Γράφει ο Σπύρος Μπόικος
Η πρόταση του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα για την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα φαίνεται να προκαλεί κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ εξ αριστερών. Για κάποιους η πρόταση της Κυβέρνησης φαίνεται λάθος για μια κυβέρνηση της αριστεράς. Όμως μια τέτοια πρόταση είναι απολύτως σύμφωνη με την γραμμή που έχει ακολουθήσει μέχρι τώρα η Κυβέρνηση, μια γραμμή που πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη μιας μεγάλης μερίδας των πολιτών.
Από την βραδιά της εκλογικής του νίκης ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επενδύσει σε ένα πνεύμα ενότητας, μακριά από ρεβανσιστικές ιδεολογικές πρακτικές. Από την πρώτη στιγμή οι υπουργοί της νέας κυβέρνηση κηρύττουν την “πολιτική αχρωματοψία” όσον αφορά τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν τον κρατικό μηχανισμό. Μετά από μια πενταετία όπου ο πολίτης ένιωθε αφόρητα μόνος και αφημένος στο έλεος της οικονομικής κρίσης από τους πάντες αλλά ιδιαίτερα από τους κυβερνώντες τη χώρα, πολύ σωστά η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα στηρίζει ένα ενωτικό και αλληλέγγυο πνεύμα, ένα πνεύμα άλλωστε απαραίτητο προκειμένου να προχωρήσουν οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που η κυβέρνηση επιδιώκει. Επιπλέον, με μια έξυπνη τακτική συμμαχιών τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό η κυβέρνηση φαίνεται να προσπαθεί να χτίσει μια στέρεη βάση συναίνεσης προκειμένου να προχωρήσει στην εφαρμογή του προγράμματος που έχει εξαγγείλει.
Είκοσι και κάτι μέρες μετά τις εκλογές και με τα πρώτα στοιχεία αυτού του προγράμματος, κάποια από τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, να βρίσκονται ήδη στο δρόμο της υλοποίησης τους, η πρόταση για τον Προκόπη Παυλόπουλο φαίνεται να προκαλεί αρκετές αντιδράσεις, όχι και τόσο δικαιολογημένες. Και αν οι αντιδράσεις από το νεοφιλεύθερο χώρο ήταν αναμενόμενες, βάσει του ουτοπισμού και του λογικού χάους που διακρίνει αυτή την απόχρωση της δεξιάς, οι αντιδράσεις της αριστεράς είναι πλήρως αδικαιολόγητες.
Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας δεν θα μπορούσε να είναι μια πράξη πολιτικής απομόνωσης του ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα, ήταν μια φοβερή ευκαιρία για τη νέα Κυβέρνηση να χτίσει πολιτικές γέφυρες με τη μερίδα των πολιτών που δεν στήριξε το ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και ιδιαίτερα με τους δεξιούς ψηφοφόρους. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όμως που θα πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε επ ουδενί να προέρχεται από το κομμάτι εκείνο της δεξιάς που έσκυψε το κεφάλι στους δανειστές και παρέδωσε τον ελληνικό λαό δέσμιο και κατατρομοκρατημένο στα γεράκια του χρηματιστικού κεφαλαίου, αλλά από το κομμάτι εκείνο που η οπτική του για την διεθνή θέση της χώρας είναι πιο κοντά στην οπτική του ΣΥΡΙΖΑ, τον κύκλο του Κωσταντίνου Καραμανλή. Σε αυτά τα πλαίσια, η επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, ενός δεξιού πολιτικού που έχει επιδείξει ήθος και πολιτικό θάρρος και κυρίως έχει κρατήσει αποστάσεις από την ακροδεξιά Νέα Δημοκρατία των ημερών του Αντώνη Σαμαρά, ήταν μάλλον μονόδρομος, ιδιαίτερα από τη στιγμή που αρκετές πολιτικές προσωπικότητες αποτελούν κόκκινα πανιά για την αριστερά, λόγω προηγούμενων κυβερνητικών θέσεων, όπως η Μαριέτα Γιαννάκου.
Πέρα όμως από το σκεπτικό πέρα από την επιλογή προσώπου για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας θα πρέπει να μη χάνει κανείς τη συνολική εικόνα: βρισκόμαστε εν μέσω μιας σκληρής (και χωρίς κανόνες) οικονομικής διαπραγμάτευσης, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να επιτίθενται καθημερινά -και αναντίστοιχα με το πολιτικό κλίμα που αποκρυσταλλώθηκε στις εκλογές – στην Κυβέρνηση, προτιμώντας οποιαδήποτε άλλη έκβαση, όσο καταστροφική κι αν είναι για τη χώρα, παρά να δικαιωθεί η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ. Η Κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων ιστορικής σημασίας για τη χώρα (και για τη ζωή του καθενός μας ξεχωριστά) σε μια πολύ δύσκολη οικονομική διεθνή συγκυρία και ταυτόχρονα να διορθώσει πολλά από τα κρίματα των τελευταίων δεκαετίων που οδήγησαν τη χώρα σε πολύ δύσκολη θέση.
Η πλειοψηφία των πολιτών φαίνεται να τα καταλαβαίνει όλα αυτά και να στηρίζει την Κυβέρνηση που επέλεξε και στην οποία έχει εναποθέσει πολλές από τις ελπίδες της.Όποιος δεν μπορεί να ακολουθήσει ή και απλώς να κατανοήσει τη νέα κατάσταση είναι καταδικασμένος σε πολιτική εξαφάνιση. Αν αυτή φαίνεται δίκαιη έκβαση για αυτούς που εγκαθίδρυσαν ή στήριξαν το καθεστώς του φόβου της τελευταίας πενταετίας, δεν ισχύει το ίδιο για το αριστερό τμήμα του πολιτικού φάσματος, που δεν φέρει τις ίδιες ευθύνες. Πλέον όμως ο πήχης έχει υψωθεί και η πολιτική λήθη απειλεί και εκείνους που σαμποτάρουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την προσπάθεια της Κυβέρνησης. Κι “έρχεται η στιγμή ν’ αποφασίσεις με ποιούς θα πας και ποιούς θα αφήσεις” που λέει και το άσμα…