Γράφει ο Σπύρος Μπόικος
“Ξανά πόλεμος στην Ευρώπη; Όχι στο όνομα μας”: έτσι τιτλοφορούν την ανοικτή επιστολή που δημοσίευσαν την προηγούμενη εβδομάδα στη Die Zeit εξήντα εξέχουσες προσωπικότητες της Γερμανίας, από τον πολιτικό, επιστημονικό και καλλιτεχνικό χώρο. Η επιστολή ήταν μια πρωτοβουλία τριων πολιτικών, του Χορστ Τέλτσικ από τους Χριστιανοδημοκράτες, ο οποίος είχε διατελέσει σύμβουλος του πρώην Καγκελάριου της Γερμανίας Χέλμουτ Κολ την εποχή της ενοποίησης της Γερμανίας, του Βάλθερ Στούτζλε από τους Σοσιαλιστές, πρώην Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Άμυνας και του Άντιε Βόλμερ των Πράσινων, πρώην αντιπροέδρου του Μπούντεσταγκ, του γερμανικού κοινοβουλίου.
Το κείμενο αποτελεί μια ξεκάθαρη προειδοποίηση ότι η παρούσα κατάσταση στην Ευρώπη και οι τεταμένες σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ-ΕΕ και της Ρωσίας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια πολεμική σύρραξη μεταξύ Γερμανίας – Ρωσίας, ανάλογης των δυο παγκοσμίων πολέμων.
“Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο. Αλλά οι χώρες της βόρειας Αμερικής, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ρωσία θα οδηγηθούν αναπόδραστα σε αυτόν αν δεν σταματήσουν οριστικά την καταστροφική ανταλλαγή απειλών μεταξύ τους. Όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, μοιράζονται την ευθύνη της διατήρησης της ειρήνης και της ασφάλειας. Μόνο αυτοί που μένουν προσηλωμένοι σε αυτό το στόχο δουλεύουν για την αποτροπή μοιραίων πράξεων” αναφέρουν στην επιστολή τους και είναι δύσκολο να αμφισβητηθούν οι εκτιμήσεις αυτές. Μεταξύ άλλων την επιστολή υπογράφουν ο πρώην Καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας δρ. Ρόμαν Χέρτζογκ, ο πρώην δήμαρχος του Βερολίνου Έμπερχαρντ Ντήμπγκεν, ο πρώην Υπουργός Επιστήμης και πρώην δήμαρχος του Αμβούργου δρ. Κλάους Φον Ντονανί, ο δρ. Λόθαρ Ντε Μαζιέρ, ο μόνος εκλεγμένος πρωθυπουργός της Ανατολικής Γερμανίας πριν την ενοποίηση των δυο Γερμανιών. Η επιστολή έχει ως αποδέκτες τόσο τα μέλη του γερμανικού κοινοβουλίου, τα οποία καλεί να ανταποκριθούν στην κρισιμότητα της κατάστασης όσο και τον γερμανικό τύπο, τους λειτουργούς του οποίου καλεί να παραμένουν αντικειμενικοί, αφήνοντας αιχμές για την μέχρι τώρα αντικειμενικότητα του απέναντι στη Ρωσία.
Η σοβαρότητα της κατάστασης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. ´Οταν ένα κομμάτι της γερμανικής πολιτικής ελίτ αποφασίσει να ανακινήσει ένα τέτοιο ζήτημα, τραβώντας μάλιστα ευθείες αναλογίες με την πολιτική της ναζιστικής Γερμανίας, δεν παίζει, ούτε κινδυνολογεί. Μπορεί κανείς να είναι σίγουρος ότι της σύνταξης της επιστολής προηγήθηκαν αρκετές και σοβαρές συζητήσεις σε πολιτικούς διαδρόμους, σε λόμπυ ξενοδοχείων, σε εξοχικά και στους περίφημους γερμανικούς πύργους, τους ίδιους στους οποίους συζητήθηκε και τις προηγούμενες φορές το ενδεχόμενο ενός ρωσογερμανικού πολέμου, το 1914 και το 1941. Η υπερκομματικότητα της επιστολής δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες: Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλιστές και Πράσινοι, εκπρόσωποι των τριών μεγάλων κομμάτων της Γερμανίας, δηλαδή ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της γερμανικής ελίτ θεωρούν σοβαρό το ενδεχόμενο ενός τέτοιου πολέμου.
Το μόνο που μπορεί να ελπίσει κανείς είναι οι συμβουλές των εξήντα γερμανών πολιτικών να εισακουστούν. Η ευρωπαϊκή κατάσταση, υπό το φως του πολέμου στην Ουκρανία είναι όντως πολύ κρίσιμη και η αυτοσυγκράτηση είναι απαραίτητη και από τις δυο πλευρές, περισσότερο όμως από την πλευρά των δυτικών και ιδίως της Γερμανίας. Η Ρωσία αυτή τη στιγμή μοιάζει να είναι αυτή που πρόκειται να δεχτεί επίθεση. Τα σύννεφα πάνω από την Ευρώπη πυκνώνουν όλο και περισσότερο.
Το πλήρες κείμενο της επιστολής υπάρχει στη Die Zeit