Ο μύθος του πράσινου καπιταλισμού
Της Καθαρίνα Πίστορ για το «Project Syndicate»
Είναι απολύτως κατανοητό πως οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα υποστήριζαν νέα πρότυπα γνωστοποίησης και άλλα μέτρα βασισμένα στις αγορές για να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή. Είναι μια προσέγγιση που παρέχει στους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου ακόμα έναν τρόπο για να αποφύγουν άλλο ένα κακό νέο για τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους.
Καύσωνες, πλημμύρες, ξηρασίες και πυρκαγιές καταρρακώνουν κοινότητες σε όλο τον κόσμο και πρόκειται να γίνουν όλο και πιο σοβαρές. Παρότι οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής είναι ακόμα μια ισχυρή ομάδα, η ανάγκη άμεσων δράσεων αναγνωρίζεται πλέον και εκτός των κύκλων των ακτιβιστών. Οι κυβερνήσεις, οι διεθνείς οργανισμοί, ακόμα και οι επιχειρήσεις και η οικονομία αναγνωρίζουν το αναπόφευκτο· ή έτσι το κάνουν να φαίνεται.
Για την ακρίβεια ο πλανήτης ξόδεψε δεκαετίες με το να ψευτο-ασχολείται με την εμπορία εκπομπών άνθρακα και τα «πράσινα» συστήματα οικολογικού σήματος και η τωρινή μόδα επιτάσσει απλώς τη φανταχτερή επινόηση προσωπικών στρατηγικών (αντιστάθμιση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα), περιφρονώντας το λιτό γεγονός πως όλοι μας βρισκόμαστε στην ίδια βάρκα. Η «αντιστάθμιση» μπορεί να εξυπηρετεί μεμονωμένους κατόχους περιουσιακών στοιχείων, αλλά δεν κάνει και πολλά για να αποτρέψει την κλιματική καταστροφή που μας περιμένει όλους.
Ο εναγκαλισμός του ιδιωτικού τομέα με τον «πράσινο καπιταλισμό» φαίνεται να είναι ακόμα ένα τέχνασμα για να αποφευχθεί ένα πραγματικό κακό νέο για τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Αν οι ηγέτες επιχειρήσεων και οικονομικών ιδρυμάτων έπαιρναν την κατάσταση στα σοβαρά, θα αναγνώριζαν πως είναι ανάγκη για μια δραστική αλλαγή πορείας, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο πλανήτης θα παραμείνει φιλόξενος για όλη την ανθρωπότητα, τώρα και στο μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει την αντικατάσταση συμβατικών περιουσιακών στοιχείων με πράσινα, αλλά για μοίρασμα των απωλειών που έχει επιφέρει ο συμβατικός καπιταλισμός σε εκατομμύρια άτομα και την εξασφάλιση ότι και οι πιο ευάλωτοι θα έχουν μέλλον.
Η έννοια του πράσινου καπιταλισμού υπονοεί πως τα κόστη αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής θα είναι πολύ υψηλά για να σηκώσουν μόνες τους οι κυβερνήσεις και πως ο ιδιωτικός τομέας θα έχει πάντα καλύτερες απαντήσεις. Έτσι, για τους υπέρμαχους του πράσινου καπιταλισμού, η συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα θα είναι κοστολογικά ουδέτερη. Κάποιες αποδοτικά υπολογισμένες επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες υποτίθεται πως θα σταματήσουν την ανθρωπότητα από το να πέσει στην άβυσσο.
Ωστόσο αυτό ακούγεται πολύ καλό για να είναι αληθινό, επειδή είναι. Το DNA του καπιταλισμού τον κάνει ανίκανο να χειριστεί τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, για την οποία ευθύνεται ο ίδιος σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στην ιδιωτικοποίηση των κερδών και την εθνικοποίηση των απωλειών· όχι μέσω κάποιας ειδεχθούς μεθόδου, αλλά με την ευλογία του νόμου.
Η νομοθεσία προβλέπει άδειες για εξωτερίκευση του κόστους της λεηλάτησης του πλανήτη σε οποιονδήποτε είναι αρκετά έξυπνος και ιδρύσει κάποιο τραστ ή κάποια εταιρική οντότητα προτού ξεκινήσει να μολύνει. Ενθαρρύνει τις οντότητες αυτές να ξεφορτωθούν τις νομικές ευθύνες που μπορεί να προκύψουν, καθώς μπορούν να δομηθούν εκ νέου μέσω της χρεωκοπίας. Και, κρατά ολόκληρες χώρες ως ομήρους διεθνών νόμων που δίνουν πλεονεκτήματα στην επιστροφή ξένων επενδυτών και όχι στην ευημερία των ίσιων τους των πολιτών. Αρκετές χώρες έχουν ήδη δεχθεί μηνύσεις από ξένες εταιρείες, βάση της Συνθήκης για τον Χάρτη Ενέργειας, επειδή προσπαθούν να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Από τη Βιομηχανική Επανάσταση, τα δύο τρίτα των συνολικών εκπομπών έχουν προέλθει από μόλις 90 επιχειρήσεις. Αλλά, ακόμα και αν οι διευθυντές των μεγαλύτερων ρυπαντών ήθελαν να εφαρμόσουν άμεσα μια οικονομία χαμηλού άνθρακα, οι μέτοχοί τους θα αντιστέκονταν. Εδώ και δεκαετίες, βασιλεύει στον υπέρτατο βαθμό το ευαγγέλιο της μεγιστοποίησης της μετοχικής αξίας και οι διευθυντές γνωρίζουν πως αν παρεκκλίνουν από τα καθιερωμένα, θα δεχθούν μηνύσεις για καταπάτηση των πιστωτικών καθηκόντων τους.
Δεν απορεί κανείς που οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επιχειρηματολογούν υπέρ των αποκαλύψεων για το κλίμα και τις βλέπουν ως μια διέξοδο. Το μήνυμα είναι πως οι μέτοχοι -και όχι οι διευθυντές- πρέπει να δώσουν ώθηση στην αναγκαία αλλαγή στη συμπεριφορά· οι λύσεις πρέπει να αναζητηθούν μέσα στον μηχανισμό της αγοράς και όχι μέσα στις επιστημονικές πολιτικές. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι το γιατί οι επενδυτές που μπορούν να αποχωρήσουν με ευκολία και έχουν ευκαιρίες για υπεκφυγές θα έπρεπε να νοιαστούν για τη γνωστοποίηση μιας μελλοντικής ζημιάς για κάποιες από τις εταιρείες στις οποίες μετέχουν.
Η ανάγκη για δραστικές αλλαγές είναι προφανής, όπως πχ στη φορολογία του άνθρακα, μόνιμα δικαιοστάσια για την εξαγωγή φυσικών πόρων και πάει λέγοντας. Αυτές οι πολιτικές συχνά απορρίπτονται ως μηχανισμοί που θα διατάρασσαν τις αγορές, αλλά και πάλι εξιδανικεύουν αγορές που δεν υφίστανται στον πραγματικό κόσμο. Εξάλλου, οι κυβερνήσεις έχουν επιχορηγήσει αφειδώς -εδώ και δεκαετίες- τις βιομηχανίες που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα και έχουν ξοδέψει 5,5 τρις δολάρια (προ και μετά φόρου) ή το 6,8 του παγκόσμιου ΑΕΠ, το 2017. Και αν αυτές οι βιομηχανίες που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα ξεμείνουν από κέρδη που αντισταθμίζουν αυτές τις φοροαπαλλαγές, μπορούν απλά να πουληθούν σε μια εταιρεία με μεγαλύτερα κέρδη και έτσι να ανταμείψουν τους μετόχους τους για την εμπιστοσύνη που τους δείχνουν. Το σενάριο με αυτές τις στρατηγικές είναι ήδη γραμμένο βάση του νόμου των συγχωνεύσεων και των εξαγορών.
Αλλά, η μητέρα όλων των επιχορηγήσεων είναι μια διαδικασία αιώνων της νόμιμης μετατροπής του κεφαλαίου, δια μέσου νόμων ιδιοκτησίας, εταιρικών, τραστ και χρεωκοπίας. Η νομοθεσία και όχι οι αγορές ή οι εταιρείες είναι που προστατεύουν τους ιδιοκτήτες κεφαλαιακών περιουσιακών στοιχείων, ακόμα και όταν αυτοί φορτώνουν άλλους με τις τεράστιες νομικές τους ευθύνες.
Οι υπέρμαχοι του πράσινου καπιταλισμού στοχεύουν στο να συνεχίσουν αυτό το παιχνίδι. Για αυτό και τώρα, ασκούν πίεση στις κυβερνήσεις για να επιδοτήσουν την υποκατάσταση των περιουσιακών στοιχείων, ώστε όσο πέφτει η αξία των συμβατικών περιουσιακών στοιχείων, οι τιμές των πράσινων θα ανέβουν και θα αντισταθμίσουν τους κατόχους τους. Και πάλι, αυτό είναι ο καπιταλισμός. Το αν εκπροσωπεί τη βέλτιστη στρατηγική για τη διασφάλιση ενός κατοικήσιμου πλανήτη, είναι ένα άλλο ερώτημα.
Αντί να απαντήσουν σε τέτοια ερωτήματα, οι κυβερνήσεις και οι νομοθέτες υπέκυψαν για άλλη μια φορά στο δελεαστικό άκουσμα των μηχανισμών φιλικών προς τις αγορές. Η νέα συναινετική πολιτική εστιάζει στα οικονομικά πρότυπα, αφού αυτός ο δρόμος υπόσχεται αλλαγή, χωρίς να πρέπει να την κάνει κιόλας. (Συμβαίνει επίσης για τη δημιουργία θέσεων εργασίας για ολόκληρους κλάδους όπως λογιστές, δικηγόροι και σύμβουλοι επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν τα δικά τους ισχυρά λόμπι).
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι μια αναμενόμενη πράσινη πλύση εγκεφάλου. Ο κλάδος της οικονομίας έδωσε με χαρά τρισεκατομμύρια δολάρια για πράσινα περιουσιακά στοιχεία, που αποδείχτηκαν κάθε άλλο παρά πράσινα. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, το 71% των κονδυλίων για κριτήρια ESG (που υποτίθεται πως αποτελούν κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή εταιρικής διακυβέρνησης) έχουν μια αρνητική σύνδεση με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού.
Δεν έχουμε άλλο χρόνο για τέτοιου είδους πειράματα. Αν στόχος ήταν στα αλήθεια μια πράσινη οικονομία, το πρώτο βήμα θα ήταν να εξαλειφθούν όλες οι άμεσες επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις φόρων για τον συμβατικό καπιταλισμό και θα δινόταν εντολή για παύση της «διάδοσης» του άνθρακα. Επιπρόσθετα, οι κυβερνήσεις θα επέβαλαν μορατόριουμ σε όσους προστατεύουν ρυπαντές, τους ιδιοκτήτες και τους επενδυτές από νομικές ευθύνες σχετικά με περιβαλλοντικές ζημιές. Συμπτωματικά, αυτές οι κινήσεις θα απομάκρυναν και κάποιες από τις χειρότερες αναταράξεις που έχουν συμβεί στις αγορές.