Ο πλανήτης «έχει να διανύσει παρά πολύ μακρύ δρόμο» για να θέσει υπό έλεγχο την πανδημία του κορωνοϊού, παρά τα διστακτικά βήματα πολυάριθμων χωρών προς μια επανεκκίνηση της κανονικής ζωής, προειδοποίησε σήμερα ο Μάικ Ράιαν, εκτελεστικός διευθυντής του προγράμματος εκτάκτων καταστάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Οι κίνδυνοι της Covid-19, όπως είπε, παραμένουν υψηλοί σε «εθνικό, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο».
«Δεν υπάρχουν υποσχέσεις, δεν υπάρχουν ημερομηνίες σε αυτή την κατάσταση», επισήμανε.
«Αυτό που όλοι φοβόμαστε είναι ένας φαύλος κύκλος καταστροφών οικονομίας και δημόσιας υγείας, εάν τα απαγορευτικά μέτρα χαλαρώσουν χωρίς τη δυνατότητα εντοπισμού νέων κρουσμάτων», τόνισε σε μια διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου, ο αξιωματούχος του Οργανισμού, σημειώνοντας ότι απαιτείται «πολύ σημαντικός έλεγχος» του ιού προκειμένου να μειωθεί η τρέχουσα αξιολόγηση κινδύνου.
Υπάρχει μια μαγική σκέψη ότι τα lockdowns δουλεύουν άψογα και πως η άρση των απαγορευτικών μέτρων θα δουλέψει εξαιρετικά, προειδοποίησε.
«Ο ιός ίσως γίνει ενδημικός, να μην φύγει ποτέ, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πότε θα εξαφανιστεί».
Σε ερώτηση για το σχέδιο ανοίγματος των συνόρων στην Ευρώπη, ο Ράιαν απάντησε πως η διάσχιση των χερσαίων συνόρων δεν συνιστά μεγάλο κίνδυνο. Τα αεροπορικά ταξίδια είναι μια διαφορετική πρόκληση, που μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερη περιπλοκότητα.
«Πρέπει να μπει στο μυαλό μας ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός για να βγούμε από αυτή την πανδημία», τόνισε η Μαρία Βαν Κέρχοβε, επιδημιολόγος του ΠΟΥ.
“Έκπληξη” στον ΠΟΥ από την έλλειψη προετοιμασίας ορισμένων χωρών
Την ίδια ώρα, η επικεφαλής του κέντρου διαχείρισης μολυσματικών κινδύνων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), η Γαλλίδα Σιλβί Μπριάν σε συνέντευξή της στο Γαλλικό Πρακτορείο, δηλώνει ότι ο οργανισμός του ΟΗΕ “εξεπλάγη” από την έλλειψη προετοιμασίας ορισμένων χωρών να αντιμετωπίσουν την επιδημία του κορονοϊού.
Απαντώντας σε ερώτηση για το αν τους εκπλήσσει η εξέλιξη της επιδημίας, η κυρία Μπριάν ανέφερε χαρακτηριστικά: “Δεν μας εκπλήσσει, γιατί ξέραμε ότι αυτό μπορούσε να συμβεί. Είχαμε ήδη το 2009 μια πανδημία γρίπης (του H1N1) και ο ιός είχε επίσης εξαπλωθεί πολύ γρήγορα: σε λιγότερο από εννέα εβδομάδες όλες οι ήπειροι επλήγησαν. Συνεπώς, ξέρουμε ότι δεδομένου του τρόπου ζωής μας, αυτό μπορεί να προχωρήσει πολύ γρήγορα. Εκεί που εκπλαγήκαμε περισσότερο, είναι σε σχέση με την κατάσταση ετοιμότητας ορισμένων χωρών που δεν ήταν πραγματικά έτοιμες να αντιμετωπίσουν αυτήν την πανδημία. Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που ανακαλύψαμε λίγο αργά”.
Στο ερώτημα πώς εξηγείται αυτή η έλλειψη προετοιμασίας, η ίδια απαντά: “Πριν από το 2009, υπήρχε πολλή προετοιμασία επειδή υπήρχε η γρίπη των πτηνών την περίοδο 2003-2005. Έτσι, όταν φτάσαμε στην πανδημία του 2009, τα σχέδια ήταν έτοιμα, οι χώρες είχαν αποθέματα σε μάσκες, όλοι ήταν έτοιμοι. Και στη συνέχεια, μετά την πανδημία του 2009 -μετά την οποία οι άνθρωποι θεώρησαν ότι δεν ήταν πραγματικά τόσο σοβαρή- υπήρχε αυτό που αποκαλείται πανδημία κόπωσης: οι χώρες δεν επικαιροποίησαν κατ΄ανάγκη το σχέδιό τους. Ο κίνδυνος είχε απομακρυνθεί, και θεώρησαν ότι δεν άξιζε να αγχωθούν τόσο πολύ. Συνεπώς, νομίζω ότι πολλές χώρες βρέθηκαν αντιμέτωπες με τον κορωνοϊό μη έχοντας προετοιμαστεί αρκετά. Νομίζω ότι η επιδημία του 2009 δεν ήταν τόσο σοβαρή γιατί ήμασταν έτοιμοι. Εάν δεν ήμασταν τόσο έτοιμοι, θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο σοβαρή, γιατί είχαμε εντούτοις -αυτές είναι εκτιμήσεις- 250.000 έως 400.000 νεκρούς.
Τέλος, στο ερώτημα αν οι χώρες θα αντλήσουν μαθήματα από αυτό, λέει: “Όταν συγκρίνουμε, για παράδειγμα, αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ασία, βλέπουμε καθαρά ότι οι ασιατικές χώρες είναι πολύ πιο προετοιμασμένες. Επειδή είχαν το SARS (Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο) το 2003 (εμφανίστηκε στα τέλη του 2002 στην Κίνα) και αυτό άφησε σημαντικές ουλές. Η επιδημία ακολούθησε μια πολύ σοβαρή οικονομική κρίση, οπότε έχουν κακές αναμνήσεις από το SARS και εφάρμοσαν μέτρα. Και μετά, για παράδειγμα, στην Κορέα το 2015, είχαν μια επιδημία, του MERS (Αναπνευστικό Σύνδρομο της Μέσης Ανατολής), η οποία προφανώς δεν ήταν τεράστια επιδημία, αλλά είχε τεράστιο αντίκτυπο στην οικονομία τους. Συνεπώς είχαν πάρει το μάθημα τους, ήταν προετοιμασμένοι. Νομίζω ότι αυτό θα έχει τις ίδιες επιπτώσεις στις χώρες που βιώνουν τώρα αυτήν την κρίση κορωνοϊού έχοντας έλλειμμα προετοιμασίας. Και νομίζω ότι οι άνθρωποι θα είναι πολύ πιο έτοιμοι τώρα εάν υπάρξει μια δεύτερη φάση. Κάτι που προφανώς δεν ελπίζω”.