Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου αναγορεύθηκε σε Επίτιμη Διδάκτορα της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Η κυρία Σακελλαροπούλου, μετά την τελετή, τόνισε μεταξύ άλλων:
«Σήμερα, η Νομική Σχολή μου αποδίδει την πιο υψηλή τιμή, με την αναγόρευσή μου σε επίτιμη διδάκτορά της, και την ευχαριστώ θερμά για αυτό. Είναι μια στιγμή ξεχωριστή, που συμπυκνώνει πολλές δεκαετίες παρουσίας, εργασίας και μελέτης στον χώρο του δικαίου. Αλλά και κάτι παραπάνω, που δεν χωράει στο τυπικό βιογραφικό: το δίκαιο δεν συνιστά, για όσους αφιερώνουμε τη ζωή μας σε αυτό, ένα απλό αντικείμενο γνώσης, δεν κείται έξω από μας. Αντιθέτως, είναι, τολμώ να πω πιο προσωπικά, ένα διαρκές βίωμα, με σπουδαίες αναφορές σε πρόσωπα και θεσμούς που προσδιόρισαν βαθύτατα τη στάση μου απέναντι σε αυτό. Με πρώτο το παράδειγμα του πατέρα μου, στην εγγύτερη αναφορά για όλους μας, την οικογένεια. Στη συνέχεια ήρθε η Νομική Σχολή της Αθήνας, στη μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία, σε χρόνια εκρηκτικά και δημιουργικά. Καθοριστική υπήρξε βέβαια η μακρά θητεία μου στο Συμβούλιο της Επικρατείας σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, της πιο ειρηνικής και προοδευτικής περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας.
Στις αποσκευές του φρόνιμου δικαστή συνυπάρχουν ο ιδεαλισμός με τον πραγματισμό, η αποστασιοποίηση και η ενσυναίσθηση. Η νομολογία τοποθετείται στη συγκυρία, αλλά και την υπερβαίνει. Ο χρόνος της δεν είναι ποτέ αυστηρά ενεστώς, καθώς περικλείει τη σχέση με το παρελθόν, τις προηγούμενες κρίσεις της, όπως και τους δρόμους που ανοίγει για το μέλλον. Ο δικαστικός εαυτός είναι μια ενότητα μεθόδου και νομικής αντίληψης, ένας πυρήνας ερμηνείας του δικαίου που παρά τις νομολογιακές μεταβολές και τις αποκλίσεις, τις πλειοψηφίες και τις μειοψηφίες, παραμένει ισχυρός και συνεκτικός, για όποιον τουλάχιστον επιχειρεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων που απαιτεί η απονομή της δικαιοσύνης. Στην προσωπική μου διαδρομή αυτό προσπάθησα να κάνω πράξη, σε όλες τις πτυχές και τις εκφάνσεις της.
Η ιδιότητα του νομικού είναι αυτή που κάνει πιο οικεία τα συνταγματικά μου καθήκοντα και την άσκηση των αρμοδιοτήτων μου στην Προεδρία. Τα εφόδια και οι εμπειρίες που αποκόμισα από τη δικαστική μου θητεία, ο βίος στο Συμβούλιο της Επικρατείας, είναι το ψυχικό και συναισθηματικό μου απόθεμα, ο τρόπος που συνταιριάζει τη νομική με την πολιτική μου αποστολή. Ο Προέδρος της Δημοκρατίας, όπως και ο δικαστής, οφείλει να ακούει με προσοχή όλες τις πλευρές, να συνθέτει τις διαφορές. Ο ρυθμιστικός μου ρόλος, όπως περιγράφεται στο Σύνταγμα, και η ενωτική υπέρβαση των κομματικών σκοπιμοτήτων, προϋποθέτει την απόσταση και την αμεροληψία. Δεν εκπροσωπώ καμία παράταξη, αλλά όλους τους Έλληνες. Ως Πρόεδρος, παραμένω στο τέλος της ημέρας όπως ακριβώς και στη δικαστική μου διαδρομή: ένας δημόσιος λειτουργός, προσηλωμένος στο γενικό και στο εθνικό συμφέρον.
O συντονισμός με το κοινωνικό είναι και η βασική προτεραιότητα της Προεδρίας μου: το ισχυρό μήνυμα αλλά και η αποτελεσματική πράξη της συμπερίληψης του άλλου, ιδίως του αδυνάτου, στην κοινωνική και πολιτική μας συνύπαρξη. Χαίρομαι ιδιαίτερα για την πρόοδο και την καταξίωση των γυναικών και τη συμβολή της εκλογής μου στην κατεύθυνση αυτή. Η ευημερία της δημοκρατίας μας συναρτάται με την ενσωμάτωση, όχι με τον αποκλεισμό, με την ανάπτυξη και τη δημιουργία κινήτρων για όλους, αλλά και τη στήριξη των ευάλωτων ομάδων, ειδικά στις δύσκολες μέρες του καιρού μας. Το στοίχημα είναι υψηλό και δύσκολο: η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας δεν νοείται δίχως την αποτελεσματική προστασία μας. Ο σεβασμός των ταυτοτήτων πρέπει να συμπληρώνεται από τις πολιτικές της ισότητας, με εμβέλεια καθολική, ώστε να κλείνουν γρήγορα τα ρήγματα στην κοινωνία και να διατηρείται η συνοχή της. Οι δυνατότητες και οι ανοικτές επιλογές που μας παρέχει ο σύγχρονος κοσμοπολιτισμός πρέπει να συμβαδίσουν με την παροχή των ίσων ευκαιριών και τη διορθωτική και αναδιανεμητική δικαιοσύνη. Το σχέδιο της ζωής μας δεν είναι υπόθεση μόνον ατομικής ευθύνης, ούτε προϊόν κρατικού παρεμβατισμού. Είναι μια υπόσχεση που εγγυάται η Πολιτεία στον καθένα από μας για να εκπληρώσει τη δική του αυτονομία.
Η χώρα μας δοκιμάστηκε στις κρίσεις των τελευταίων ετών και η αξιοπιστία του πολιτικού της συστήματος δέχθηκε ένα καίριο πλήγμα. Η οικονομική κρίση και σήμερα η υγειονομική δεν έχουν μόνο βιοτικές επιπτώσεις, υλικές και ψυχικές, αλλά και σπουδαίες θεσμικές προεκτάσεις. Αγγίζουν τον πυρήνα της σχέσης κυβερνώντων και κυβερνωμένων: την ίδια την εμπιστοσύνη που εμπεδώνει, παράλληλα με τους νόμους και το Σύνταγμα, την αυθεντία και τη νομιμοποίηση της εξουσίας. Έχω την πεποίθηση ότι στη διαφύλαξη και ενδυνάμωση αυτής της σχέσης εντοπίζεται και το βαθύτερο νόημα της πολιτικής. Παρότι προέρχομαι από χώρο μη πολιτικό, σε αυτόν τον ευγενή στόχο προσδοκώ να συμβάλλω».