Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στην Eπιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, επεσήμανε πως η παρούσα κυβέρνηση είναι υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού, που πρέπει να συνδέεται με τον ρυθμό της οικονομικής μεγέθυνσης και την παραγωγικότητα της οικονομίας.
Παράλληλα, αναφέρθηκε σε τοποθέτηση που είχε κάνει πως αυτό δεν μπορούσε να γίνει το πρώτο τρίμηνο.
Η Νέα Δημοκρατία προεκλογικά έκανε λόγο για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 703 ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία.
Κυβερνητικά στελέχη για τον κατώτατο μισθό έχουν δηλώσει πως επιδίωξη αποτελεί οι αυξήσεις να είναι διπλάσιες του ρυθμού ανάπτυξης. Θετικός εμφανίστηκε και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας: «Δεν είναι κακό να γίνεται αύξηση στον κατώτατο μισθό» τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης και πρόσθεσε πως «τα ποσοστά του μέσου μισθού δεν πρέπει να απέχουν πολύ από τα ποσοστά αύξηση της μέσης παραγωγικότητας».
Την τελευταία λέξη για το συγκεκριμένο θέμα την έχει το υπουργείο Εργασίας, με τη σχετική απόφαση να λαμβάνεται μετά από διαβουλεύσεις, εκθέσεις και επιτροπές.
Ειδικότερα η τριμελής Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης, η οποία αποτελείται από τον πρόεδρο του ΟΜΕΔ και δύο εκπροσώπους, έναν του υπουργείου Οικονομικών κι έναν του Εργασίας, μέχρι τέλος του Φεβρουαρίου θα αποστείλει πρόσκληση προς εξειδικευμένους φορείς, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο ΟΑΕΔ, τα Ινστιτούτα ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ καθώς και το ΙΟΒΕ και το ΚΕΠΕ, ώστε να συντάξουν έκθεση για την αξιολόγηση του ισχύοντος κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Η επιτροπή συγκεντρώνει εκθέσεις και υπομνήματα και τα κοινοποιεί έως τις 15 Απριλίου.
Στις 30 Απριλίου το σύνολο των στοιχείων θα αποσταλεί στον Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, το οποίο θα πρέπει να συντάξει το τελικό πόρισμα διαβούλευσης, σε συνεργασία με πενταμελή επιτροπή σοφών. Το πόρισμα θα σταλεί στους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας έως 31 Μαΐου. Ο υπουργός Εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη το πόρισμα, θα εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο το ύψος της αύξησης.
Με δεδομένο ότι ο ρυθμός ανάπτυξης τοποθετείται στο 2,8% από την κυβέρνηση και στο 2,2% με 2,5% από την Τράπεζα της Ελλάδος κι άλλους οργανισμούς, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για αύξηση του κατώτατου μισθού περί το 5%, δηλαδή να διαμορφωθεί στα 682 ευρώ από 650 ευρώ που είναι σήμερα.
Μία ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού θα επηρεάσει 700.000 εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα, που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ για πλήρη απασχόληση ή εργάζονται με συμβάσεις μερικής απασχόλησης και απολαβές ακόμη και κάτω των 500 ευρώ μηνιαίως, οι οποίες όμως εξαρτώνται από το ύψος του κατώτατου μισθού.
Όμως ο αριθμός αυτών που θα ωφεληθούν θα είναι μεγαλύτερος, καθώς με τον κατώτατο μισθό συνδέονται και περισσότερα από 20 επιδόματα, μεταξύ των οποίων το επίδομα ανεργίας, το επίδομα αφερεγγυότητας εργοδότη και τα επιδόματα μαθητείας και ασκούμενων φοιτητών.
Εν τω μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε πρόταση νόμου για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 7,5%, τόσο το 2020 όσο και το 2021.
Συγκεκριμένα, στην αιτιολογική έκθεση ο ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται στις μειώσεις στις οποίες προχώρησε το 2012 η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, οι οποίες «όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν τη συνεχώς αυξανόμενη ανεργία, η οποία προσέγγισε το 28% συνολικά και ξεπέρασε το 60% στους νέους αλλά επιδείνωσαν ραγδαία την ποιότητα των θέσεων εργασίας με την Ελλάδα να καταλαμβάνει το 2015 μία από τις χαμηλότερες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ».
Ο ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει ότι το 2019 προέβη σε αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11%, όπως και στην κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους.