Η ψήφος είναι μυστική αλλά στην κοινότητα των blogs μπορούμε να είμαστε και πιο χαλαροί. Το 2004 και το 2007 ψήφισα τον Κώστα Καραμανλή. Απογοητεύτηκα. Το 2009 ψήφισα τον Γιώργο Παπανδρέου κι απογοητεύτηκα διπλά. Συνήθως αποφασίζω την Παρασκευή πριν από τις κάλπες. Εφέτος δεν χρειάστηκε να περιμένω τόσο αφού είδα το διαφημιστικό σποτάκι του Βενιζέλου. Τότε αποφάσισα πως σίγουρα δεν θα ψηφίσω Βενιζέλο.

Ο Κώστας Καραμανλής έσπασε με δυο δηλώσεις του σε δυο συνεχόμενες ημέρες τον «όρκο σιωπής» που είχε δώσει αφότου υπέστη συντριπτικό κάταγμα η ηγετική εικόνα του, στις εκλογές του 2009. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς επικοινωνιολόγος για να εξηγήσει την «ολική επαναφορά» Καραμανλή. Κι ένας ορθοπεδικός θα μπορούσε να βεβαιώσει πως τα «κατάγματα» θεραπεύονται με τον χρόνο και τη σωστή αγωγή.

O Hugo Sanchez έλεγε πως «όποιος ανακάλυψε το ποδόσφαιρο πρέπει να λατρεύεται ως Θεός». Είναι ο βασιλιάς των σπορ και συγκινεί δισεκατομμύρια ανθρώπους γιατί μεταδίδει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα: «όλα είναι δυνατά, όλα παίζονται μέχρι το 90». Το μεγαλύτερο παιχνίδι της ζωής έχει όνομα και λέγεται ΕΥΚΑΙΡΙΑ. To ποδόσφαιρο είναι η πιο παραστατική έκφραση αυτού του μεγάλου παιχνιδιού. Ακριβώς για το λόγο αυτό δονούνται τα γήπεδα και ακριβώς για αυτό το λόγο ο μεγαλύτερος εχθρός του ποδοσφαίρου είναι τα «στημένα παιχνίδια».

Η διεκδίκηση, με ρεαλιστικές αξιώσεις, της Χρυσής Αυγής να μπει στο ελληνικό κοινοβούλιο και να χαιρετά ναζιστικά τον Πρόεδρο της νέας βουλής, θέτουν εκ των πραγμάτων ένα εύλογο ερώτημα: Γιατί έχουν τέτοια εντυπωσιακή άνοδο τα άκρα;

Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει να γίνουν μερικές βασικές παραδοχές.

Σύμφωνα με μια κλασσική ρήση του Robert F. Kennedy: Mερικοί άνθρωποι βλέπουν τα πράγματα όπως είναι και ρωτούν «γιατί». Άλλοι ονειρεύονται πράγματα που ποτέ δεν υπήρξαν και λένε «γιατί όχι;».

Oι ηγέτες έχουν την ικανότητα να βλέπουν καλύτερα και πιο μακριά από τους υπόλοιπους. Για αυτό και διαμορφώνουν τα γεγονότα αντί να τους διαμορφώνουν αυτά. Το γεγονός πως τα Windows τα «είδε» η Microsoft την έκανε Ηγέτη.

Στην Ελλάδα υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση για το ρόλο και τον χαρακτήρα της πολιτικής επικοινωνίας. Είναι καθολική σχεδόν η άποψη πως πολιτική επικοινωνία είναι η τέχνη του να λες αληθοφανή ψέματα. Δεν θα γράψω όμως σήμερα τον αντίλογο σε αυτή την άποψη που κυριάρχησε σε όλο το φάσμα του πολιτικού συστήματος και προκάλεσε στη χώρα μύρια όσα δεινά.

Ενώ η χώρα βρίσκεται σε μια κατάσταση τέτοια που έχει ανάγκη όχι απλά από Ηγέτη, αλλά από τον Αλχημιστή του Πάολο Κοέλιο, ο οποίος θα μπορέσει να μετατρέψει όλη αυτή την εθνική σκουριά σε χρυσάφι, το πολιτικό σύστημα πάει σε εκλογές στις 6 Μαΐου. Έκαναν όλοι ό,τι μπορούσαν και ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μην δοθεί ο χρόνος σταθερότητας που είναι απαραίτητος, ώστε η χώρα να καταφέρει να κερδίσει μια ανάσα, μέσα από τη συμφωνία για το κούρεμα του χρέους.

Το ζήτημα που θέτει ο τίτλος, είναι πραγματικό και πολύ κρίσιμο. Διότι ενώ οι πάντες ορκίζονται στο όνομα της ανάπτυξης, εντούτοις σχεδόν τίποτα δεν πιστοποιεί αυτή τη βούληση στην πράξη. Όμως την ανάπτυξη δεν θα τη φέρουν τα μεγάλα λόγια αλλά τα μεγάλα έργα. Κι εκεί τα πράγματα είναι επιεικώς απογοητευτικά.

Όταν περνάς καλά, δεν βρίσκεις πραγματικά κανένα λόγο να σταματήσει το πάρτυ. Κάνεις εκλογές και επιχειρείς να τις κάνεις όπως ξέρεις από παλιά. Ωστόσο, όποιος είχε την υπομονή να παρακολουθήσει χθες το πρώτο άτυπο «debate» Σαμαρά – Βενιζέλου, θα μπορούσε να βγάλει δυο βασικά συμπεράσματα:

Τα «παπαγαλίσματα» και η υφέρπουσα φημολογία των ημερών επιχειρούν να καταστήσουν περίπου εύλογη τη μετάθεση των εκλογών. Τώρα είναι αργά, κύριοι. Χάσατε το σωστό χρόνο. Πριν από ένα μήνα έγραψα γιατί δεν πρέπει να πάμε σε εκλογές. Το momentum χάθηκε από ένα πολιτικό σύστημα που το κινεί μόνο η δύναμη της αδράνειας. Προχθές, έγραψα πως όταν προσπαθείς ένα λάθος να το διορθώσεις με λάθος, η ζημιά είναι διπλή. Τώρα, οι εκλογές πρέπει να γίνουν.

Σήμερα θα κάνω διάλλειμα και θα αφήσω τους πολιτικούς στην «ησυχία» τους. Όχι γιατί φοβάμαι ότι κάποια στιγμή δεν θα μου μιλάει κανένας από αυτούς (καθώς έχουν αρχίσει ήδη να συσσωρεύονται παράπονα, γεγονός που προσωπικά το αξιολογώ ως θετικό) αλλά γιατί τελικά, το μέλλον δεν θα έχει απολύτως καμία σχέση μαζί τους. Έπαιξαν κι έχασαν.

Πριν από ένα μήνα έγραφα πως το πολιτικό σύστημα δεν έχει συνειδητοποιήσει τις ευθύνες του και πάει σε εκλογές με υπαρκτό το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε μετεκλογικά σε μια «βουλή σούργελο» και να μπει η χώρα σε πολύ μεγάλες περιπέτειες. Διατύπωσα μάλιστα και μια ρεαλιστική πρόταση για το πώς θα μπορούσε να διασφαλιστεί ένας χρόνος σταθερής διακυβέρνησης ώστε να υλοποιηθούν βασικές προβλέψεις της συμφωνίας για το PSI και να μην αποδειχθούμε για άλλη μια φορά αναξιόπιστοι και αφερέγγυοι.

«Βάλτε τώρα που γυρίζει» έλεγαν παλιά οι πλανόδιοι παπατζήδες, οι οποίοι συνιστούσαν και τη μοναδική «απειλή» εγκληματικότητας στο κέντρο της Αθήνας, εκείνης της εποχής. Φαίνεται πως κάπως έτσι το σκέφτηκε και ο Αλέξης Τσίπρας , καλώντας τους πολίτες να προσέλθουν στις κάλπες “για την ανάδειξη κυβέρνησης, και όχι για να ρίξουν ψήφο διαμαρτυρίας”.

Διάβαζα στο “iefimerida’ πως ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μοντάρει «ομάδα κρούσης», με τα στελέχη εκείνα που θα λάβουν θέσεις στα «παράθυρα» των ειδήσεων και στις καρέκλες των πάνελ και θυμήθηκα μια παλιά ασπρόμαυρη ταινία του Γκιωνάκη (προδίδω την ηλικία μου έτσι).

Ο Γκιωνάκης είναι στημένος κάτω από μια λάμπα του δρόμου και φαίνεται πως κάτι ψάχνει. Αστυφύλακας της εποχής που κάνει πεζή περιπολία, με το αυταρχικό ύφος της εποχής, τον ρωτάει: