Γράφει η Όλγα Μακρίδη
Με την ολοκλήρωση της συνάντησής του με τον Πρωθυπουργό, ο κος Βενιζέλος δηλώνει ότι αποφασίστηκαν δυο θεσμικές κινήσεις πολιτικής σταθερότητας. Η συγκυβέρνηση θα καταθέσει πρόταση για να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης από το Κοινοβούλιο και οι βουλευτές θα κληθούν να αποφασίσουν, αν θα δοθεί παράταση στη διάρκεια ζωής της ή θα οδηγηθούμε σε πρόωρες εκλογές.
Με τον τρόπο αυτό απαντά στο διαρκές αίτημα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες και θέτει προ των ευθυνών τους τους βουλευτές της «εσωκομματικής αντιπολίτευσης» για να εκδηλώσουν με ψήφο τις προθέσεις τους για τη συνέχιση της συγκυβέρνησης.
Στο πολιτικό «πόκερ» που παίζεται αυτές τις ημέρες στα ΜΜΕ και θα συνεχιστεί θεσμικά στην αίθουσα του Κοινοβουλίου, την ‘έμπνευση’ για τη συγκεκριμένη κίνηση θα καταλογίσουμε στον κ. Βενιζέλο, ο οποίος ως άριστος γνώστης του γράμματος του νομοθέτη, χρησιμοποιεί το Σύνταγμα ως εργαλείο παραγωγής πολιτικού λόγου και βαλβίδα «αποσυμπίεσης» της φορτισμένης πολιτικής ατμόσφαιρας προκειμένου να διασφαλίσει τη συνοχή της συγκυβέρνησης και την απρόσκοπτη συνέχεια του κυβερνητικού έργου. Έτσι και πολύτιμος χρόνος θα κερδηθεί, μέχρι να αρχίσουν οι διαδικασίες για την προεδρική εκλογή, και η γκρίνια στο εσωτερικό ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, ο πιο έντονος πονοκέφαλος για τους αρχηγούς και των δυο κομμάτων, θα κοπάσει.
Επιπλέον, λαμβάνοντας την ψήφος εμπιστοσύνης της παρούσας Βουλής, όταν θα κατατεθεί το νομοσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2015, θα έχουν περιορίσει τις όποιες «διαρροές» μπορεί να υπάρξουν και θα διασφαλίσουν την έγκρισή, για να καθησυχάσουν την τρόικα, τους δανειστές και τους Ευρωπαίους εταίρους για την πορεία της Ελληνικής οικονομίας. Το πιο σημαντικό; «Δένουν τα χέρια» της Αντιπολίτευσης, αφού βάσει Συντάγματος πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας δεν μπορεί να κατατεθεί πριν την πάροδο εξαμήνου. Η Κυβέρνηση θωρακίζεται θεσμικά και καμία κοινοβουλευτική διεργασία αποπομπής της δεν μπορεί να δρομολογηθεί, όσο σφοδρή και να είναι η αντίδραση της μείζονος ή ελάσσονος αντιπολίτευσης στην όποια ενέργειά της θέλουν να αντιταχθούν.
Είναι όμως το μεγάλο «πολιτικό ρίσκο» που οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές αφήνουν να εννοηθεί; Τι διαφορετικό θα μπορούσε να κάνει η Κυβέρνηση όταν δημοσκοπικά διατηρεί μεγάλη απόσταση από το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, όταν το εσωτερικό των κομμάτων της συγκυβέρνησης αναβράζει με «απρόθυμους» βουλευτές να κυρώσουν το σχέδιο προϋπολογισμού του 2015, όταν η τρόικα πιέζει για τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων λιτότητας και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν κρύβουν την ανησυχία για μία ενδεχόμενη πολιτική αποσταθεροποίηση;
Το μόνο λογικό είναι «να παίξει τα ρέστα της». Να πάρει πίστωση χρόνου για να εφαρμόσει την πολιτική της, να παλέψει να κερδίσει το χαμένο έδαφος στα μάτια και τη συνείδηση του λαού, να έχει το χρονικό περιθώριο να αποδομήσει σταδιακά τις θέσεις και προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και να πάρει μια βαθιά «ανάσα» 6 μηνών για να ολοκληρώσει τις όποιες διεργασίες στην αναζήτηση της πολυπόθητης συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Για ποιο πολιτικό ρίσκο μιλάμε συνεπώς; Σε πόσο δυσμενέστερη θέση θα μπορούσε να βρίσκεται με τέτοιο pressing που δέχεται εντός και εκτός συνόρων; Μιλούμε ξεκάθαρα για την ανάγκη επιβίωσης μιας συγκυβέρνησης, τα θεμέλια της οποίας είναι σαθρά και οι ενέσεις «τσιμέντου» στις κολώνες της θεσμικής της κατοχύρωσης απαραίτητες για να μην καταρρεύσει το κτίσμα. Με χαρτοπαιχτικούς όρους, όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις και αυτά που διαφαίνονται ότι θα κερδίσεις είναι περισσότερα, τότε καλά κάνεις και «μπλοφάρεις» ποντάροντας στην αδυναμία του αντιπάλου να απαντήσει με πιο δυνατό χαρτί. Και δυστυχώς για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή φαίνεται να μη το διαθέτει…