Ολοκληρώθηκε λίγο πριν μεσάνυχτα η μαραθώνια συνάντηση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με τους θεσμούς, όπου τέθηκαν επί τάπητος αρκετές από τις εκκρεμότητες της δεύτερης αξιολόγησης.
Κυβερνητικές πηγές κάνουν λόγο για κάποια πρόοδο και σύγκλιση επί ορισμένων σημείων, όπως για το αφορολόγητο, όπου η ελληνική πλευρά είναι διατεθειμένη να κάνει τις μεγαλύτερες παραχωρήσεις. Να σημειωθεί πως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι λόγω του φορολογικού συστήματος περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά δεν καταβάλλουν φόρο εισοδήματος.
Στην συνταξιοδοτική δαπάνη, όπου η Αθήνα έχει εντονότερες ενστάσεις, δεν υπήρξε συμφωνία σε αριθμούς, αν δηλαδή η μείωση θα ισοδυναμεί με 1% του ΑΕΠ όπως ζητά το ΔΝΤ ή 0,75% του ΑΕΠ που φέρεται να αντιπροτείνει η κυβέρνηση. Παρά ταύτα, όπως λένε αξιωματούχοι του οικονομικού επιτελείου, οι διαβουλεύσεις προόδευσαν, διευκρινίζοντας ότι η περικοπή στις συντάξεις δεν θα εφαρμοστεί το 2018, με την διαπραγμάτευση να συνεχίζεται για το εάν η εφαρμογή θα έλθει το 2019 ή το 2020.
Μεγαλύτερη προσέγγιση υπήρξε για τον μηχανισμό εξωδικαστικού συμβιβασμού σε ότι αφορά την ρύθμιση χρεών, όπου, σύμφωνα με τις κυβερνητικές διαρροές, η απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές είναι πλέον ελάχιστη.
Επί τάπητος τέθηκαν επίσης τα αντισταθμιστικά μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση όπου επίσης φαίνεται να υπήρξε πρόοδος, με τον αξιωματούχο να σημειώνει πως το ζητούμενο είναι να καταρτιστεί ένα καλοσχεδιασμένο πρόγραμμα που θα «πιάσει τόπο».
Νωρίτερα, υπήρχαν πληροφορίες πως οι δανειστές θα αποχωρούσαν από την Αθήνα, ωστόσο, όπως δήλωσε η πηγή, οι συζητήσεις θα συνεχιστούν και σήμερα το πρωί σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων και στις 15:00 το μεσημέρι σε επίπεδο επικεφαλής και υπουργών.
Στην συνέχεια τα κλιμάκια ενδέχεται να αναχωρήσουν προσωρινά από τη χώρα μας. Η χθεσινή συνάντηση ήλθε στον απόηχο της ανακοίνωσης της ΕΛΣΤΑΤ ότι αναθεωρεί επί τα χείρω τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας το τέταρτο τρίμηνο του 2016 καθαριστών ακρίβεια ότι σε ετησία βάση συρρικνώθηκε κατά 1,1%, έναντι ανάπτυξης 0,3% που είχε αρχικώς εκτιμηθεί.
Σε τριμηνιαία βάση, δηλαδή σε σχέση με την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου, η ύφεση στα τέλη του περσινού έτους έφτασε το 1,2%, αντί για μικρότερη υποχώρηση 0,4% που προβλεπόταν αρχικώς.
Στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών δήλωσε πάντως πως τα αποτελέσματα ενός τριμήνου δεν επηρεάζουν τα μεγέθη της διαπραγμάτευσης.
Χθες το μεσημέρι, λίγο πριν την έκδοση του δελτίου από την ΕΛΣΤΑΤ ο πρωθυπουργός δήλωνε στο Υπουργικό Συμβούλιο πως η Ελλάδα «έχει επιστρέψει μετά από πολλά χρόνια στους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην ευρωζώνη».