Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Συνήθως, τα ψηφοδέλτια Επικρατείας των κομμάτων φιλοξενούν “λαμπερά” ονόματα, “επώνυμους” της πρώτης γραμμής της δημοσιότητας γενικώς αλλά και της show biz ειδικώς. Δεν λείπουν όμως και οι περιπτώσεις που κάποιος ή κάποια τοποθετείται στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας γιατί προορίζεται για κάποιο συγκεκριμένο – νευραλγικό ρόλο από το κόμμα που φιλοδοξεί να κυβερνήσει. Γιατί είναι απαραίτητος/η για την “επόμενη μέρα” της διακυβέρνησης, και το κόμμα δεν θέλει να τον ή την υποβάλει στη φθορά της δοκιμασίας του σταυρού.
Η Ράνια Αντωνοπούλου, δεύτερη και ένα από τα δυνατά “χαρτιά” στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, ανήκει σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία. Και συγκεκριμένα, ο νευραλγικός ρόλος για την οποία την προορίζει ο Αλέξης Τσίπρας είναι να αναλάβει το project management του έργου “300.000 νέες θέσεις εργασίας”. Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν το ζήτημα αυτό κορυφαίας σημασίας για την επιτυχία της νέας κυβέρνησης, καθώς εκτιμούν ότι -σε συνδυασμό και με την αύξηση του κατώτατου μισθού από 586 ευρώ σε 751 ευρώ- μπορεί να εδραιώσει την αναπτυξιακή δυναμική στην οικονομία και να αλλάξει ριζικά τις μαζικές κοινωνικές διαθέσεις υπέρ της κυβέρνησης.
Το πρόγραμμα αυτό κατείχε περίοπτη θέση στις δεσμεύσεις που ανέλαβε ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της ΔΕΘ το Σεπτέμβριο, αλλά η επεξεργασία του ανήκει αποκλειστικά στην κ. Αντωνοπούλου και τους συνεργάτες της. Η επεξεργασία αυτή δημοσιεύτηκε στο τεύχος 138 του Public Policy Brief το 2014, έκδοσης του Levy Economics Institute, στο οποίο η κ. Αντωνοπούλου κατέχει τη θέση της ανώτερης ερευνήτριας.
Συνοπτικά, οι συντεταγμένες του προγράμματος είναι οι εξής:
- Στηρίζεται στην κεϊνσιανή προσέγγιση, που υποστηρίζει ότι σε περιπτώσεις βαθιών κρίσεων όπως αυτή που βιώνει τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία, οι λεγόμενες “ενεργητικές πολιτικές” για την απασχόληση, που αποσκοπούν στην ποιοτική καλυτέρευση της προσφοράς εργασίας έχουν οριακά αποτελέσματα. Αντ’ αυτών, απαιτούνται πολιτικές άμεσης και μαζικής δημιουργίας θέσεων εργασίας από το κράτος, που πρέπει να λειτουργήσει σαν “εργοδότης τελευταίας καταφυγής”.
- Ανάμεσα στα μίνιμουμ (200.000 θέσεις εργασίας) και τα μάξιμουμ (550.000 θέσεις εργασίας) σενάρια, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε το ενδιάμεσο: τη δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας. Βάσει των υπολογισμών της κ. Αντωνοπούλου και των συνεργατών της, χάρη στην έμμεση επίδραση του προγράμματος στην οικονομία (αύξηση κατανάλωσης, φορολογικών εσόδων και ασφαλιστικών εισφορών), θα δημιουργηθούν άλλες 120.000 θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Έτσι, το συνολικό όφελος θα είναι 420.000 νέες θέσεις εργασίας στον πρώτο χρόνο εφαρμογής του.
- Το πρόγραμμα θα παρέχει αμειβόμενη εργασία με τον κατώτατο μισθό (που θα αυξηθεί στα 751 ευρώ) και με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη και θα διαρκεί 12 μήνες. Στη συνέχεια, οι εργαζόμενοι του προγράμματος θα απολύονται και θα μπαίνουν στο ταμείο ανεργίας, αλλά ελπίζεται ότι η ώθηση που θα έχει δοθεί στην οικονομία, θα παραγάγει μια δυναμική η οποία θα εμπεδώσει πολλά από τα άμεσα κέρδη του προγράμματος.
- Το κόστος του προγράμματος θα ανέλθει σε 1,2% του ΑΕΠ (περίπου 3,5 δισ. ευρώ) και θα χρηματοδοτηθεί στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών εργαλείων που εξήγγειλε ο ΣΥΡΙΖΑ: ΕΣΠΑ, ΤΧΣ κ.λπ.
- Η επίπτωσή του στην ανεργία θα είναι θεαματική: μείωση κατά το ένα τρίτο περίπου (κατά 35%), που σημαίνει μείωση από τα επίπεδα του 25,5% σε 17% περίπου.
Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, το πρόγραμμα δεν έχει απλώς και μόνο μεγάλη οικονομική “προστιθέμενη αξία”, αλλά και ακόμη μεγαλύτερη πολιτική “προστιθέμενη αξία”. Και γι’ αυτό, η υποψηφιότητα της κ. Αντωνοπούλου είναι νευραλγικής σημασίας για τον Αλέξη Τσίπρα…
Υ.Γ. Η Ράνια Αντωνοπούλου έχει “βαρύ” βιογραφικό: Καθηγήτρια στο Bard College, διευθύντρια του τμήματος έρευνας για την ισότητα των φύλων του Levy Economics Institute στη Νέα Υόρκη και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ. Έχει δημοσιεύσει τις μελέτες της σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά όπως το Journal of Income Distribution, Feminist Economics Journal, Eastern Economic Review και σε βιβλία, και έχει παρουσιάσει τις εργασίες της σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών.