Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σχολίασε τα αποτελέσματα από τη 12η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας από την Κομισιόν.
Σημείωσε πως διαπιστώνεται ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κερδίζει έδαφος, παρά τη συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση και προβλέπεται ότι η δυναμική αυτή θα διατηρηθεί.
Πιο συγκεκριμένα σχολίασε:
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα τη 12η Έκθεση Αξιολόγησης των θεσμών, στο πλαίσιο του καθεστώτος Ενισχυμένης Εποπτείας στο οποίο εισήλθε η χώρα το καλοκαίρι του 2018. Πρόκειται για την 9η διαδοχική θετική Έκθεση Αξιολόγησης κατά την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία. Και για την 7η Έκθεση που- παρά τις μεγάλες δυσκολίες τις οποίες έχει προκαλέσει, σε παγκόσμιο επίπεδο, η πρωτόγνωρη δοκιμασία του κορονοϊού- ολοκληρώνεται επιτυχώς. Το αποτέλεσμα αυτό είναι καρπός, και ταυτοχρόνως επιστέγασμα, της εντατικής και μεθοδικής δουλειάς, καθώς και της αποδοτικής συνεργασίας των μελών της κυβέρνησης, υπό την καθοδήγηση του πρωθυπουργού.
Η Έκθεση διαπιστώνει ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κερδίζει έδαφος, παρά τη συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση. Προβλέπει, μάλιστα, ότι η δυναμική αυτή θα διατηρηθεί, χάρη στην εφαρμοζόμενη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, καθώς και “στην αναμενόμενη ισχυρή ώθηση από την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας”. Επιπλέον, κάνει ειδική αναφορά στην αποτελεσματικότητα των μέτρων που έλαβε, και εξακολουθεί να υλοποιεί, η κυβέρνηση για την προστασία των θέσεων εργασίας σε ευάλωτους τομείς και για “τη διαφύλαξη του δυναμισμού του επιχειρηματικού τομέα στη διάρκεια της πανδημίας”.
Παράλληλα, η Έκθεση επικροτεί την ολοκλήρωση δύο σημαντικών παρεμβάσεων στα πεδία της δημοσιονομικής πολιτικής και της ενέργειας. Πρόκειται για την παρουσίαση της Λειτουργικής Ταξινόμησης των δαπανών της γενικής κυβέρνησης στον προϋπολογισμό του 2022 -η οποία επιτρέπει στους πολίτες να γνωρίζουν το σύνολο των δαπανών όλων των φορέων γενικής κυβέρνησης ανά τομέα λειτουργίας του κράτους, όπως είναι η Εκπαίδευση, η Υγεία, η Κοινωνική Προστασία, η Περιβαλλοντική Προστασία κλπ-, καθώς και για τα μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με τα οποία κλείνει η πιο μακροχρόνια υπόθεση στρέβλωσης ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επιπροσθέτως, πιστοποιεί ότι η κυβέρνηση σημείωσε σημαντική πρόοδο στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων, σε μια σειρά από τομείς, όπως είναι οι αποκρατικοποιήσεις- όπου γίνεται ειδική αναφορά στην Εγνατία Οδό, τη ΔΕΠΑ Υποδομών, τα Περιφερειακά Λιμάνια και την αξιοποίηση του ακινήτου στις Γούρνες, καθώς και στην επικαιροποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου της ΕΕΣΥΠ-, η απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας για την πραγματοποίηση επενδύσεων, η ψηφιοποίηση του κράτους, το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού στη Δημόσια Διοίκηση, το Κτηματολόγιο, το νέο πλαίσιο πιστοποίησης της αναπηρίας, η λήψη μέτρων ώστε να υιοθετηθούν οι εναπομένουσες συστάσεις της Ομάδας Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO), οι αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, η πλήρης λειτουργία της Μονάδας Ωρίμανσης Έργων του ΤΑΙΠΕΔ, το μέλλον του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, και μια σειρά μεταρρυθμίσεων στον τομέα της Δικαιοσύνης.
Ενώ, επιβεβαιώνει τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και υπογραμμίζει τα οφέλη από την προωθούμενη πρόωρη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων προς το ΔΝΤ, καθώς και ενός σημαντικού ποσού από τα διμερή δάνεια προς τις χώρες της ευρωζώνης, τα οποία συνάφθηκαν το 2010, στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Επισημαίνει ακόμα τη διατήρηση των ταμειακών διαθεσίμων της χώρας σε υψηλά επίπεδα και τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.
Τέλος, δίνει το “πράσινο φως” για την αποδέσμευση της 6ης δόσης των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα, των γνωστών ANFAs και SMPs. Υπενθυμίζεται ότι θα είναι η 5η δόση που αποδεσμεύεται μέσα σε δύο χρόνια, ενισχύοντας, συνολικά, τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας κατά περίπου 3,5 δισ. ευρώ.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν άλλη μία αναγνώριση της συστηματικής κοινής προσπάθειας όλων μας- πολιτών και Πολιτείας- στο πεδίο της οικονομίας, μέσα σε ένα περιβάλλον συνεχιζόμενων- σε διεθνές επίπεδο- μεγάλων δυσκολιών και προκλήσεων. Αναγνώριση η οποία, όμως, δεν μας κάνει να εφησυχάσουμε. Αντιθέτως, συνεχίζουμε ακόμα πιο εντατικά τη σκληρή δουλειά, λειτουργώντας με σχέδιο, υπευθυνότητα, εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας και τις δυνατότητες της πατρίδας μας, ώστε να ξεπεράσουμε τις διαδοχικές, εξωγενείς κρίσεις και να καταστήσουμε την Ελλάδα ολόπλευρα πιο ισχυρή».
Τι αναφέρει η έκθεση των ευρωπαϊκών θεσμών
ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η έκθεση επισημαίνει ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κερδίζει έδαφος, παρά τη συνεχιζόμενη πανδημία. Μετά από ένα ισχυρό πρώτο εξάμηνο του έτους και την καλύτερη από το αναμενόμενο τουριστική περίοδο, η Επιτροπή προβλέπει ότι η ανάπτυξη το 2021 θα φτάσει το 7,1% του ΑΕΠ, φτάνοντας ουσιαστικά σε επίπεδα προ-πανδημίας. Το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,2% το 2022. Αν και εξακολουθεί να είναι πολύ έντονος ο αντίκτυπος της πανδημίας, αναμένεται να μειωθεί σταδιακά με τη συνεχιζόμενη εκστρατεία εμβολιασμού. Η διευκολυντική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη ισχυρή ώθηση από την εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας, πρόκειται να διατηρήσουν τη δυναμική στο μέλλον. Η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική, χάρη και στα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης που συνέχισαν να προστατεύουν τις θέσεις εργασίας σε ευάλωτους τομείς.
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η έκθεση τονίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική πρόκειται να παραμείνει διευκολυντική το 2021 και να συνεχίσει να υποστηρίζει την ανάκαμψη καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022. Οι προβλέψεις της Επιτροπής και των ελληνικών αρχών ευθυγραμμίζονται σε γενικές γραμμές και προβλέπουν σημαντική μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022. Η Επιτροπή προβλέπει ότι το 2021 το πρωτογενές έλλειμμα παρακολουθείται υπό ενισχυμένη εποπτεία για βελτίωση από 7,6% του ΑΕΠ το 2021 σε 1,2% του ΑΕΠ το 2022. Η βελτίωση του ισοζυγίου που προβλέπεται για το 2022 αντανακλά τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη και τη σταδιακή κατάργηση των περισσότερων μέτρων έκτακτης ανάγκης.
Το έλλειμμα που προβλέπει η Επιτροπή για το 2022 είναι κάπως υψηλότερο από ό,τι προβλεπόταν την άνοιξη του 2021. Η αναθεώρηση αντικατοπτρίζει το κόστος των πρόσθετων μέτρων και τις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες το 2022 λόγω της παράδοσης στρατιωτικού εξοπλισμού νωρίτερα από ό,τι είχε προγραμματιστεί , με επιδείνωση του ισοζυγίου 0,1% του ΑΕΠ το 2022.
Η έκθεση τονίζει ότι τα περισσότερα από τα μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία θα καταργηθούν σταδιακά έως το τέλος του 2021, αλλά ελήφθησαν πρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων των ζημιών από τις πυρκαγιές και υιοθετήθηκαν επίσης μικρά μόνιμα μέτρα. Τα περισσότερα από τα μέτρα που εγκρίθηκαν για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που πλήττονται από την κρίση αναμένεται να αρθούν σταδιακά έως το τέλος του 2021. Τα μέτρα στήριξης αναμένεται να έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο 6,4% του ΑΕΠ το 2021 και 1,4% του ΑΕΠ το 2022. Τα μέτρα που θα παραμείνουν σε ισχύ το 2022 αποσκοπούν στη στήριξη της ανάκαμψης, στην τόνωση της συνολικής ζήτησης και απασχόλησης και στην περαιτέρω υποστήριξη του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΧΡΕΟΥΣ
Στην έκθεση περιλαμβάνεται και η νέα έκθεση βιωσιμότητας του χρέους, σύμφωνα με την οποία ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ κινείται πτωτικά από 203% του ΑΕΠ το 2021, υποχωρώντας κάτω από το 200% το 2023.
Στο βασικό σενάριο, το χρέος μειώνεται σε περίπου 54% του ΑΕΠ το 2060, ενώ οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν κάτω από το 15% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.
Η νέα έκθεση βιωσιμότητας του χρέους δείχνει ότι οι κίνδυνοι παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητοι σε σύγκριση με την 11η έκθεση, αλλά η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή. Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους παραμένουν συγκρατημένοι, ενώ οι κίνδυνοι είναι πιο σημαντικοί μακροπρόθεσμα στα σενάρια «χαμηλής ανάπτυξης» και «ασφάλιστρων υψηλότερου κινδύνου».
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Διαπιστώνεται ότι οι ελληνικές αρχές ολοκλήρωσαν με επιτυχία τη μεταρρύθμιση του ενεργειακού τομέα, καθώς εγκρίθηκαν μέτρα στο πλαίσιο της αντιμονοπωλιακής επανόρθωσης που επιτρέπουν στους ανταγωνιστές της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), της ελληνικής κρατικής εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας, να αγοράζουν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια σε πιο μακροπρόθεσμη βάση.
Επιπλέον, διαπιστώνεται ικανοποιητική πρόοδος, μεταξύ άλλων, στην απλούστευση της νομοθεσίας για την αδειοδότηση επενδύσεων, στην Ελληνική Εταιρεία Περιουσίας και Συμμετοχών η οποία ολοκλήρωσε τις εργασίες για την επικαιροποίηση του στρατηγικού της σχεδίου, ενώ συμφωνήθηκε σύμβαση εκτέλεσης για τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (ΟΑΣΑ).
Επίσης, υπήρξε συνολικά καλή πρόοδος με τις συνεχιζόμενες συναλλαγές ιδιωτικοποιήσεων τους τελευταίους μήνες. Πρώτον, μετά την επιλογή του προτιμώμενου επενδυτή για τη μακροπρόθεσμη παραχώρηση της Εγνατίας οδού και δεύτερον, μετά την επιλογή του προτιμητέου επενδυτή για την πώληση της Υποδομής της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ).
Σημειώνεται, επίσης, ότι οι αρχές επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους να προχωρήσουν στη μεταρρύθμιση του φόρου ακίνητης περιουσίας ΕΝΦΙΑ με βάση τη νέα ευρύτερη βάση φόρου ακινήτων με πληρωμές που ξεκινούν τον Μάρτιο του 2022 και παρείχαν χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα.
Ωστόσο, καθυστερήσεις παρουσιάζονται, μεταξύ άλλων, στην εκκαθάριση ληξιπρόθεσμων οφειλών. Σημειώθηκε μόνο οριακή βελτίωση σε σύγκριση με την 11η έκθεση, λόγω καθυστερήσεων στην εφαρμογή των ενεργειών πολιτικής που συμφωνήθηκαν στο σχέδιο εκκαθάρισης του Μαρτίου 2021, της συσσώρευσης νέων καθυστερούμενων οφειλών και της υψηλότερης από την αναμενόμενη εισροής νέων αιτήσεων συνταξιοδότησης.
Καθυστερήσεις σημειώνονται και στη μεταρρύθμιση του Οργανισμού Δημοσίων Εσόδων, με την πραγματική λειτουργία να αναμένεται πλέον να επιτευχθεί πλήρως μόνο μέχρι τον Απρίλιο του 2022.
Τέλος, η έκθεση της Επιτροπής διαπιστώνει ισχυρή μείωση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τραπεζικού κλάδου, αν και παραμένουν ευάλωτα σημεία. Χάρη στις συναλλαγές τιτλοποιήσεων, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων έφτασε το 20,3% τον Ιούνιο του 2021, δηλαδή το ήμισυ του δείκτη που καταγράφηκε στο τέλος του 2019.