Η Αθήνα αναζητεί λύσεις απέναντι στα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της Αγκυρας – Γερμανικές εταιρείες πωλούν υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό για την κατασκευή των Bayraktar, ενώ το Βερολίνο κάνει ότι… δεν βλέπει
Στα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου, η γνωστή εκπομπή ερευνητικής δημοσιογραφίας «Frontal» του δημόσιου τηλεοπτικού σταθμού ZDF παρουσίασε ένα θέμα-βόμβα. Η εκπομπή παρουσίασε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία μία πολύ γνωστή γερμανική εταιρεία, η οποία ειδικεύεται στα αμυντικά συστήματα με έμφαση σε συστήματα αναγνώρισης και ραντάρ, προμηθεύει με τον απαραίτητο εξοπλισμό την πασίγνωστη, πλέον, τουρκική εταιρεία Baykar, που με τη σειρά της κατασκευάζει (μεταξύ άλλων) τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (Unmanned Aerial Vehicles – UAVs, ευρύτερα γνωστά ως drones) Bayraktar TB2.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις
Τα εν λόγω drones έχουν γίνει διάσημα για τη δράση που ανέπτυξαν σε μία σειρά πολεμικών μετώπων. Αρχικά ήταν στις τουρκικές επιχειρήσεις στη Βόρεια Συρία, στη συνέχεια στη Λιβύη όπου χρησιμοποιήθηκαν από την τότε κυβέρνηση Φαγέζ αλ Σάρατζ για την ανάσχεση της επίθεσης του εξ Ανατολικής Λιβύης ορμώμενου στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ. Ηταν όμως στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ το φθινόπωρο του 2020 που η χρήση των Bayraktar TB2 από τις Ενοπλες Δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν βοήθησε στη σαρωτική επικράτηση εναντίον της Αρμενίας.
Οι κινήσεις μετά την απόρρητη έκθεση
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», λίγο μετά από εκείνο τον πόλεμο συντάχθηκε άκρως απόρρητη έκθεση από αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες που θορύβησε σοβαρά την κυβέρνηση και έχει επιταχύνει την αναζήτηση τρόπων ανάσχεσης του πλεονεκτήματος που προς το παρόν διαθέτει η Αγκυρα έναντι της Αθήνας στον τομέα των drones. Υψηλόβαθμοι παράγοντες του Μεγάρου Μαξίμου παρακολουθούν το θέμα πολύ στενά και επιδιώκουν να βρουν λύσεις. Τα χείλη, πάντως, των αρμοδίων παραγόντων στο Πεντάγωνο παραμένουν επτασφράγιστα, αλλά σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες η έμφαση δίνεται στην προμήθεια συστημάτων αντιμέτρων (anti-drone technology). Σε αυτό το σημείο, η Αθήνα επιδιώκει να αξιοποιήσει τις πολύ βαθιές σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί με το Ισραήλ στον αμυντικό τομέα και η πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου στο Ισραήλ φέρεται να εστίασε στο εν λόγω ζήτημα.
Αλλωστε, στο ζήτημα της απόκτησης UAVs η ελληνική πλευρά έχει μείνει πίσω και τα πλέον σύγχρονα συστήματα που διαθέτουν οι Ενοπλες Δυνάμεις είναι τα δύο νοικιασμένα Heron που σταθμεύουν στη Σκύρο. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, ο συνδυασμός της κατεύθυνσης του αμυντικού προϋπολογισμού σε άλλα συστήματα και η προτίμηση ορισμένων στρατιωτικών στελεχών σε πιο παραδοσιακές αμυντικές πλατφόρμες εξηγούν, εν μέρει, τις καθυστερήσεις. Πάντως, η πρόσφατη προμήθεια πέντε μη επανδρωμένων ελικοπτέρων από το Πολεμικό Ναυτικό δείχνει ότι δεν λείπει η κινητικότητα.
Συσκέψεις με δύο στόχους
Ωστόσο, το θέμα της παροχής γερμανικού εξοπλισμού στην εταιρεία Baykar έχει ήδη απασχολήσει συσκέψεις τόσο στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών (δημοσιεύματα επί των οποίων έχουν ήδη δει το φως της δημοσιότητας τις προηγούμενες εβδομάδες). Αυτές πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της προσπάθειας της Αθήνας να βρει τρόπους α) να πείσει τους ευρωπαίους εταίρους της για τη σαφή παραβίαση της αρχής της αλληλεγγύης και β) να αντιμετωπίσει, στο πλαίσιο που αυτό είναι δυνατόν, τη «διπλωματία των drones» που αναπτύσσει η Αγκυρα σε μία προσπάθεια να αξιοποιήσει την ακμάζουσα αμυντική της βιομηχανία για τη συσσώρευση σκληρού συναλλάγματος, αλλά και διπλωματικού κεφαλαίου. Ωστόσο, κινήσεις όπως το αίτημα για άμεσο εμπάργκο όπλων δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα και θα απαιτηθούν πιο «έξυπνες λύσεις».
Το Βερολίνο κάνει τα «στραβά μάτια»
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε το ZDF, η γερμανική εταιρεία που προμηθεύει την Baykar με τα ειδικά συστήματα εντοπισμού στόχου ονομάζεται Hensoldt. Ενα από αυτά τα συστήματα είναι το Argos II HDT. Για την ακρίβεια, η προμήθεια γίνεται μέσω της θυγατρικής της Hensoldt με έδρα την Πρετόρια της Νότιας Αφρικής. Η μητρική εταιρεία είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο και σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020 έχει τζίρο περίπου 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η συνεργασία της Hensoldt με την Baykar ξεκίνησε το 2020, έτος που οι χώρες-εταίροι της Γερμανίας, η Ελλάδα και η Κύπρος, αντιμετώπισαν την τουρκική αναθεωρητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Hensoldt κάλυψε την απαγόρευση της προμήθειας συστημάτων αναγνώρισης από καναδική εταιρεία στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση Τριντό μετά τη χρήση των τουρκικών drones στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Η παραδοχή και η… άγνοια
Το αριστερό κόμμα Die Linke κατέθεσε πριν από μερικές ημέρες επερώτηση στο Μπούντεσταγκ σχετικά με τη συμμετοχή γερμανικών εξοπλιστικών εταιρειών στην παραγωγή τουρκικών drones. Αναφορικά με το σύστημα Argos II HDT της Hensoldt, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση παραδέχεται ότι είναι κατάλληλο να χρησιμοποιηθεί για τον εντοπισμό στόχων, αλλά δηλώνει και… άγνοια αν το σύστημα αυτό έχει χρησιμοποιηθεί «σε Συρία ή σε Λιβύη ή εναντίον των κρατών-μελών της ΕΕ, Ελλάδας και Κύπρου». Αρνείται επίσης ότι η συμμετοχή της ως μειοψηφικού μετόχου στη Hensoldt της παρέχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη λειτουργική διαχείριση της εταιρείας.
Η Γερμανία δεν μπλόκαρε τις εξαγωγές στην Baykar
Κάτι που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας διαθέτει, για λόγους ασφαλείας, ποσοστό 25,1% των μετοχών της Hensoldt, της εταιρείας που προμηθεύει την Baykar με ειδικά συστήματα εντοπισμού στόχου. Το ποσοστό αυτό συνιστά ανασταλτική μειοψηφία (blocking minority), αλλά το Βερολίνο δεν έκρινε σκόπιμο να τη χρησιμοποιήσει στην περίπτωση των εξαγωγών στην τουρκική εταιρεία.
Η κλιμάκωση στο Αιγαίο και οι νέες προκλήσεις
Υπάρχει όμως και άλλη μία παράμετρος που εσχάτως απασχολεί τους έλληνες επιτελείς, τόσο στρατιωτικούς όσο και διπλωμάτες. Και αυτή δεν είναι άλλη από την κλιμάκωση, κατά το τελευταίο τρίμηνο, της χρήσης drones από την τουρκική Πολεμική Αεροπορία κατά τη διάρκεια είτε παραβιάσεων του Εθνικού Εναερίου Χώρου (ΕΕΧ) είτε παραβάσεων των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας στο FIR Αθηνών. Η πρακτική αυτή ξεκίνησε σταδιακά από τις αρχές του 2021 και συνεχίζεται αυξανόμενη: μόνο εντός του Ιανουαρίου 2022 υπήρξαν 13 συμβάντα παράβασης του FIR Αθηνών ή παραβίασης του ΕΕΧ με χρήση UAVs. Πρόκειται για κάτι που έχει οδηγήσει την ελληνική πλευρά στην αναζήτηση απάντησης, καθώς δαπανώνται υψηλοί ανθρώπινοι και υλικοί πόροι για την ανάσχεση της δράσης των τουρκικών drones.
Το πρόβλημα είναι όμως πιο σύνθετο και δεν περιορίζεται στα Bayraktar TB2.
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία παράγει, πέραν αυτών, τα Akinci και Aksungur, που φέρουν και μεγαλύτερο οπλικό φορτίο. Παράλληλα, η εταιρεία STM κατασκευάζει το Kargu-2, που σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για τη Λιβύη χρησιμοποιήθηκε στον εκεί εμφύλιο πόλεμο και μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα, δηλαδή με βάση την τεχνητή νοημοσύνη. Η νεότερη προσθήκη στο τουρκικό οπλοστάσιο ίσως να είναι το Bayraktar TB3, το οποίο πρόσφατα παρουσιάστηκε και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το «μικρό αεροπλανοφόρο» με την ονομασία «Anadolu» που ανακατασκευάζεται στα ισπανικά ναυπηγεία της Navantia. Το νέο μοντέλο θεωρείται ότι μπορεί να υποκαταστήσει τα F-35B που επρόκειτο να προμηθευτεί η Τουρκία πριν αποχωρήσει από το πρόγραμμα λόγω των αμερικανικών κυρώσεων για την αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400.
ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ – ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ