Η βιοϊατρική καινοτομία μπήκε σε νέα εποχή κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 με την ραγδαία ανάπτυξη των εμβολίων κατά του κορονοϊού. Ωστόσο, οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες εξακολουθούν να διατηρούν το μονοπώλιο χάρη στην διαδικασία αδειοδότησης των φαρμάκων. Αυτό εμποδίζει άλλες οντότητες να κατασκευάζουν γενόσημα και περιορίζει σημαντικά την εμβέλεια των σωτήριων φαρμάκων, ιδίως στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (LMIC).
Η Lucy Xiaolu Wang είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικών των Πόρων του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης και μελετά την καινοτομία και την ψηφιοποίηση στην υγειονομική περίθαλψη.
«Μεγάλωσα σε μια αναπτυσσόμενη περιοχή της Κίνας με περιορισμένη πρόσβαση σε φάρμακα, οπότε με ενδιαφέρουν οι θεσμικές καινοτομίες που διευκολύνουν την πρόσβαση σε αυτά», αναφέρει στο άρθρο της που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο The Conversation.
Η δεξαμενή πατεντών φαρμάκων είναι μια τέτοια καινοτομία καθώς οι φορείς πληρώνουν μόνο ένα μικρό ποσό για να εξασφαλίσουν την άδεια παραγωγής και διανομής όλων των θεραπειών που καλύπτει. Στην πρόσφατη έρευνά της, η Wang διαπίστωσε ότι μια δεξαμενή πατεντών μπορεί να προωθήσει όχι μόνο την πρόσβαση σε γενόσημα φάρμακα στις χώρες με υψηλό ποσοστό φτώχειας, αλλά και την καινοτομία.
Για να δώσουν κίνητρα για τη μεταφορά τεχνολογίας σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, τα κράτη μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου υπέγραψαν το 1995 την Συμφωνία για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου, γνωστή ως TRIPS, η οποία καλύπτει καθετί που έχει σχέση με τη διανοητική ιδιοκτησία. Σύμφωνα με την TRIPS, οι κυβερνήσεις και οι κατασκευαστές γενόσημων φαρμάκων σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος μπορούν να παραβιάζουν ή να ακυρώνουν πατέντες για να μειώσουν τις τιμές των πατενταρισμένων φαρμάκων, υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Η Διακήρυξη της Ντόχα το 2001 αποσαφήνισε το πεδίο εφαρμογής της TRIPS, τονίζοντας ότι οι κανονισμοί για τις πατέντες δεν πρέπει να εμποδίζουν την πρόσβαση στα φάρμακα κατά τη διάρκεια κρίσεων δημόσιας υγείας. Επίσης, επέτρεψε την υποχρεωτική αδειοδότηση ή την παραγωγή πατενταρισμένων προϊόντων ή διαδικασιών χωρίς τη συγκατάθεση του κατόχου της πατέντας.
Παρόλο που η TRIPS επιδιώκει να εξισορροπήσει τα κίνητρα για καινοτομία με την πρόσβαση σε πατενταρισμένες τεχνολογίες, τα προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται. Τα κοκτέιλ φαρμάκων, για παράδειγμα, μπορεί να περιέχουν πολλαπλές πατενταρισμένες ενώσεις, καθεμία από τις οποίες μπορεί να ανήκει σε διαφορετικές εταιρείες. Οι θεραπείες για χρόνιες παθήσεις που απαιτούν σταθερή και φθηνή προμήθεια γενόσημων φαρμάκων επίσης αποτελούν πρόκληση, καθώς το κόστος είναι συχνά μεγάλο για τους ασθενείς που ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Μια λύση σε αυτά τα ζητήματα πρόσβασης είναι οι δεξαμενές πατεντών. Σε αντίθεση με τη σημερινή αποκεντρωμένη αγορά αδειοδότησης, όπου κάθε κάτοχος τεχνολογίας διαπραγματεύεται ξεχωριστά με κάθε δυνητικό κάτοχο πατέντας, στην περίπτωση της δεξαμενής, οι δικαιοδόχοι μπορούν να αποκτήσουν τα δικαιώματα για πολλές πατέντες ταυτόχρονα.
Η δεξαμενή πατεντών φαρμάκων
Παρά τις πολλές προκλήσεις, το 2010 ιδρύθηκε η πρώτη δεξαμενή πατεντών με την υποστήριξη των Ηνωμένων Εθνών και της Unitaid. Η δεξαμενή πατεντών Medicines Patent Pool (MPP) έχει ως στόχο να προωθήσει την αδειοδότηση γενόσημων φαρμάκων που θεραπεύουν ασθένειες οι οποίες πλήττουν δυσανάλογα τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Αρχικά, η MPP κάλυπτε μόνο φάρμακα για τον ιό HIV, αλλά αργότερα επεκτάθηκε ώστε να συμπεριλάβει φάρμακα για την ηπατίτιδα C και τη φυματίωση, και, πιο πρόσφατα, θεραπείες και τεχνολογίες για την αντιμετώπιση του Covid-19.
Έχει βελτιώσει την πρόσβαση στα φάρμακα η MPP;
Η Wang επιδίωξε να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο η δεξαμενή επηρέασε τη διανομή γενοσήμων φαρμάκων σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, καθώς και τη βιοϊατρική έρευνα και ανάπτυξη στις Η.Π.Α. Η ερευνήτρια συνέλεξε δεδομένα σχετικά με τις συμβάσεις αδειοδότησης φαρμάκων, τις προμήθειες, τις δημόσιες και ιδιωτικές πατέντες και άλλες οικονομικές μεταβλητές από περισσότερες από 100 χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Για να αναλύσει την επιρροή της δεξαμενής στη φαρμακευτική καινοτομία, εξέτασε δεδομένα σχετικά με νέες κλινικές δοκιμές και εγκρίσεις νέων φαρμάκων κατά την περίοδο αυτή. Τα δεδομένα αυτά καλύπτουν την περίοδο 2000-2017.
Η επιστήμονας διαπίστωσε αύξηση κατά 7% του μεριδίου των γενοσήμων φαρμάκων που προμηθεύτηκαν οι χώρες χαμηλού εισοδήματος. Οι αυξήσεις ήταν μεγαλύτερες σε χώρες όπου τα φάρμακα είναι κατοχυρωμένα με πατέντα και σε χώρες εκτός της υποσαχάριας Αφρικής, όπου το βασικό μερίδιο γενοσήμων είναι χαμηλότερο και μπορούν να επωφεληθούν περισσότερο από την αδειοδότηση.
Η Wang διαπίστωσε επίσης ότι η δεξαμενή δημιούργησε θετικά δευτερογενή αποτελέσματα στην καινοτομία. Οι εταιρείες που δεν συμμετείχαν στη δεξαμενή αύξησαν τον αριθμό των κλινικών δοκιμών των κοκτέιλ φαρμάκων που περιλάμβαναν ενώσεις της MPP, ενώ οι εταιρείες επώνυμων φαρμάκων που δεν συμμετείχαν, εστίασαν την ερευνά τους στην ανάπτυξη νέων ενώσεων. Αυτό υποδηλώνει ότι η δεξαμενή επέτρεψε στις επιχειρήσεις να διερευνήσουν νέους και καλύτερους τρόπους χρήσης των φαρμάκων της MPP σε νέους πληθυσμούς ή να χρησιμοποιήσουν διαφορετικούς θεραπευτικούς συνδυασμούς, ενώ οι επώνυμες επιχειρήσεις που συμμετείχαν στη δεξαμενή, μπορούσαν να δαπανήσουν περισσότερους πόρους για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων.
Από τον Μάιο του 2020, η MPP έχει γίνει βασικός εταίρος της Δεξαμενής Τεχνολογικής Πρόσβασης Covid-19 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η οποία εργάζεται για την προώθηση της δίκαιης και προσιτής πρόσβασης σε προϊόντα υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η MPP όχι μόνο έχει καταστήσει την αδειοδότηση για τα φάρμακα κατά του Covid-19 πιο προσιτή σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αλλά έχει επίσης συμβάλει στη δημιουργία ενός κόμβου μεταφοράς τεχνολογίας εμβολίων mRNA στη Νότια Αφρική για την παροχή της τεχνολογικής κατάρτισης που απαιτείται για την ανάπτυξη και την πώληση φαρμάκων που θεραπεύουν την πάθηση.
Στο άρθρο της, η ερευνήτρια επισημαίνει πως ακόμα παραμένουν αρκετά ερωτήματα σχετικά με τον βέλτιστο τρόπο χρήσης θεσμών αδειοδότησης όπως η MPP για την αύξηση της πρόσβασης σε γενόσημα φάρμακα, χωρίς όμως να μειώνεται το κίνητρο για καινοτομία. Ωστόσο, η MPP αποδεικνύει ότι τα συμφέροντα των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών μπορούν να ευθυγραμμιστούν με αυτά των κατασκευαστών γενοσήμων φαρμάκων, ώστε να σωθούν περισσότερες ζωές στις αναπτυσσόμενες χώρες.
ΠΗΓΗ: The Conversation