Γράφει ο Ζαχαρίας Λουδάρος
Όποια στιγμή δοκιμάζεται η χώρα από κάποιο ακραίο φαινόμενο, φυσικό ή άλλο, αδυνατεί ν’ ανταποκριθεί στην πρόκληση και παραδίδεται ηττημένη. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει, αυτή είναι η αλήθεια. Τώρα ήταν μια μεγάλη πυρκαγιά, χθες μια μεγάλη πλημμύρα, αύριο ένας σεισμός.
Ο πλανήτης έτσι κι αλλιώς έχει μπει στη ζώνη των ακραίων φαινομένων. Αλλά μήπως δεν είναι ακραίο φαινόμενο να κρατούνται δύο Έλληνες στρατιωτικοί στις φυλακές «χώρας – συμμάχου» στο ΝΑΤΟ; Το να πλημμυρίζουν τα νησιά με απεγνωσμένους πρόσφυγες δεν είναι μια ακραία κατάσταση; Αλλά και ο τρόπος που χρεοκόπησε η χώρα, χάθηκαν περιουσίες και εξαπλώθηκε η φτώχεια δεν ήταν μια πρωτοφανής ακρότητα;
Η ιστορία είναι η κρίση της ιστορίας. Όταν επί δεκαετίες συντηρείς κι αναπαράγεις ένα άρρωστο κράτος είναι αναμενόμενο σε κάθε δύσκολη στιγμή να μην καταφέρνει να επιτελέσει το ρόλο του, ο οποίος υποτίθεται πως είναι η προστασία της ζωής και της περιουσίας, υλικής και άυλης, των πολιτών του. Συμβαίνει συνεχώς και συμβαίνει όλο και πιο συχνά πλέον, καθώς οι δύσκολες στιγμές αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο σ’ ένα ραγδαία μεταλλασσόμενο φυσικό περιβάλλον, λόγω των κλιματικών αλλαγών και σ’ ένα ασταθές παγκόσμιο πολιτικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο οι παλιές ισορροπίες δεν υφίστανται πλέον και οι νέες δεν έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί.
Η Ελλάδα μοιάζει όλο και περισσότερο με καρυδότσουφλο στη δίνη φυσικών και ιστορικών ακραίων φαινομένων. Προφανώς δεν είναι μια πρόκληση που αντιμετωπίζει μόνον η Ελλάδα, αλλά εμάς η Ελλάδα θα πρέπει να μας ενδιαφέρει διότι στο τέλος της ημέρας απ’ αυτήν εξαρτάται αν θα επιβιώσουμε πηγαίνοντας να κάνουμε ένα μπάνιο στο Μάτι.
Αντί μιας προβληματικής που θα ενσωμάτωνε ως στρατηγικό ερώτημα το ρόλο και την αποστολή του κράτους στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς, εξακολουθούμε να γινόμαστε μάρτυρες της αβάσταχτης «παιδικότητας» που μας χαρακτηρίζει και να παίζουμε την «κολοκυθιά» των ευθυνών, με όρους μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, πάνω από τις στάχτες των νεκρών.
Αν καταλήξαμε ως κοινωνία να είμαστε ειλικρινείς μόνο στις προσωπικές ύβρεις, τότε τα χειρότερα δεν τα έχουμε δει ακόμη. Οι απειλές πάντα ασύμμετρες θα είναι από δω και πέρα. Το ζήτημα είναι να καταφέρουμε κάτι περισσότερο από το να αναλαμβάνει ο εκάστοτε πρωθυπουργός τις πολιτικές ευθύνες του και να αποχωρεί από το προσκήνιο. Για να πάρει τη σκυτάλη ο επόμενος και να συνεχίσει να είναι όμηρος της ίδιας κακοδαιμονίας, στο βαθμό που αδυνατεί να υπερβεί την κομματική περιχαράκωσή του για να γίνει αληθινός εθνικός ηγέτης.
Το να μας «έχουν στο μάτι» οι «άλλοι», είναι η πιο συνηθισμένη δικαιολογία για την αδυναμία μας να γίνουμε αυτό που μπορούμε να είμαστε.