O Ρενέ Λακόστ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1904 από τους αστούς γονείς Ζαν-Μαρι Μαγνταλέν και Ζαν-Ζου Λακοστ, Σε ηλικία 15 ετών εκδηλώθηκε για πρώτη φορά ο έρωτας του για το τένις. Παρ’ ότι η οικογένεια του είχε οικονομική άνεση, ο πατέρας του, Ζαν-Ζου, δεν είδε με καλό μάτι αυτό το νέο του χόμπι.
«Μπορείς να παίξεις επαγγελματικά τένις και θα σε στηρίξουμε σε αυτό, υπό έναν όρο: να γίνεις παγκόσμιος πρωταθλητής σε πέντε χρόνια», θρυλείται πως του είχε πει.
Το 1922, ο Ρενέ βρέθηκε για πρώτη φορά στα κορτ, κόντρα στους κορυφαίους. Στο Γκραν Σλαμ του Γουίμπλεντον αποκλείστηκε από τον πρώτο γύρο, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε να προπονείται σκληρά, φτάνοντας ως τον τέταρτο γύρο σε αμερικάνικο τουρνουά, ενώ και η εθνική ομάδα της χώρας του, τον συμπεριέλαβε στις κλήσεις της για αγώνες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το 1924, ο Λακόστ έφτασε ως τον τελικό του Γουίμπλεντον, χάνοντας – ειρωνικά – από τον συμπαίκτη του στην Εθνική ομάδα και σούπερσταρ της εποχής, Ζαν Βαροτρά. Όμως ο νεαρός Γάλλος επιθυμούσε όσο τίποτα άλλο τη διάκριση και δεν το έβαλε κάτω: Το 1925, με ιλιγγιώδη ταχύτητα, βρέθηκε αντίστοιχα και στον τελικό του Γουίμπλεντον (ξανά) αλλά και στον τελικό του γαλλικού πρωταθλήματος, αντιμετωπίζοντας ξανά τον Ζαν Βαροτρά, σε ένα επικό ντέρμπι της εποχής.
Τον νίκησε δύο φορές, κατακτώντας και τα δύο τρόπαια! Ήταν πια, ο κορυφαίος τενίστας στον κόσμο, είχε τηρήσει την υπόσχεση προς τον πατέρα του.
Στο μεταξύ, είχε εφεύρει και αυτό το γκάτζετ προπόνησης τενιστών, το μηχάνημα που εκτοξεύει μπάλες τένις.(Μοιάζει με όπλο στις κάτωθι φωτογραφίες, αλλά φταίει το ασπρόμαυρο χρώμα).
Πώς επινόησε το κροκοδειλάκι;
Ο θρύλος λέει πως πριν από ένα δύσκολο ματς, ο Λακόστ είχε τσεκάρει μια τσάντα με δέρμα αλιγάτορα και ύστερα είχε βάλει στοίχημα με τον αρχηγό της ομάδας της Γαλλίας, πως αν κέρδιζε, θα καλούνταν να του τη χαρίσει, όπερ και εγένετο.
Άλλες ιστορίες της εποχής λένε πως το «κροκόδειλος» ήταν ψευδώνυμο που του έδωσε ο αμερικάνικος Τύπος, ύστερα από τους αγώνες του με τον σούπερσταρ του τένις, Μπιλ Τίλντεν, σχολιάζοντας χιουμοριστικά τις κινήσεις του στο γήπεδο, που θύμιζαν το συγκεκριμένο ερπετό.
(εσείς βλέπετε κάτι που να μοιάζει με κροκόδειλο σε φωτό όπως η παρακάτω; Ας πούμε πως ήταν το χιούμορ των εφημερίδων 100 χρόνια πριν)
Στη συνέχεια, ο Ρόμπερτ Τζορτζ, φίλος του Λακοστ, του έκανε δώρο μια μπλούζα, με έναν πράσινο ζώο που παρέπεμπε σε κροκόδειλο, ραμμένο στο πέτο. Ήταν το πρώτο μπλουζάκι Lacoste της σύγχρονης ιστορίας, έστω και ανεπίσημα.
Ο Ρενέ είδε μια ευκαιρία σε αυτό το φαινομενικά απλό μπλουζάκι. Το 1933, και ενώ είχε ήδη αποχαιρετήσει το τένις, λόγω μιας αναπνευστικής πάθησης με την οποία είχε διαγνωστεί, με τη βοήθεια του επιχειρηματία Αντρέ Γκιγιέρ, ίδρυσε τη Societe Chemise Lacoste. Ως ένας proto-influencer της εποχής, έφτιαχνε μπλουζάκια αρχικά μακρυμάνικα και με γιακά – και το logo του κροκόδειλου, με μεγάλη επιτυχία, και στη συνέχεια, πάντα μπροστά από την εποχή του, εισήγαγε και το κοντομάνικο. Ο ίδιος φυσικά, ήταν το μοντέλο για τα μπλουζάκια του, τα οποία από το 1951 κυκλοφορούσαν σε πολλά χρώματα.
Τελικά ήταν κροκόδειλος ή αλιγάτορας;
Το 1996, όταν ο Λακόστ πέθανε,η διαφημιστική εταιρεία με την οποία συνεργαζόταν, δημιούργησε μια αφίσα με το λογοπαίγνιο “See you later…”, που υπονοούσε πως το πράσινο ζωάκι ήταν τελικά, αλιγάτορας.
Πώς εξηγεί ο ίδιος την επιτυχία της Lacoste
«Πιστεύω ότι κάποια πράγματα συμβαίνουν πέρα από τη λογική. Υποθέτω, θα μπορούσα να επιλέξει ένα γλυκό ζωάκι, πχ έναν κόκκορα, που είναι και κοντά στη σημειολογία της γαλλικής κουλτούρας. Αλλά, αυτό δεν θα είχε την ίδια επιτυχία» δήλωσε λίγα χρόνια πριν το θάνατο του στους New York Times. Δεν είχε άδικο.
Πηγή: reader.gr