Ο χαλαζίας είναι το πιο κοινό ορυκτό στη Γη, αλλά ποιο είναι το σπανιότερο; Τα ορυκτά βρίσκονται διάσπαρτα παντού στον πλανήτη μας. Σύμφωνα με τη Γεωλογική Υπηρεσία των ΗΠΑ, τα ορυκτά είναι στοιχεία ή ενώσεις που απαντώνται στη φύση και είναι ανόργανα, δηλαδή δεν περιέχουν άνθρακα. Κάθε τύπος ορυκτού έχει μοναδική χημική σύσταση. Η μορφή που παίρνουν οι κρύσταλλοι ενός ορυκτού, και οι άλλες φυσικές του ιδιότητες μπορεί να ποικίλλουν.
Το σπανιότερο ορυκτό στη Γη είναι ο kyawthuite και όπως αναφέρει το Live Science, μέχρι σήμερα, έχει βρεθεί μόνο ένας κρύσταλλος στην περιοχή Μογκόκ της Μιανμάρ. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ορυκτών του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Καλιφόρνιας (Caltech), πρόκειται για έναν μικρό (1,61 καρατίων) βαθύ πορτοκαλί πολύτιμο λίθο που αναγνωρίστηκε επίσημα από τη Διεθνή Ορυκτολογική Ένωση το 2015.
Το δεύτερο σπανιότερο ορυκτό που έχει εντοπιστεί στη Γη, είναι ο πεϊνίτης και η αξία του υπολογίζεται στα 60.000 δολάρια το καράτι. Αν και βρίσκεται πλέον πιο εύκολα από ό,τι παλαιότερα, το ορυκτό αυτό εξακολουθεί να είναι σπάνιο και η χημική του δομή αποτελεί επιστημονικό αίνιγμα.
Το 1952, ο Άγγλος συλλέκτης και έμπορος πολύτιμων λίθων Άρθουρ Πέιν απέκτησε δύο πορφυρούς κρυστάλλους στη Μιανμάρ, σύμφωνα με τον Τζορτζ Ρόσμαν, καθηγητή ορυκτολογίας στο CalTech, ο οποίος ερευνά τον πεϊνίτη από τη δεκαετία του 1980 και διατηρεί μια εκτεταμένη βάση δεδομένων με όλα τα δείγματα που έχει αναλύσει. Ένα άλλο δείγμα πεϊνίτη από τη Μιανμάρ, ανακαλύφθηκε το 1979 και μέχρι το 2001, αυτοί οι τρεις κρύσταλλοι ήταν τα μόνα γνωστά δείγματα πεϊνίτη στον κόσμο.
Ο πρώτος κρύσταλλος πεϊνίτη που ανακαλύφθηκε, γνωστός ως πεϊνίτης #1, αναλύθηκε αργότερα από τον Ρόσμαν. Η τελευταία μελέτη του για το ορυκτό αυτό, δημοσιεύτηκε στο «Mineralogical Magazine» το 2018.
Μέσω αυτής της έρευνας, ο Ρόσμαν προσδιόρισε ποια στοιχεία συνθέτουν τον πεϊνίτη και διαπίστωσε ότι η χημική σύσταση που είχαν προσδιορίσει αρχικά επιστήμονες του Βρετανικού Μουσείου, ήταν λανθασμένη. Ενώ οι ερευνητές είχαν προσδιορίσει σωστά το αλουμίνιο, το βόριο, το ασβέστιο και το οξυγόνο, δεν είχαν εντοπίσει το στοιχείο ζιρκόνιο. Ο ερευνητής ανακάλυψε επίσης ότι αυτό που δίνει στον πεϊνίτη την κοκκινωπή απόχρωσή του, είναι τα ίχνη βαναδίου και χρωμίου που τον κάνουν να μοιάζει με ρουμπίνι.
Όμως τι κάνει τον πεϊνίτη τόσο σπάνιο; Πρώτον, συναντάται μόνο στη Μιανμάρ, αλλά ο πραγματικός λόγος έγκειται στον σχηματισμό του. Ο πεϊνίτης είναι ένας βορικός κρύσταλλος, που σημαίνει ότι περιέχει βόριο. Περιέχει όμως και ζιρκόνιο και το βόριο δυσκολεύεται να συνδεθεί με το ζιρκόνιο. Ο πεϊνίτης είναι το μοναδικό ορυκτό όπου τα δυο στοιχεία έχουν βρεθεί «δεμένα» στη φύση. Αν και ο λόγος είναι ακόμη ασαφής, το ζιρκόνιο και το βόριο δεν έχουν βρεθεί ποτέ «δεμένα» σε σημαντικές συγκεντρώσεις. Θεωρείται επίσης ότι τα στοιχεία αυτά μπορεί να μην είναι πολύ σταθερά μαζί σε σύγκριση με άλλα στοιχεία με τα οποία θα μπορούσαν να συνδεθούν.
Γιατί στη Μιανμάρ;
Σύμφωνα με τον Ρόσμαν, όταν η αρχαία υπερήπειρος Γκοντβάνα άρχισε να χωρίζεται πριν από περίπου 180 εκατομμύρια χρόνια, η Ινδία κινήθηκε προς τα βόρεια και συγκρούστηκε με τη σημερινή Νότια Ασία. Η πίεση και η θερμότητα από τη σύγκρουση διαμόρφωσαν έναν «θησαυρό» πετρωμάτων, πολλά από τα οποία είναι πολύτιμοι λίθοι. Ο επιστήμονας πιστεύει ότι το βόριο στον πεϊνίτη και σε άλλα βορικά ορυκτά, πιθανόν να προήλθε από ρηχές θάλασσες γύρω από τη νεοσύστατη χερσαία μάζα.
Όπως αναφέρει το Live Science, υπάρχουν ηθικές ανησυχίες σχετικά με την εξόρυξη στη Μιανμάρ, η οποία είναι διάσημη και για άλλους πολύτιμους λίθους και δείγματα μικροσκοπικών προϊστορικών πλασμάτων παγιδευμένων σε κεχριμπάρι. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θέλει να ευαισθητοποιήσει το κοινό για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττει η στρατιωτική κυβέρνηση, η οποία επωφελείται από τη βιομηχανία εξόρυξης. Ορισμένες εταιρείες κοσμημάτων αρνούνται να αγοράσουν πολύτιμους λίθους που εξορύσσονται εκεί και κάποιοι επιστήμονες αρνούνται να μελετήσουν δείγματα από τη χώρα αυτή.
ΠΗΓΗ: Live Science