Το βράδυ της Τρίτης, μέσα σε κλίμα έντασης και αντιπαραθέσεων αναμένεται να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός του 2019, στη Βουλή των Ελλήνων.
Την ίδια ώρα όμως, μια απόφαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, δημιουργεί αβεβαιότητα για την εφαρμογή του.
Εάν επικυρωθεί και από την Ολομέλεια, η απόφαση του ΣΤ’ Τμήματος του ΣτΕ που κρίνει αντισυνταγματική την περικοπή των δώρων στους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους, συνεπάγεται ένα πρόσθετο κόστος 1,6 δισ. ευρώ τον χρόνο για το Δημόσιο, χωρίς να υπολογίζονται τα αναδρομικά.
Το πρόβλημα που ανακύπτει όμως είναι ότι ο Κρατικός Προϋπολογισμός δεν προβλέπει ούτε 1 ευρώ για τα δώρα στο Δημόσιο. Ούτε 1 ευρώ δεν προβλέπει όμως, για να επιστραφούν και οι περικοπές Δώρων στις συντάξεις, που είναι δεδομένο από τον Ιούνιο του 2015 ότι έχουν κριθεί αντισυνταγματικές.
Και ενώ η Ελλάδα ζούσε και ζει στον πυρετό των αιτήσεων και αγωγών κατά του ΕΦΚΑ για τις παλαιές συντάξεις μετά τις αποφάσεις του ΣτΕ, σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες επίκειται και η έκδοση απόφασης για την ακύρωση ή μη και του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου (ν.4387/2016). Τυχόν ακύρωση, θα σημαίνει ότι όχι μόνον οι παλαιοί συνταξιούχοι θα ζητούν ακόμα μεγαλύτερα ποσά συντάξεων (πέραν εκείνων που κρίθηκαν από το 2015), αλλά και οι νέοι συνταξιούχοι θα αξιώσουν επίσης να λάβουν όλα όσα παίρνουν οι παλαιοί συνταξιούχοι! Σε τέτοια περίπτωση θα ανοίξει «ο ασκός του Αιόλου», αφού οι συνολικές αξιώσεις θα εκτιναχθούν έτσι στα 8 ή και 10 δισ. ευρώ τον χρόνο, σχεδόν τα τριπλάσια δηλαδή από τα μόλις 3,5 δισ. (2% του ΑΕΠ) που οι θεσμοί προέβλεπαν στις Εκθέσεις τους σαν πιθανό κόστος των αποφάσεων του ΣτΕ. Και μάλιστα, έβαζαν και τον «αστερίσκο» ότι σε τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να λάβει ξανά άλλα ισοδύναμα νέα μέτρα λιτότητας, για να καλύψει το κόστος συμμόρφωσης στις δικαστικές αποφάσεις!