Επειδή για να ξαναδημιουργηθούν το 1,5 εκατ. θέσεις εργασίας που κατέστρεψε η μνημονιακή πολιτική χρειάζεται πολύς χρόνος και ακόμη περισσότερα δισεκατομμύρια,
επειδή η μόνη διέξοδος για όλους αυτούς είναι το ελεύθερο επάγγελμα,
επειδή η άσκηση οιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας προϋποθέτει δαπάνες,
επειδή με τα νέα μέτρα η μόνη δαπάνη που θα αφαιρείται από τα ακαθάριστα έσοδα των επαγγελματιών είναι οι ασφαλιστικές εισφορές,
επειδή το χρεοκοπημένο κράτος αύξησε το τέλος επιτηδεύματος στα 650 ευρώ το χρόνο
και επειδή αυτή η πολιτική, αντί να επιδιώκει την ένταξη του ελεύθερου επαγγελματία στην επίσημη οικονομία τον σπρώχνει στην μαύρη αγορά,
τώρα που καταργείται η θεώρηση βιβλίων, θα έπρεπε να αναγνωρίζονται τα πραγματικά έξοδα άσκησης επιτηδεύματος, δηλαδή, έξοδα κίνησης (ταξί, πάρκινγκ, βενζίνες, εισητήρια), έξοδα έδρας (φως, νερό, τηλέφωνο, ίντερνετ, κινητό, έξοδα γραμματείας κλπ) και όσα άλλα έξοδα κρίνει ο ασκών το επάγγελμα πως είναι δαπάνες (ενημέρωση, συνδρομές, βιβλία κλπ).
Η αναγνώριση των πραγματικών εξόδων του επαγγελματία θα μειώσει τη φοροδιαφυγή, γιατί αυτός θα προσκομίζει όσο το δυνατό περισσότερες αποδείξεις δαπανών. Αυτή θα ήταν μια πραγματική μεταρρύθμιση, όχι η ποινικοποίηση της άσκησης επαγγέλματος που είναι και αντισυνταγματική.