Όποιος έχει φάει χαλασμένο φαγητό, οπωσδήποτε θυμάται εκείνο το αρχικό συναίσθημα αδιαθεσίας που προμηνύει επικείμενες δυσάρεστες εξελίξεις.
Τα βακτήρια απελευθερώνουν τοξίνες που με την σειρά τους ξεκινούν τη διαδικασία του οργανισμού για ταχεία εκκένωση του περιεχομένου του στομαχιού. Πρόκειται για ένα είδος μηχανισμού προστασίας- το να απαλλαγούμε μαζικά από «εισβολείς» είναι μάλλον χρήσιμο μακροπρόθεσμα, ακόμη και αν είναι δυσάρεστο βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο παραμένει σχεδόν μυστήριο πώς ακριβώς ο εγκέφαλος λαμβάνει το σήμα συναγερμού, και στη συνέχεια στέλνει άλλο σήμα για να πει στο στομάχι να ξεκινήσει τη διαδικασία εμετού.
Μια δυνητικά πιθανή τροφική δηλητηρίαση δεν είναι ο μόνος λόγος για να κατανοήσει κανείς το συγκεκριμένο νευρολογικό μονοπάτι. Η κατανόηση του τρόπου αντιμετώπισης θα μπορούσε να χρησιμεύσει επίσης σε ανθρώπους που παθαίνουν ναυτία, η οποία προκαλείται από φάρμακα χημειοθεραπείας-και όχι μόνο. Σαν να μην ήταν ήδη αρκετά επώδυνη η μάχη με τον καρκίνο, οι ασθενείς συχνά νιώθουν τέτοια αποστροφή για το φαγητό που η διατήρηση βάρους γίνεται ακόμη μεγαλύτερος αγώνας.
Σε νέα μελέτη, ερευνητές αναφέρουν ότι τόσο τα βακτήρια όσο και τα ανωτέρω φάρμακα φαίνεται να ενεργοποιούν την ίδια διαδικασία στο στομάχι. Τα ευρήματα, τα οποία βασίστηκαν σε πειράματα με ποντίκια και δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Cell, έδειξαν ότι μια βακτηριακή τοξίνη και ένα φάρμακο για χημειοθεραπείες ενεργοποιούν παρόμοια νευρολογικά μηνύματα που προκαλούν ναυτία.
Η επιλογή ποντικιών για τη μελέτη ήταν ασυνήθιστη. Τα ποντίκια, όπως αποδεικνύεται, δεν μπορούν να κάνουν εμετό – ένα μικρό ελάττωμα που συνήθως καθιστά δύσκολη τη χρήση τους για τη μελέτη της ναυτίας. Οι ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει γάτες και σκύλους στο παρελθόν, αλλά η βιολογία των ποντικιών γενικά είναι περισσότερο κατανοητή, και οι επιστήμονες διαθέτουν πολύ καλύτερα εργαλεία για να την μελετούν.
Ο Cao Peng, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Tsinghua στο Πεκίνο, και οι συνάδελφοί του αναρωτήθηκαν αν τα ποντίκια θα μπορούσε να νιώθουν τάση για εμετό με τον τρόπο που αισθάνονται οι άνθρωποι μετά την κατάποση ενός φαρμάκου για χημειοθεραπεία ή μιας χαλασμένης σαλάτας – ή τέλος πάντων, ώστε οι ερευνητές να μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν για να κατανοήσουν από πηγάζει η συγκεκριμένη αίσθηση.
«Αν θέλουμε να έχουμε καλύτερα φάρμακα», δήλωσε ο Δρ Cao, «πρέπει να γνωρίζουμε τον λεπτομερή μηχανισμό».
Οι ερευνητές έδωσαν στα ποντίκια μια βακτηριακή τοξίνη και τα παρακολούθησαν στενά με κάμερες υψηλής ταχύτητας και διαπίστωσαν ότι τα τρωκτικά άρχισαν να ανοίγουν περίεργα το στόμα τους μετά τη θεραπεία. Περαιτέρω δοκιμές έδειξαν ότι οι κοιλιακοί τους μύες κινούνταν όπως κάνουν τα στομάχια των ανθρώπων όταν πρόκειται να κάνουν εμετό. Στην πραγματικότητα, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα ποντίκια έκαναν εμετό. Ένα φάρμακο για χημειοθεραπείες έκανε τα ποντίκια να συμπεριφέρονται παρόμοια, οπότε οι επιστήμονες ερεύνησαν βαθύτερα ποια κύτταρα αντιδρούσαν σε αυτά τα ερεθίσματα και πώς.
Εντόπισαν την επίδραση σε ορισμένους νευρώνες στον εγκέφαλο που απελευθέρωναν νευροδιαβιβαστές όταν το φάρμακο ή η τοξίνη έφτανε στο στομάχι. Ακολουθώντας αυτά τα μηνύματα, ανακάλυψαν κύτταρα στο λεπτό έντερο που αντιδρούσαν στην παρουσία αυτών των βλαβερών ουσιών. Ένας σημαντικός παράγοντας στην πορεία για τάση προς εμετό ήταν ένα μόριο του ανοσοποιητικού συστήματος που ονομάζεται ιντερλευκίνη 33 ή IL33. Η παρεμπόδιση των ποντικιών να παράγουν IL33 μείωσε σημαντικά τα συμπτώματά τους.
Είναι πιθανό τα φάρμακα που παρεμβαίνουν στην IL33 να μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανακούφιση ανθρώπων που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, δήλωσε ο Δρ. Cao. Η μελέτη είναι ένα πρώτο βήμα για δυνητική βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, αν τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν σε ανθρώπους.
Πηγή: New York Times