Απόδοση από άρθρο του Joseph E. Stiglitz
Σύμφωνα με την υπάρχουσα φορολογική νομοθεσία, οι πολυεθνικές εταιρείες μπορούν να αποφύγουν την πληρωμή των φόρων που δίκαια τους αναλογούν μεταφέροντας το εισόδημά τους σε χώρες με χαμηλή φορολογία ή μεταφέροντας μέρος των επιχειρήσεών τους σε τέτοιες περιοχές. Θα καταφέρουν άραγε οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις να κάνουν αυτό που υποσχέθηκαν, να ενισχύσουν δηλαδή -ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες- τα κρατικά έσοδα;
Νέα Υόρκη: Φαίνεται πως η διεθνής κοινότητα προχωρά, σε μια συμφωνία που πολλοί αποκαλούν ιστορική, με σκοπό να μπει ένα ελάχιστο πόσο παγκόσμιου φορολογικού συντελεστή στις πολυεθνικές εταιρείες. Έπρεπε να έχει γίνει από καιρό, αλλά ίσως δεν είναι αρκετό.
Η Apple έγινε το παράδειγμα στη φοροδιαφυγή, δηλώνοντας τα ευρωπαϊκά κέρδη της στην Ιρλανδία και, με ένα άλλο παραθυράκι του νόμου, κατάφερε να αποφύγει τον περιβόητο ιρλανδικό φορολογικό συντελεστή του 12,5%. Αλλά, η Apple δεν ήταν η μόνη εταιρεία που μετέτρεψε την εφευρετικότητά της στο να κατασκευάζει προϊόντα που όλοι αγαπάμε, σε φοροδιαφυγή για τα κέρδη που έβγαλε πουλώντας τα σε εμάς. Δικαίως υποστήριξαν ότι πλήρωσαν ότι τους αναλογούσε: απλώς εκμεταλλεύονταν πλήρως ότι τους πρόσφερε το σύστημα.
Από αυτή την οπτική γωνία, μια συμφωνία που να επιβάλλει έναν ελάχιστο παγκόσμιο φόρο της τάξεως του 15% είναι ένα μεγάλο βήμα μπροστά. Αλλά, ο δαίμων κρύβεται στις λεπτομέρειες. Ο τωρινός επίσημος μέσος όρος του συντελεστή είναι αρκετά υψηλότερος. Έτσι είναι δυνατό -και ίσως και πιθανό- ότι ο παγκόσμιος ελάχιστος συντελεστής θα γίνει και ο ανώτατος. Μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε σαν μια προσπάθεια να αναγκαστούν οι πολυεθνικές να συνεισφέρουν πληρώνοντας το μερίδιο των φόρων που δίκαια τους αναλογεί, θα απέφερε ελάχιστα επιπλέον κέρδη, πολύ λιγότερα από τα 240 δισεκατομμύρια δολάρια που δεν αποδίδονται ετησίως. Κάποιοι άλλοι υπολογισμοί δείχνουν πως οι αναπτυσσόμενες χώρες και οι ανερχόμενες αγορές θα έβλεπαν και αυτές ένα μικρό κομμάτι από αυτά τα κέρδη.
Το να αποτραπεί αυτή η έκβαση δεν εξαρτάται μόνο από την αποφυγή μιας κατιούσας παγκόσμιας σύγκλισης, αλλά και από τη διασφάλιση ενός ευρύ και περιεκτικού ορισμού των εταιρικών κερδών, όπως αυτού που περιορίζει την παρακράτηση των εξόδων που σχετίζονται με τις κεφαλαιουχικές δαπάνες, συν των τόκων, συν των ζημιών προ της υπαγωγής, συν… Πιθανώς θα ήταν καλύτερο να συμφωνηθεί μια επίσημη λογιστική προσέγγιση, ώστε οι νέες τεχνικές φοροδιαφυγής, να μην αντικαταστήσουν τις παλιές.
Μεταξύ των προτάσεων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.), ιδιαίτερα προβληματική είναι η Pillar One, η οποία στοχεύει στην αντιμετώπιση των ζητημάτων για τα φορολογικά δικαιώματα και εφαρμόζεται μόνο στις πιο μεγάλες παγκόσμιες εταιρείες. Ξεκάθαρα, το παλαιότερο σύστημα των ενδοομιλικών συναλλαγών δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης τον 21ο αιώνα. Οι πολυεθνικές είχαν μάθει πως να ελέγχουν το σύστημα για να καταγράφουν τα κέρδη τους σε χώρες με χαμηλή φορολογία. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ υιοθέτησαν μια προσέγγιση στην οποία τα κέρδη καταμερίζονται στις πολιτείες, μέσω ενός μαθηματικού τύπου που υπολογίζει τις πωλήσεις, την εργασιακή απασχόληση και το κεφάλαιο.
Ανάλογα με τον μαθηματικό τύπο που χρησιμοποιείται, οι αναπτυγμένες και οι αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί να επηρεαστούν διαφορετικά: η έμφαση στις πωλήσεις μπορεί να κάνει ζημιά στις αναπτυσσόμενες χώρες που παράγουν βιομηχανικά προϊόντα, αλλά μπορεί να βοηθήσουν σε κάποιες από τις ανισότητες που σχετίζονται με τους ψηφιακούς γίγαντες. Και για τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, η αξία των πωλήσεων πρέπει να αντανακλά την αξία των δεδομένων που αποθηκεύουν, κάτι το οποίο είναι κρίσιμης σημασίας για το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Ο ίδιος μαθηματικός τύπος μπορεί να μη λειτουργεί για όλους τους κλάδους.
Παρόλα αυτά πρέπει να αναγνωριστεί η πρόοδος που έχει γίνει λόγω των τωρινών προτάσεων, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης από την ιδέα της «φυσικής παρουσίας» της εταιρείας όσον αφορά στην απόδοση φορολογίας, κάτι που δεν έχει πια νόημα στην ψηφιακή εποχή.
Κάποιοι βλέπουν την Pillar One σαν ένα εναλλακτικό σχέδιο για την ελάχιστη φορολόγηση και έτσι δεν ανησυχούν από την απουσία οικονομικών αρχών που διέπουν την κατασκευή της. Μόνο ένα μικρό μέρος, από τα υπερβάλλοντα κέρδη ενός συγκεκριμένου ορίου, πρόκειται να καταμεριστεί· υπονοώντας πως το συνολικό μερίδιο των κερδών που πρόκειται να καταμεριστούν είναι πραγματικά μικρό. Αλλά, με τις εταιρείες να έχουν άδεια παρακράτησης των εισροών της παραγωγής τους, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου, ο εταιρικός φόρος εισοδήματος είναι στην πραγματικότητα ένας φόρος στα ενοίκια ή τα καθαρά κέρδη· και όλα αυτά τα καθαρά κέρδη θα πρέπει να μπορούν να καταμεριστούν. Με αυτόν τον τρόπο, η απαίτηση μερικών αναπτυσσόμενων χωρών για καταμερισμό μεγαλύτερου μέρους εταιρικών κερδών είναι κάτι παραπάνω από λογική.
Οι προτάσεις αυτές έχουν και κάποια άλλα προβληματικά σημεία, όσο καλές και αν έχει αποδειχτεί πως είναι (έχει παρατηρηθεί λιγότερη διαφάνεια και λιγότερη δημόσια συζήτηση των λεπτομερειών από όση θα περίμενε κανείς). Μία από αυτές αφορά την επίλυση διαμαχών, το οποίο φυσικά δεν μπορεί να γίνει με τις αυθαιρεσίες που κυριαρχούν μέχρι τώρα στις επενδυτικές συμφωνίες· ούτε θα έπρεπε να το κρίνει αυτό η έδρα της εταιρείας (ιδιαίτερα καθώς τώρα οι εταιρείες ψάχνουν με μεγάλη άνεση πιο ευνοϊκά «σπίτια»). Η σωστή απάντηση είναι ένα παγκόσμιο φορολογικό δικαστήριο, με τη διαφάνεια, τα πρότυπα και τις διαδικασίες που απαιτούνται από μια δικαστική διαδικασία του 21ου αιώνα.
Άλλο ένα προβληματικό χαρακτηριστικό των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων αφορά την απαγόρευση των «μονομερών μέτρων», που φαίνεται ότι στοχεύουν στο να σταματήσουν την εξάπλωση των ψηφιακών φόρων. Όμως, το προτεινόμενο όριο των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων αφήνει πολλές μεγάλες πολυεθνικές έξω από την αρμοδιότητα της Pillar One και ποιος ξέρει τι παραθυράκια θα βρουν οι ξύπνιοι δικηγόροι οικονομικών υποθέσεων. Δεδομένων των ρίσκων για τη φορολογική βάση μιας χώρας -και με τις διεθνείς συμφωνίες να είναι δύσκολο να καταλήξουν και με τις πολυεθνικές να είναι τόσο ισχυρές- οι νομοθέτες μπορεί να χρειαστεί να καταφύγουν σε μονομερή μέτρα.
Δεν έχει κανένα νόημα για τις χώρες το να παραιτηθούν από τα φορολογικά τους δικαιώματα για την περιορισμένη και αυθαίρετη Pillar One. Οι δεσμεύσεις που απαιτούνται είναι δυσανάλογες σε σχέση με τα προνόμια.
Οι αρχηγοί του G20 καλά θα κάνουν να συμφωνήσουν σε μια ελάχιστη παγκόσμια φορολόγηση, σε ποσοστό τουλάχιστον 15%. Ανεξάρτητα από τον τελικό συντελεστή που θα είναι η βάση για τις 139 χώρες που επί του παρόντος συζητούν για αυτή τη μεταρρύθμιση, θα ήταν καλύτερο αν έστω μερικές από αυτές καθιέρωναν έναν μεγαλύτερο συντελεστή, μονομερώς ή κατά ομάδες. Για παράδειγμα οι ΗΠΑ σχεδιάζουν έναν συντελεστή περίπου στο 21%.
Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει διοργανωτής για τις λεπτομέρειες των ζητημάτων που απαιτούνται για μια παγκόσμια συμφωνία φορολόγησης και είναι ακόμα πιο σημαντικό να εμπλακεί με τις αναπτυσσόμενες χώρες και τις ανερχόμενες αγορές, των οποίων οι φωνές δεν ακούγονται πάντα, όσο δυνατά όσο θα έπρεπε.
Πάνω απ’ όλα θα είναι απαραίτητο να επανεξεταστεί το θέμα σε πέντε χρόνια, όχι επτά, όπως προτείνεται τώρα. Αν τα φορολογικά έσοδα δεν αυξηθούν, όπως έχει υποσχεθεί, και αν οι αναπτυσσόμενες και ανερχόμενες αγορές αποτύχουν να μαζέψουν ένα μεγαλύτερο μερίδιο από αυτά τα κέρδη, η ελάχιστη φορολόγηση θα πρέπει να αυξηθεί και ο μαθηματικός τύπος για τον καταμερισμό των «φορολογικών δικαιωμάτων» να αναπροσαρμοστεί.