Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Οι καταθέτες κάνουν υπομονή – η… στωικότητά τους είναι εντυπωσιακή, λένε ανακουφισμένα κυβερνητικά στελέχη. Ωστόσο, κι αυτό το «θαύμα» φτάνει στο τέλος του. Τη Δευτέρα οι εκροές έφτασαν τα 300 εκατ. ευρώ (δεν συνυπολογίζονται οι αναλήψεις από το Δημόσιο, που ανήλθαν σε άλλα 300 εκατ. ευρώ περίπου), την Τρίτη αυξήθηκαν σε 400 εκατ. ευρώ και χθες Τετάρτη ξεπέρασαν τα 820 εκατ. ευρώ. Αν το Eurogroup… επανεκδώσει και περιβάλει με το κύρος επίσημης απόφασης το τελεσίγραφο των δανειστών, τότε τα πράγματα θα είναι πραγματικά δύσκολα.
Η «στωικότητα» των καταθετών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στο γεγονός ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι τραπεζικοί λογαριασμοί έχουν υπόλοιπο κάτω από 10.000 ευρώ – όλοι αυτοί και να ήθελαν δεν έχουν τρόπο να βγάλουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό και προς το παρόν δεν θέλουν να τα βάλουν κάτω από τα στρώματα…
Τα στοιχεία της ΤτΕ, πάντως, δείχνουν ότι το τελευταίο διάστημα μπήκαν στο χορό των αναλήψεων και οι μικροκαταθέτες, αλλά το σημαντικότερο τμήμα αυτών των αναλήψεων παραμένει εντός της χώρας. Επίσης, μια ένδειξη ότι η «στωικότητα» αρχίζει να υποχωρεί ακόμη και σε αυτούς που δεν έχουν να χάσουν πολλά, είναι ότι διευρύνονται οι απώλειες από προθεσμιακές καταθέσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση «αποτάσσεται μετά βδελυγμίας» την ιδέα για λήψη μέτρων περιορισμού στις αναλήψεις και γενικότερα στην κίνηση κεφαλαίων (φυγή στο εξωτερικό) για προφανείς πολιτικούς λόγους: Πρώτο, για να μην τροφοδοτήσει επισήμως το κλίμα ανησυχίας και εντείνει τις τάσεις φυγής. Δεύτερο, και πολύ σημαντικότερο, για να μην οριστικοποιήσει το κλίμα ρήξης με τους δανειστές.
Όμως ακριβώς εδώ είναι το «κλειδί» του προβλήματος: Αν το «πάγωμα» των διαπραγματεύσεων παραταθεί και πλησιάζουμε την 30ή Ιουνίου, αν οι δανειστές δεν υποχωρούν (το μακράν πιο πιθανό σενάριο), τότε ποιος θα συγκρατήσει τις τάσεις φυγής των καταθέσεων για να μην πάρουν μαζικό χαρακτήρα;
Τότε το δίλημμα θα προκύψει αμείλικτο: ποιος θα πάρει πρώτος τα capital controls; Η ελληνική κυβέρνηση (ο πλειοψηφούν μέτοχος, άρα και το «αφεντικό» των ελληνικών τραπεζών) ή ο Ντράγκι (ο εποπτεύων των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μηχανισμού εποπτείας); Πάντως, το να συνεχίσει σε συνθήκες μαζικής φυγής των καταθέσεων ο Μάριο Ντράγκι να «μπαλώνει» το πρόβλημα αυξάνοντας το όριο του ELA, αποκλείεται για πολλούς και διάφορους λόγους.
Τι θα πράξει τότε η ελληνική κυβέρνηση; Θα συνεχίσει στη στρατηγική της «παθητικής ρήξης», αφήνοντας τον κ. Ντράγκι να πάρει τα capital controls ή θα πάρει αυτή την υπόθεση στα χέρια της;
Για την ώρα, σε κυβερνητικό επίπεδο δεν θέλουν ούτε καν αν σκέφτονται αυτό το δίλημμα. Όμως, όταν από τη σημερινή «προσομοίωση ρήξης» περάσουμε στην πραγματικότητα μιας επικείμενης «πραγματικής» ρήξης, το δίλημμα θα γίνει οξύτατο.
Αν πάντως θέλουμε να διακρίνουμε το σημείο όπου τα πράγματα θα γίνουν πραγματικά σοβαρά, αυτό θα είναι ακριβώς όταν τεθεί και απαντηθεί το δίλημμα ποιος θα πάρει τα capital controls, ο κ. Ντράγκι ή η ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι τότε μπορούμε να μιλάμε για «πόλεμο κινήσεων» σε επικοινωνιακό και «διπλωματικό» επίπεδο…
Για την κυβέρνηση, αυτό μεταφράζεται στο εξής: η αξιοπιστία της όσον φορά τις διακηρύξεις ότι «δεν μπλοφάρουμε», «θέλουμε συμφωνία αλλά είμαστε έτοιμοι και για τη ρήξη», σύντομα θα κριθεί ακριβώς στο αν έχει τα «κότσια» να πάρει αυτή τα capital controls, δηλαδή τον πλήρη έλεγχο του τραπεζικού συστήματος…