Γράφει ο Γιώργος Αργυρόπουλος*
Γυρίζοντας την Ελλάδα την περίοδο των διακοπών καταλαβαίνει κανείς κοιτώντας λίγο καλύτερα ότι δεν υπάρχει σοβαρός τουρισμός. Η προχειρότητα επικρατεί σε όλο της το μεγαλείο. Υπάρχουν πάντα ωραία μαγαζιά, ”έξυπνα” αλλά η πλειοψηφία παραμένει πολύ πίσω.
«Επαρχιώτικος» τουρισμός μέχρις εσχάτων, ξαπλώστρες μπροστά στο κύμα της θάλασσας και εξυπηρέτηση πολύ μέτρια χωρίς φυσικά να φταίνε οι σερβιτόροι αλλά γενικά η διεύθυνση και οργάνωση του κάθε μαγαζιού. Στα νησιά δε φέτος, και από δική μου εμπειρία και από γνωστούς και φίλους που μίλησα, αξιοσημείωτο είναι ότι δεν υπάρχουν Έλληνες πλέον. Παντού βλέπεις ξένους τουρίστες από όλο τον κόσμο.
Τα κροκοδείλια δάκρυα των ενώσεων ξενοδόχων για το ότι δε μπορούν να πάνε διακοπές οι Έλληνες και σε αυτό φταίει η Πολιτεία είναι τόσο ψεύτικα όσο η ψεύτικη εξυπηρέτηση στους ξένους τουρίστες. Δεν τους απασχολεί καθόλου. Αν η δουλειά τρέχει κανονικά τότε όλα είναι μια χαρά. Γι’ αυτό όταν μιλάμε για κρίση και πού υπάρχει οφείλουμε να μιλάμε ειδικά και όχι γενικά. Δεν υφίσταται ο λαός τη κρίση γενικά. Υπάρχουν ομάδες του λαού/πληθυσμού που τα εισοδήματά τους είναι ίδια, περισσότερα ή έχουν πέσει αλλά όχι σε σημείο αναζήτησης επιβίωσης.
Η παραπάνω διαπίστωση δυστυχώς δεν γίνεται αντικείμενο ανάλυσης από τα κλασσικά αριστερά κόμματα τα οποία αναφέρονται στην κρίση του λαού συνολικά και αόριστα. Οι καλοκαιρινές εξορμήσεις και διακοπές είναι ένα χρήσιμο εργαλείο μέτρησης αυτής της διαπίστωσης. Η γκρίνια και η μεμψιμοιρία του χειμώνα αντικαθίστανται από στιγμές ξεγνοιασιάς και ανεμελιάς σαν ο χρόνος να σταμάτησε προσωρινά για μία βδομάδα, δύο βδομάδες, όσο διαρκούν οι διακοπές.
Το ελληνικό καλοκαίρι ήταν ανέκαθεν έτσι. Πρόχειρο για τους περισσότερους με ετοιμασίες της τελευταίας στιγμής, επιχειρήσεις να οργανώνονται σε χρόνο ρεκόρ για να λάβουν το καλοκαιρινό τους ‘’ντύσιμο’’ και βεβιασμένες κινήσεις που σε κρατούν δέσμιο της χρονιάς που πέρασε.
Φέτος ωστόσο άρχισε να γίνεται και καλοκαίρι για λίγους. Ο μέσος Έλληνας δυσκολεύεται πολύ για ποιοτικές διακοπές πλέον και συμβιβάζεται με τις ‘’διακοπές στο χωριό’’, στην περιοχή καταγωγής του ίδιου ή των γονέων του.
Από την άλλη, εκτιμήσεις του Υπουργείου Τουρισμού κάνουν λόγο για 17,5 εκατομμύρια ξένους τουρίστες φέτος στην Ελλάδα που αποτελεί αριθμό ρεκόρ. Υπάρχουν νησιά, μάλιστα, που προσελκύουν συγκεκριμένες εθνικότητες τουριστών. Έρχονται, αφήνουν τα λεφτά τους, περνάνε καλά και φεύγουν. Αυτή είναι η σχέση που έχουν αναπτύξει με τη χώρα. Ξέρουν –η πλειοψηφία- ότι δεν είμαστε για κάτι παραπάνω, παρά για παροχή υπηρεσιών τουρισμού αυτού του είδους. Από την κατάσταση αυτή ωφελούνται συγκεκριμένα επαγγέλματα του τουριστικού κλάδου οι οποίοι όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, όπως φέτος, πετάνε τη σκούφια τους. Ούτε κακή και αναποτελεσματική κυβέρνηση υπάρχει μήτε πιεστική τρόικα. Όλοι περιχαρείς οι παράγοντες του τουρισμού βγαίνουν και διαλαλούν την επιτυχία τους.
Συμπερασματικά, αυτός είναι ο τουρισμός στη χώρα μας. Γρήγορος , μέτριος ποιοτικά και μη δημιουργικός. Πλέον υπάρχει και ακόμα ένα στοιχείο. Δεν είναι για τους κατοίκους της. Είναι για εκείνους που έχουν το βαλάντιο να κινήσουν τη ‘’μηχανή’’ και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους ξένους τουρίστες.
* Ο Γιώργος Αργυρόπουλος είναι ασκούμενος δικηγόρος, μεταπτυχιακός φοιτητής Δημοσίου Δικαίου Νομικής Δ.ΠΘ.