Γράφει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος
Αυτές οι εκλογές, αγαπητέ αναγνώστη, αποτελούν άλλο κόλπο σε σχέση με όλες τις προηγούμενες της μεταπολίτευσης και απαιτούν διαφορετικό κόλπο για να κερδηθούν.
Νικητής θα είναι το κόμμα ή τα κόμματα που θα καταφέρουν να βάλουν τους έλληνες τηλεθεατές να συζητήσουν το μήνυμα της τρόικας, ανατρέποντας ταυτόχρονα φαντασιακά το νόημα του μηνύματος!
Αν καταφέρεις να δείξεις πως το κεντρικό μήνυμα της τρόικας που αφορά ασφαλώς στο «πάση θυσία παραμονή στο ευρώ» για την σωτηρία της χώρας, μπορεί να ερμηνευθεί με διαφορετικούς τρόπους… καθάρισες!
Αυτή την στιγμή τα ηλεκτρονικά κυρίως ΜΜΕ στην Ελλάδα βρίσκονται σε ένα μοναδικό στην ιστορία τους κενό πολιτικής. Εμφανίζονται αδύναμα στρατηγικώς να ορίσουν αυτά ως αυθεντικές πηγές της κοινής γνώμης, το μήνυμα της τρόικας για την επόμενη μέρα των εκλογών. Από την άλλη πλευρά οι θεσμοί της τρόικας θα προτιμούσαν να αποφύγουν να ορίσουν ρητά αυτό το μήνυμα για να αφήσουν όλα τα ενδεχόμενα που αφορούν στη σχέση της Ελλάδας με την ευρωζώνη, ανοιχτά. Εάν εσύ, λοιπόν, ως κόμμα πετύχεις με την παρουσία σου στα κανάλια να κατευθύνεις τον σχολιασμό ενός αόριστου μηνύματος, το οποίο κινείται γενικά στην περιοχή του «πάση θυσία παραμονή στο ευρώ», κέρδισες.
Αυτό σημαίνει πως η Λαϊκή Ενότητα δεν έχει καμία τύχη αν βρεθεί στο ίδιο τηλεοπτικό πλατό με τον μνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ; Όχι, δεν σημαίνει αυτό. Σημαίνει πως στο βαθμό που οι τηλεοπτικοί όροι διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα διαμορφωθούν στο πλαίσιο ενός φαντασιακού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, τότε νικητής θα είναι αυτός που θα σχολιάσει με μεγαλύτερη επάρκεια, όχι ακριβώς το μήνυμα που προκύπτει από την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου στην πράξη, αλλά το μήνυμα από τον μονόδρομο ένταξης της εθνικής μας οικονομίας και κοινωνίας στις μνημονιακές πολιτικές.
Το σχόλιο αυτό αφορά στην ανάγκη παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη, στην ανάγκη υποταγής στον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό των μνημονίων για την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη, ή μήπως στην ανάγκη αποδέσμευσης και από το ένα και από το άλλο για να αναπτυχθεί η πιθανότητα άσκησης μίας εθνικής πολιτικής με κοινωνικά κριτήρια;
Σε τίποτα από αυτά ακριβώς. Αφορά σε ένα νέο κώδικα ερμηνείας του τι είναι μνημονιακό και τι είναι αντιμνημονιακό, ο οποίος αποκρυσταλλώνεται εντός ενός απολύτως θολού περιβάλλοντος που μικρή σχέση έχει με την δημιουργική ασάφεια στον σχηματισμό ή ανασχηματισμό ενός μηνύματος. Για να πραγματοποιηθεί αυτό ουσιαστικά πρέπει να αλλάξεις όχι την πηγή του μηνύματος, ούτε καν το μέσο μετάδοσής του, αλλά την αναφερόμενη ταυτότητα αυτού καθ’ εαυτού του αποδέκτη του μηνύματος. Καταλήγουμε, λοιπόν, σύμφωνα με την άποψή μου, αναφερόμενοι στην αλλαγή του κώδικα σχεδιασμού των μνημονίων και του «πάση θυσία το ευρώ», να επιδιώκουμε την ριζική μεταβολή της ίδιας της αναφερόμενης ταυτότητας του ελληνικού λαού, ως φαντασιακή πολιτική κοινότητα της Ευρώπης.
Πάνω σε αυτό θα δοθεί η μάχη και θα κριθεί ο νικητής των εκλογών. Αυτό θα είχε αποφευχθεί αν αυτοί που προσδοκούν η επόμενη Βουλή να είναι λαϊκή και πραγματικά αντιμνημονιακή, είχαν αντιληφθεί τι γράφω επί τόσα χρόνια αναπτύσσοντας την σύνθεση του κοινωνικού κονστρουξιονισμού με την βιοοικονομία και είχαν επιδοθεί σε έναν πολιτισμικό ανταρτοπόλεμο από πόρτα σε πόρτα στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας τα στούντιο της τηλεόρασης.
Δεν το έπραξαν και τώρα δεν αποκλείεται η επόμενη βουλή, ενώ θα εμφανίζεται να είναι λαϊκή και αντιμνημονιακή, να δώσει μία κυβέρνηση αυθεντικά μνημονιακή και αντιλαϊκή, επειδή ακριβώς συνεχίζεται η σύγχυση που αφορά στην σχέση της δημοκρατίας με την οικονομία. Επειδή η βιοοικονομία δεν αποτελεί, δυστυχώς, ως σύστημα στοχασμού και αρχών τον ερμηνευτικό κώδικα των σχολιαστών των μνημονίων και της τρόικας. Επειδή εκτός από τους κεντροδεξιούς και τους κεντροαριστερούς καί τα δύο στρατόπεδα του ΣΥΡΙΖΑ που θα συγκρουστούν στα τηλεοπτικά πλατό, φαίνεται να μην μπορούν να αντιληφθούν και να ορίσουν την εθνική μας οικονομία σαν μια επιστήμη της ζωής κοντινή με την βιολογία μάλλον, παρά με την μηχανική.
Αν το δοκίμαζαν θα διαπίστωναν πως δεν υπάρχει καμία αντίφαση μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και δημοκρατικότητας στην Ελλάδα. Αν το δοκίμαζαν, ο έλληνας τηλεθεατής θα είχε υπερβεί το χυδαίο δίλημμα που τον εγκλωβίζει διαρκώς και περισσότερο σε μία μορφή πολιτικής παραλυσίας: Ευρώ ή δραχμή; Αυτό που θα έπρεπε να σχολιάζεται είναι η πολιτική που διαμορφώνει αυτό το δίλημμα και όχι αυτό καθ’ εαυτό ετούτο το ψευτοδίλημμα…!