Του Ιπποκράτη Χατζηαγγελίδη*
Το Αληθινό Συμπέρασμα των Δημοσκοπήσεων
Διάβασα διάφορα σχόλια για τη δημοσκόπηση του Ελευθέρου Τύπου, η οποία δείχνει ότι μειώνεται η απόσταση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ & Ν.Δ., ενώ τα ποιοτικά στοιχεία είναι σαφώς καλύτερα για τη Ν.Δ. Διάβασα και θριαμβολογίες οπαδών της Ν.Δ., αλλά και -ακόμη περισσότερα- σχόλια ότι η δημοσκόπηση είναι εμφανώς στημένη.
Και μόνο το γεγονός ότι υπάρχουν τόσα σχόλια που αμφισβητούν την εγκυρότητα της δημοσκοπήσεως δείχνει ότι η Ν.Δ. δεν διαθέτει, πλέον, την εμπιστοσύνη της σιωπηλής πλειοψηφίας, ακόμη και ανθρώπων που ενδεχομένως θα την ψηφίσουν στη λογική του «μη χείρον βέλτιστον». Ούτως ή άλλως, όσοι στοιχειωδώς γνωρίζουν την πιάτσα των δημοσκοπήσεων ξέρουν ότι ουδείς -σχεδόν- κάνει σοβαρή δουλειά και πάντως όχι όταν ο πελάτης έχει τον περιορισμένο προϋπολογισμό μιας εφημερίδος. Όμως, όντως, η δημοσκόπηση μοιάζει στημένη. Αυτή είναι και η δική, διαισθητική άποψη. Όλοι νοιώθουμε ότι το παιχνίδι της πρωτιάς είναι χαμένο για τη Ν.Δ. ενώ, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι επικοινωνιακές προσπάθειες απλώς γυρίζουν εναντίον της.
Όσες στημένες δημοσκοπήσεις και να κάνει η Ν.Δ. δεν πρόκειται να αλλάξει το αποτέλεσμα των εκλογών, όποτε και αν αυτές γίνουν. Οι άνθρωποι του Μαξίμου -είναι προφανές σε όσους ξέρουν ιστορία ή/και θυμούνται- πάσχουν από το «σύνδρομο Ράλλη», του 1981, ο οποίος ούτε καν ήθελε να ακούσει τις δημοσκοπήσεις (όπως και όσο τις κάνανε τότε), αλλά και όσους του έλεγαν ότι θα συντριβεί. Είναι τόσα πολλά τα λάθη της Ν.Δ. και της κυβερνήσεως που δεν υπάρχει δυνατότητα εκλογικής ανακάμψεως. Δυστυχώς, για τον Αντώνη Σαμαρά και τους συνεργάτες του, χάνουν ψηφοφόρους ακόμη και προς τον ΣΥΡΙΖΑ! Στην καλύτερη περίπτωση, θα πετύχουν να σταθεροποιήσουν το ποσοστό τους περί το 20%. Τώρα πια, ακόμη και η προβολή των όποιων επιτευγμάτων -αν και δεν υπάρχουν αληθινά επιτεύγματα- θα πέσουν στο κενό. Οι επαγγελματίες της επικοινωνίας ξέρουν ότι όποιο εργαλείο και αν χρησιμοποιήσει η Ν.Δ. θα λειτουργήσει εις βάρος της. Η καλύτερη επιλογή είναι μια περίοδος πολύ χαμηλού προφίλ και αθόρυβης δουλειάς, ώστε να μην δοθεί και η ελάχιστη αφορμή για επικοινωνιακές γκάφες από τους πάσης φύσεως ντινόπουλοβουλτεψήδες, αλλά και για να καταστεί πιο σαφής η κενολογία του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, ούτε η αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ είναι εξασφαλισμένη και -παρ’ ότι δεν μπορώ να το τεκμηριώσω- πιστεύω ότι δεν θα την κατακτήσει. Δεν είναι μόνο τα πολλά βαρίδια. Είναι ότι δεν έχει κατορθώσει να πείσει την σιωπηλή πλειοψηφία. Δεν έχει ούτε τον αέρα του Ανδρέα Παπανδρέου, ούτε το κόμμα του Γιώργου Γεννηματά.
– Ο Τσίπρας κάνει αγωνιώδεις προσπάθειες να αποκτήσει προσωπικό κύρος, ο Παπανδρέου δεν το είχε ανάγκη. Δεν πήγε να δει κανέναν προ των εκλογών του ’81, ενώ έφερε και τον Γκονζάλες -ήδη εκλεγμένο Πρωθυπουργό- και τον έβγαλε στο μπαλκόνι στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης!
– Ο Παπανδρέου είχε ένα κόμμα ξεκαθαρισμένο και ενωμένο. Οι παιδικές ασθένειες είχαν περάσει ήδη από το 1976. Ο Γιώργος Γεννηματάς (πρωτίστως) είχε στήσει το πρώτο αληθώς μαζικό κόμμα στην Ελλάδα, με τον οργανωτικό του πυρήνα σε στενή διασύνδεση με το συνδικαλιστικό κίνημα των δημοσίων επιχειρήσεων και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Επίσης, με την προσχώρηση Σημίτη στο ηγετικό μπλοκ -και την συνακόλουθη διάλυση της Δημοκρατικής Άμυνας, συν-ιδρύτριας του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- είχε πάψει και κάθε ιδεολογική αμφισβήτηση. Ο Τσίπρας είναι υποχρεωμένος να δίνει αναφορά σε κάθε παρανοϊκή συνιστώσα, η οποία τον εκβιάζει χωρίς να μπορεί να του προσφέρει τίποτα. Όμως, η πλήρης έλλειψη ελέγχου τον υποχρεώνει να συμβιβάζεται με ανθρώπους που έχουν εντελώς διαφορετική ατζέντα. Το γεγονός ότι κατά την επίσκεψη στο Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, συνοδευόταν από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, είναι απολύτως χαρακτηριστικό.
Αμφότερα τα δυο μεγάλα κόμματα επιβιώνουν λόγω ελλείψεως εναλλακτικών λύσεων. Και, βεβαίως, ούτε οι διάφοροι ψεκασμένοι και καμμένοι ή/και η Χ.Α. είναι εναλλακτική λύση για τη Δεξιά, ούτε το μεταμφιεσμένο ΠΑ.ΣΟ.Κ., η ΔΗ.ΠΑΡ. είναι λύση για την κεντροαριστερά, πολλώ δε μάλλον που τα ορφανά του σημιτικού εκσυγχρονισμού απέκτησαν πολιτική έκφραση στο Ποτάμι.
Ίσως το πιο σημαντικό, το πιο σταθερό -και γι’ αυτό εντελώς αδιαμφισβήτητο- εύρημα των δημοσκοπήσεων να είναι η σταθερή αύξηση όσων απορρίπτουν το σύνολο του υφισταμένου πολιτικού συστήματος. Οι αναγωγές σχετική μόνο αξία έχουν. Αυτοί οι πολίτες έχουν πλέον οριστικώς χειραφετηθεί και η ψήφος τους είναι μη ανιχνεύσιμη. Το πολιτικό σύστημα είναι πλήρως απαξιωμένο και απλώς αναζητείται ο τρόπος που θα αντικατασταθεί και τα νέα πρόσωπα. Αργά η γρήγορα θα προκύψουν, στην πολιτική, όπως και στη φύση, δεν υπάρχουν κενά.
Αν μέχρι τις εκλογές -αν αυτές γίνουν το 2016- εμφανισθεί ένα νέο κίνημα στο χώρο της κεντροδεξιάς, απαλλαγμένο από τα γελοία φιλοαριστερά φετίχ και τις κρατικίστικες ιδεοληψίες του καραμανλισμού, τότε μπορεί να δημιουργήσει τέτοια συσπείρωση που η αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να χαθεί οριστικώς. Με άξονες την φιλελεύθερη αναπτυξιακή οικονομική πολιτική και την αποκατάσταση της εθνικής & εσωτερικής ασφαλείας, το νέο αυτό κίνημα δεν θα δυσκολευθεί να αποκτήσει την εμπιστοσύνη της σιωπηλής πλειοψηφίας ώστε, στις δεύτερες εκλογές -που θα γίνουν λόγω ελλείψεως αυτοδυναμίας- να πάρει τη θέση της Ν.Δ. και, αργά ή γρήγορα, να αποκτήσει αυτοδυναμία. Αν μάλιστα, οι πρώτες εκλογές αναδείξουν κυβέρνηση συνασπισμού, τότε το κίνημα αυτό θα έχει όλη την άνεση χρόνου να καταστεί κυρίαρχο μέχρι τις επόμενες εκλογές, οι οποίες δεν θα αργήσουν πολύ.
*Ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης είναι χρηματοπιστωτικός σύμβουλος επιχειρήσεων.