όσοι από εμάς υπερεκτιμούσαμε τον κίνδυνο ελλείψει γνώσης, είχαμε ένα εξελικτικό πλεονέκτημα σε σχέση με εκείνους που έπαιρναν τη ζωή πιο “αψήφιστα”.
Το πρόβλημα είναι η υπερβολή. Καθώς η φαντασία μας μάς ξεπερνά, πολλοί από εμάς αναπτύσσουμε μια “δυσανεξία στην αβεβαιότητα”, η οποία μπορεί, με τη σειρά της, να οδηγήσει σε γενικευμένη αγχώδη διαταραχή. Αυτό είναι πάντα αλήθεια, ακόμη όμως περισσότερο ισχύει στη διάρκεια μιας πανδημίας. Το άγχος έχει αυξηθεί, ιδιαίτερα μεταξύ των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων. Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα ποσοστά φαίνεται να έχουν διπλασιαστεί, αγγίζοντας περισσότερους από έναν στους πέντε ανθρώπους.
Το άγχος, φυσικά, είναι μια ασθένεια από μόνη της. Μας οδηγεί να αναζητούμε διαφυγή σε ουσίες οι οποίες είναι εθιστικές και ανθυγιεινές, συχνά ακόμη και θανατηφόρες. Καταστρέφει σιγά σιγά το σώμα και τις σχέσεις μας. Και μας στερεί τη χαρά και την αισιοδοξία.
Τώρα, λοιπόν, αντιμετωπίζουμε ένα νέο κύμα αβεβαιότητας σχετικά με το τι μας επιφυλάσσει η Όμικρον. Τι θα σημαίνει για τα σχέδιά μας, την εκπαίδευση, την καριέρα, τις σχέσεις, την υγεία και τη ζωή μας; Και μετά την Όμικρον, θα υπάρξουν και άλλα ελληνικά γράμματα, μέχρι το ωμέγα. Θα υποστούμε τόσες ασκήσεις ανησυχίας που θα καταλήξουμε “επαγγελματίες”.
Γιατί λοιπόν να μην χρησιμοποιήσουμε αυτήν την πρακτική; Ίσως το καλύτερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε ενάντια σε αυτό το συγκεκριμένο άγχος – συλλογικά και ατομικά – είναι να μην το καταπιέσουμε, αλλά να το ονοματίσουμε και μετά να το διακωμωδίσουμε.
Αυτό θα μπορούσε να μας βοηθήσει να “σβήσουμε” τη βροντερή φωνή των ειδημόνων στην τηλεόραση και απλώς να περιμένουμε τι θα έχουν να πουν πραγματικά τα γεγονότα – όταν, φυσικά, έρθει η δική τους, γλυκιά στιγμή.
*To κείμενο είναι του Bloomberg και δημοσιεύθηκε στο capital.gr