Πώς η πανδημία «φορτώνει» τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας. Δεν απειλείται άμεσα η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι βασικές παραδοχές και οι αυστηρές προϋποθέσεις.
Φωτιά στο δημόσιο χρέος χωρίς, όμως, να απειλείται η βιωσιμότητά του, τουλάχιστον έως το 2030, βάζει η πανδημία με την Τράπεζα της Ελλάδος να εκτιμά στο βασικό της σενάριο πως θα χρειαστούν 25 χρόνια προκειμένου οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες να επιστρέψουν στο επίπεδο του σεναρίου προ πανδημίας .
Ένα διάγραμμα το οποίο ενσωματώνεται στην έκθεση του Διοικητή της ΤτΕΕΛΛ -0,12% είναι αποκαλυπτικό των επιπτώσεων. Το δημόσιο χρέος ξεπέρασε πέρυσι το 200% του ΑΕΠ και λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις επιπτώσεις της πανδημίας με την διόγκωση του δανεισμού όσο και τις θετικές επιδράσεις από την αξιοποίηση των 32 δισ. ευρώ του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης θα επανέλθει κάπου μεταξύ του 2040 και του 2045 στην τροχιά που θα διέγραφε εάν δεν είχε μεσολαβήσει ο παγκόσμιος εφιάλτης. Το ίδιο χρονικό ορόσημο φαίνεται και για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες.
Πέρυσι, οι αρχικές εκτιμήσεις ανέφεραν εκτίναξη του δημοσίου χρέους στο 208,9% του ΑΕΠ με άλμα σχεδόν 30 μονάδων σε σχέση με το 180,5% του ΑΕΠ το 2019. Το γεγονός πως δεν γνωρίζουμε ακόμα το τελικό μέγεθος της ύφεσης (-8,2% σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ), καθιστά αδύνατη την ακριβή εκτίμηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Η TτΕ στην αναθεωρημένη εκτίμησή της αναφέρει πως το δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε πέρυσι στο 205% του ΑΕΠ.
Είναι πολύ σημαντικό όμως το γεγονός πως σε όλα τα σενάρια, ακόμα και χωρίς τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης ή και με υψηλότερο κόστος δανεισμού, κατά τους υπολογισμούς της TτΕ, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν εντός του μακροπρόθεσμου ορίου βιωσιμότητας 20% του ΑΕΠ .
Η ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους όμως υπόκειται σε μεγάλες αβεβαιότητες, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της υγειονομικής κρίσης. Οι αρνητικές επισφάλειες , σύμφωνα με την TτΕ σχετίζονται κυρίως με τέσσερις παράγοντες:
Ενδεχόμενη καθυστέρηση του προγράμματος εμβολιασμών θα οδηγήσει σε παράταση της επιβολής περιοριστικών μέτρων, θα καθυστερήσει την ανάκαμψη και θα απαιτήσει επιπλέον μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης, διευρύνοντας περαιτέρω το πρωτογενές έλλειμμα και αυξάνοντας το χρέος.
Πιθανή αντιστροφή των πολύ ευνοϊκών συνθηκών στις διεθνείς αγορές και απόσυρση της στήριξης των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ μετά το τέλος του PEPP (για όσο διάστημα τα ελληνικά ομόλογα υπολείπονται της επενδυτικής βαθμίδας αξιολόγησης) ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά το κόστος αναχρηματοδότησης και να μετριάσουν ή και να αντιστρέψουν τη θετική συμβολή της διαφοράς μεταξύ έμμεσου επιτοκίου και ρυθμού ανάπτυξης (snowball effect).
Μια πιο αργή ανάκαμψη της οικονομίας έναντι του βασικού σεναρίου ενδέχεται να δυσχεράνει την αποπληρωμή των αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων, των κρατικών δανείων και των δανείων υπό κρατική εγγύηση που έχουν χορηγηθεί για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης της οικονομίας.
Κίνδυνοι θα μπορούσαν επίσης να προκύψουν και από μια νέα αύξηση του ήδη υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Αντίθετα , θετική συμβολή στην ταχύτερη μείωση του χρέους έναντι του βασικού σεναρίου θα έχουν μια πιο εμπροσθοβαρής εκταμίευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και η αξιοποίηση πρόσθετων ευρωπαϊκών πόρων για τη χρηματοδότηση των υφιστάμενων μέτρων, σε συνδυασμό με τη διατήρηση ή ενδεχομένως την ενίσχυση της ιδιαιτέρως διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής.
Η Τράπεζα της Ελλάδος καταλήγει στο συμπέρασμα πως παρά την αυξημένη αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία της οικονομίας και τα δημοσιονομικά μεγέθη την περίοδο 2020-2022, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους παραμένουν περιορισμένοι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030, λόγω της ευνοϊκής διάρθρωση των αποπληρωμών, αλλά και της σύνθεσης του χρέους.
Κατ’ επέκταση, η εκτιμώμενη αύξηση του λόγου του δημόσιου χρέους και των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών προς το ΑΕΠ δεν αναμένεται να υπονομεύσει τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Σημειώνει όμως πως η εκτίμηση αυτή τελεί υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι προσωρινού χαρακτήρα και η μακροοικονομική ισορροπία θα αποκατασταθεί σύντομα, ενώ διατηρείται υψηλό το ταμειακό απόθεμα ασφαλείας, ώστε να περιοριστεί το κόστος αναχρηματοδότησης των μεσομακροπρόθεσμων χρηματοδοτικών αναγκών.
Πηγή: Euro2day.gr