Το δρόμο για τη φυλακή πήρε η Ρούλα Πισπιρίγκου μετά την απολογία της, με την 33χρονη κατηγορούμενη για ανθρωποκτονία από πρόθεση της 9χρονης κόρης της Τζωρτζίνας να κρίνεται προφυλακιστέα με σύμφωνη γνώμη της ανακρίτριας και του εισαγγελέα.
Κατά την έξοδό τους από την ανακρίτρια οι δικηγόροι της Ρούλας Πισπιρίγκου προχώρησαν σε δηλώσεις, στις οποίες επισήμαναν ότι η πελάτισσά τους «αρνείται τα πάντα».
«Μετά από μια ανακριτική διαδικασία που διήρκησε πάνω από 9 ώρες η κατηγορουμένη εξέθεσε τη θέση της σε σχέση με την κατηγορία. Αρνείται τα πάντα. Δεν πρόκειται ποτέ όπως δηλώνει, να δεχθεί ποτέ ότι αφαίρεσε τη ζωή των παιδιών της. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Οθωνας Παπαδόπουλος.
Και πρόσθεσε: «Προβάλει επιχειρήματα και ερωτήματα τα οποία δεν βρήκαν ούτε και σήμερα πειστική απάντηση. Είναι μια δικογραφία που αφήνει κάποια κενά. Σεβόμαστε απόλυτα την απόφαση των αρμόδιων ανακριτικών και εισαγγελικών αρχών. Θα συνεχίζουμε να κάνουμε την προσπάθεια μας για να βρούμε καταρχήν την προέλευση της κεταμίνης που προκάλεσε το θάνατο της μικρής Τζωρτζίνας. Σύμφωνα με την κατηγορουμένη και εντολέα μου, η προέλευση της ποσότητας θα μας δείξει και ποιος έχει κάνει την πράξη. Υποβάλαμε αίτημα να ζητηθεί έγγραφη απάντηση από το νοσοκομείο Παίδων σχετικά με το αν υπάρχει διαθέσιμη τελικά αυτή η φαρμακευτική ουσία στο συγκεκριμένο νοσοκομείο».
Τι ισχυρίστηκε
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κατηγορούμενη ισχυρίζεται πως ο θάνατος της Τζωρτζίνας οφείλεται πιθανότατα σε ιατρικό λάθος, επιρρίπτοντας ευθύνη για τη θανατηφόρα ποσότητα κεταμίνης στους γιατρούς που έκαναν ανάνηψη στο παιδί το μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου 2022 οπότε και κατέληξε.
«Αρνούμαι στο σύνολό της την αποδιδόμενη σε μένα κατηγορία, ποτέ δεν επιδίωξα, επιθύμησα ή προκάλεσα το θάνατο του παιδιού μου» αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες, στο υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια η 33χρονη και προσθέτει: «Καμιά μητέρα δεν μπορεί να κάνει κακό στο ίδιο της το παιδί».
Αναφερόμενη στην Τζωρτζίνα, για την οποία κατηγορείται ότι την δολοφόνησε με μεγάλη δόση κεταμίνης, η κατηγορουμένη σημειώνει πως η 9χρονη ήταν το πρώτο της παιδί και αποτελούσε τη μεγάλη της αδυναμία.
Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Ο θάνατος της Τζωρτζίνας που ακολούθησε τα τραγικά περιστατικά που είχαν λάβει χώρα σε βάρος των δύο άλλων παιδιών τα οποία είχαν νωρίτερα χάσει τη ζωή τους από άλλες αιτίες, ήρθε ως τελειωτικό χτύπημα για μένα, ενώ αποτελούσε και το τελειωτικό χτύπημα σε βάρος της οικογένειάς μου, η ενότητα της οποίας άρχισε μετά από τα ανωτέρω τραγικά γεγονότα να κλυδωνίζεται μέχρι σημείου να έχει σήμερα σχεδόν διαλυθεί οριστικά».
Αναφερόμενη στο σε βάρος της κατηγορητήριο, η Ρούλα Πισπιρίγκου κάνει λόγο για «τυχαία στοιχεία» στα οποία -όπως λέει- βασίζεται η κατηγορία.
Υποστηρίζει, δε, ότι ως μητέρα της Τζωρτζίνας, εκείνη όφειλε να είναι η συνοδός της στο νοσοκομείο και αντικρούοντας τις αιτιάσεις του κατηγορητηρίου, που ήθελαν τη μικρή Τζωρτζίνα να παθαίνει όλα τα επεισόδια πάντοτε εκτός ΜΕΘ και με την ίδια να είναι μαζί της, η 33χρονη φέρεται να απαντά ότι αυτό συνέβη, επειδή ο χρόνος νοσηλείας στις ΜΕΘ κάθε νοσοκομείου ήταν συγκριτικά ελάχιστος σε σχέση με τον χρόνο νοσηλείας στο θάλαμο της κάθε παιδιατρικής κλινικής.
Οι ισχυρισμοί της, ωστόσο, δεν έπεισαν ανακρίτρια και εισαγγελέα οι οποίοι συναποφάσισαν μετά το τέλος της απολογητικής διαδικασίας ότι η γυναίκα, σε βάρος της οποίας εκδόθηκε την Τετάρτη ένταλμα σύλληψης, είναι επικίνδυνη για τη διάπραξη νέων αδικημάτων και πρέπει να κρατηθεί προσωρινά.
Τα στοιχεία της δικογραφίας που την «καίνε»
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται συγκλονιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ο θάνατος της 9χρονης Τζωρτζίνας είχε επί της ουσίας… προαναγγελθεί μία ημέρα πριν από την ίδια της τη μητέρα στους γιατρούς.
«Αυτά τα επεισόδια που είδατε δεν είναι τίποτα. Το μεγάλο επεισόδιο δεν το έχει κάνει ακόμα». Με τα λόγια αυτά, η Ρούλα Πισπιρίγκου προανήγγειλε στους γιατρούς το θάνατο του παιδιού της, μία ημέρα νωρίτερα αιφνιδιάζοντας τόσο το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου, καθώς τα ευρήματά τους δεν οδηγούσαν σε κανένα νέο μεγάλο επεισόδιο, το οποίο θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του παιδιού.
Η ψυχραιμία αυτή της μητέρας της μικρής Τζωρτζίνας αποτυπώθηκε στη μνήμη των μαρτύρων, οι οποίοι εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προανακριτικής διαδικασίας. Το εντυπωσιακό είναι μάλιστα, όπως είπαν, ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που η γυναίκα αυτή αντιμετώπιζε με την ίδια ψυχραιμία ζητήματα που αφορούσαν στην πορεία της υγείας του παιδιού της.
Όσοι άλλωστε συμμετείχαν στην προσπάθεια να κρατήσουν στη ζωή την άτυχη Τζωρτζίνα θυμούνται πως «όταν εκδηλώθηκε το τελευταίο επεισόδιο, εκείνη ήταν ψύχραιμη κατά τη διάρκεια των απεγνωσμένων προσπαθειών των γιατρών να σώσουν το παιδί».
Από τα στοιχεία της προανακριτικής δικογραφίας, όμως, προκύπτει και η «μεθοδικότητα» που χαρακτήριζε τη συμπεριφορά της Ρούλας Πισπιρίγκου, όλο το διάστημα της νοσηλείας του παιδιού, φροντίζοντας να παραμείνει σε μονόκλινο δωμάτιο, η αγωνία της να πληροφορηθεί τεχνηέντως αν υπάρχουν κάμερες σε αυτό ενώ παράλληλα, είχε αναλάβει η ίδια τη σίτιση του επικαλούμενη ότι είχε γνώσεις και μπορούσε να σιτίσει το παιδί της, το οποίο είχε γαστροστομία.
Η Πισπιρίγκου δήλωσε ότι γνώριζε να χορηγεί τα φάρμακα από τη γαστροστομία και γι’ αυτό αποφασίστηκε να τα δίνει η ίδια στο παιδί.
Μέσα στο νοσοκομείο το παιδί παρουσίασε νέα επεισόδια και εξαιτίας αυτών δόθηκε εντολή στο νοσηλευτικό προσωπικό να σταματήσει την χορήγηση των φαρμάκων η Πισπιρίγκου αλλά να το κάνει αποκλειστικά η νοσοκόμα.
Σημειώνεται ότι στις 27 Ιανουαρίου του 2022 αποχώρησε ο πατέρας και έμεινε μόνον η Πισπιρίγκου μέχρι και το θάνατο της, τονίζεται χαρακτηριστικά στο διαβιβαστικό της Αστυνομία.
Η 33χρονη μητέρα η οποία βρισκόταν πάντα δίπλα στη μικρή Τζωρτζίνα, όπως σημειώνουν γιατροί και νοσηλευτές, έμεινε ατάραχη ακόμη και όταν εκδηλώθηκε το τελευταίο επεισόδιο στην 9χρονη, στις 29 Ιανουαρίου. «Λίγο πριν από τις 2.30 μία απο τις νοσηλεύτριες αντιλαμβάνεται την Πισπιρίγκου να πλησιάζει περπατώντας προς το γραφείο νοσηλείας σαν να έψαχνε κάποιον νοσηλευτή.
» Ο τρόπος που περπατούσε και το γεγονός ότι δεν καλούσε σε βοήθεια έδωσαν στη νοσηλεύτρια την εντύπωση ότι θα ζητούσε κάποιο σεντόνι η κάτι άλλο.
» Πλησιάζοντας τη νοσηλεύτρια της είπε κάτι χαμηλόφωνα που εκείνη δεν το άκουσε και δεν το κατάλαβε. Οταν η νοσηλεύτρια κατάλαβε ότι το παιδί έκανε πάλι επεισόδιο ενημέρωσε την γιατρό που εφημέρευε και σε δευτερόλεπτα βρέθηκαν στο θάλαμο του παιδιού.
» Κατά την είσοδό τους στο θάλαμο, είδαν το παιδί είχε κυάνωση, ήταν απνοικό και τόσο η γιατρός όσο και η νοσηλεύτρια παρατήρησαν ότι το οξύμετρο που ήταν συνδεδεμένο με το παιδί δεν ακουγόταν, ο χαρακτηριστικός ήχος που κάνει, όταν πέσουν οι σφιγμοί του παιδιού. Το παιδί διασωληνώθηκε και πάλι και λίγο αργότερα 15.50 κατέληξε».
Αρνητικές οι γονιδιακές εξετάσεις
Από τις εξετάσεις που έγιναν πάντως στη Τζωρτζίνα για τα γονίδια και τον εξειδικευμένο γενετικό έλεγχο, εξετάστηκαν όλα τα σύνδρομα που προκαλούν αιφνίδιο θάνατο και το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό.
«Θανατηφόρος δηλητηρίαση από κεταμίνη»
Σύμφωνα με την τοξικολογική έκθεση, ο θάνατος της Τζωρτζίνας «επήλθε συνέπεια θανατηφόρου δηλητηρίασης από φαρμακευτική ουσία. Στο μεταθανάτιο αίμα της διαπιστώθηκε κεταμίνη σε πολύ υψηλή συγκέντρωση 6,5 ml ανά ml». Ο χρόνος, δε, που χρειάστηκε για να δράσει η κεταμίνη είναι από 5 ως 20 λεπτά.
Η πορεία προς το θάνατο
Είναι χαρακτηριστικό πάντως πως όλα τα επεισόδια της Τζωρτζίνας σημειώνονταν όταν το παιδί ήταν στο δωμάτιο και όχι στη ΜΕΘ.
Συγκεκριμένα, αναφέρθηκαν διάφορα επεισόδια που έκανε το παιδί, συνολικά εννιά τα οποία και αντιμετωπίστηκαν από τους γιατρούς. Τα επεισόδια αυτά χαρακτηρίζονται αιφνίδια και μάλιστα σε δύο από αυτά ενεργοποιήθηκε ο βηματοδότης.