Πώς είναι να είσαι ένας άνθρωπος, ο οποίος μπορεί να αλλάζει –ριζικά– τον ρου της Ιστορίας; Λίγοι μπορούν να δώσουν αυτήν την απάντηση και δη εμπειρικά. Ενας εξ αυτών ονομάζεται Σαμ Αλτμαν, είναι μόλις 38 ετών και εδώ και τρεις ημέρες το όνομα του δεσπόζει στην κορυφή της διεθνούς ειδησεογραφίας.
Γνώριζε τα πάντα γύρω από τους υπολογιστές προτού καν τελειώσει το δημοτικό σχολείο, εγκατέλειψε στο πρώτο έτος ένα από τα κορυφαία πανεπιστήμια της Αμερικής και είναι από τους πρωτοπόρους της ΑΙ, της τεχνολογικής επανάστασης που αλλάζει τα πάντα.
Μέχρι πρότινος ήταν σχετικά άγνωστος πέραν των παροικούντων την Ιερουσαλήμ της Σίλικον Βάλεϊ. Μετά την κυκλοφορία του ChatGPT από την OpenAI, έγινε ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους Αμερικανούς. Στο παρελθόν θα μπορούσε να είναι η πρωταγωνιστική φιγούρα σε νουβέλα επιστημονικής φαντασίας με σενάριο απ’ αυτά που λες ότι ο συγγραφέας το τράβηξε από τα μαλλιά. Το παρουσιαστικό του, άλλωστε, βοηθάει. Με κοψιά που θα μπορούσε να ανήκει σε δομινικανό μοναχό άλλης εποχής, πρόσωπο με λεπτά χαρακτηριστικά και ξεχωριστά πράσινα μάτια – μοιάζουν ελαφρώς τρομαγμένα, αν όχι κάπως χαμένα.
Είναι ο πρωταγωνιστής, όμως, μιας διαφορετικής πραγματικότητας: Το Reuters –το απόγευμα της Δευτέρας– ανέβασε μία έκτακτη είδηση που αφορούσε στο άνοιγμα της Wall Street σε συνδυασμό με το εργασιακό μέλλον του Αλτμαν. Το αμερικανικό Χρηματιστήριο ανέμενε τις εξελίξεις με τη μεταγραφή του στη Microsoft για να πάρει τη «θερμοκρασία» της Σίλικον Βάλεϊ. Ο τύπος που συνήθως φορούσε cargo βερμούδες κι ως δημιουργός του ChatGPT έφερε επανάσταση στην Τεχνητή Νοημοσύνη, δεν ήταν ένας απλός CEO που άλλαξε «φανέλα». Είναι από τους παίκτες που καθορίζουν το μέλλον – κυριολεκτικά.
Οι ιδέες του Αλτμαν αποτέλεσαν το εφαλτήριο της OpenAI κι όταν -την περασμένη Παρασκευή- το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας τον απέλυσε, λέγοντας ότι είχε χάσει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν, προκλήθηκαν αλλεπάλληλα σοκ στη βιομηχανία της τεχνολογίας κι όχι μόνο. Οι ακριβείς λόγοι για την απόλυση παραμένουν ασαφείς. Η OpenAI τον κατηγόρησε ότι δεν ήταν «σταθερός στις επικοινωνίες του με το διοικητικό συμβούλιο», χωρίς να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις.
Μία ιδιαίτερη διάνοια
Ο Σαμ Αλτμαν ανήκει σε ένα κλειστό κλαμπ επιδραστικών ανθρώπων, όπως ο Μπιλ Γκέιτς, ο Στιβ Τζομπς και ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ. Το 2005, ύστερα από ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, όπου σπούδαζε Η/Υ, τα παράτησε για να ιδρύσει μια τεχνολογική startup, όπως και οι τρεις παραπάνω πρωτοπόροι της τεχνολογίας, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει να συγκεντρώσει μια τεράστια περιουσία, που εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 500 και 700 εκατομμυρίων δολαρίων.
Γεννήθηκε στο Σικάγο λίγο πριν τα τέλη του Απρίλη, το 1985. Μεγάλωσε στο Σεντ Λούις του Μιζούρι, είναι Εβραίος στο θρήσκευμα και χορτοφάγος παιδιόθεν.
Η στιγμή που άλλαξε τη ζωή του, ήταν όταν έφτασε στα χέρια του –σε ηλικία 8 ετών– ο πρώτος του υπολογιστής, ένα Apple Macintosh, την ώρα που ο Τζομπς ήταν το απόλυτο πρότυπό του. Σε μια συνέντευξή του στον New Yorker, το 2016, είχε δηλώσει ότι η επαφή με τον υπολογιστή του, τον βοήθησε να συμβιβασθεί με τη σεξουαλικότητά του και να μιλήσει στους γονείς του όταν ήταν έφηβος. Δηλώνει ανοιχτά ομοφυλόφιλος – διατήρησε πολυετή σχέση με τον συνιδρυτή της Loopt, Νικ Σίβο, ενώ σήμερα έχει σχέση με τον Ολιβερ Μούλχεριν, έναν μηχανικό software από την Αυστραλία. «Το να μεγαλώνεις ως ομοφυλόφιλος στη Μεσοδυτική Αμερική τη δεκαετία του 2000 δεν ήταν εύκολο», είχε πει, μνημονεύοντας τα chat room της AOL.
Στην ίδια συνέντευξη, δημοσιεύθηκε κι ένας χαρακτηριστικός διάλογος του με έναν μπλόγκερ. Οταν τον είχε ρωτήσει: «Πώς σε βοήθησε και πώς σε πλήγωσε το Ασπεργκερ;», εκνευρίστηκε: «Ημουν έτοιμος να φωνάξω “ανάθεμα σε, δεν έχω Ασπεργκερ!” Αλλά μετά σκέφτηκα ότι μπορώ να καταλάβω γιατί πιστεύει ότι έχω. Κάθομαι περίεργα (διπλώνω σαν ομπρέλα), έχω ένα και μοναδικό ενδιαφέρον: την τεχνολογία και δεν έχω καθόλου υπομονή για πράγματα που δεν με ενδιαφέρουν: τα πάρτι και η πλειονότητα των ανθρώπων. Οταν κάποιος κοιτάζει μια εικόνα και λέει “α, νιώθω αυτό, αυτό και αυτό”, όλα αυτά τα συναισθήματα, τον κοιτάζω με εξωγήινη διάθεση…»
Ο New Yorker συμπλήρωνε για τον 31χρονο –τότε– γκουρού της τεχνολογίας. «Τα μεγάλα πλεονεκτήματα του Αλτμαν είναι η διαύγεια σκέψης και η διαισθητική αντίληψη περίπλοκων συστημάτων. Η μεγάλη του αδυναμία είναι η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για αναποτελεσματικά άτομα, που δυστυχώς περιλαμβάνει τους περισσότερους από εμάς. Βρήκα την επιμονή του ανησυχητική στην αρχή, μετά σταδιακά ευχάριστη. Οταν παρατήρησα, ύστερα από μερικές κουραστικές μέρες παρέα, ότι δεν επισκεπτόταν συχνά τις ανδρικές τουαλέτες, σχολίασε: “Θα εξασκηθώ να πηγαίνω στην τουαλέτα πιο συχνά, ώστε εσείς οι άνθρωποι να μην καταλάβετε ότι εγώ είμαι η τεχνητή νοημοσύνη”».
Ακούγεται κάπως αλαζονικό και περίεργο… Ο Αλτμαν δεν φαίνεται να ανήκει στον μέσο όρο, από καμία άποψη. Μεταξύ άλλων ανήκει στη «φράξια» των λεγόμενων «προνοητικών», αυτών δηλαδή που έχουν κάνει ετοιμασίες για το τέλος του κόσμου: «Εχω όπλα, χρυσό, ιωδιούχο κάλιο, αντιβιοτικά, μπαταρίες, νερό, μάσκες αερίου από τον στρατό του Ισραήλ και ένα μεγάλο κομμάτι γης στο Μπιγκ Σερ της Καλιφόρνια, στο οποίο μπορώ να πάω άμεσα», είχε δηλώσει το 2016.
Το CV και η περιουσία του
Τον περασμένο Μάιο, ο Αλτμαν βρέθηκε ενώπιον της Επιτροπής της Αμερικανικής Γερουσίας για το απόρρητο, την τεχνολογία και το δίκαιο. «Εχω αρκετά για να διατηρώ μια ασφάλεια υγείας και δεν έχω μετοχές στην OpenAI… Το κάνω γιατί μου αρέσει».
Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του συνδέεται με την ιδιοκτησία μετοχών σε εταιρείες, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό του πραγματικού πόσου της περιουσίας του.
Ωστόσο, οι εταιρείες που έχει ηγηθεί, ιδρύσει ή υποστηρίξει αξίζουν συνολικά 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Το πρώτο εγχείρημά του ήταν το Loopt, μια εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης, την οποία συνίδρυσε το 2005 σε ηλικία 19 ετών, γράφοντας μεγάλο μέρος του αρχικού κώδικα. Η τεχνολογία υιοθετήθηκε από την Apple και την Blackberry προτού εξαγορασθεί από την Green Dot Corporation για 43,4 εκατομμύρια δολάρια το 2012. Εκείνη την περίοδο έπαθε σκορβούτο…
Υπήρξε κατόιν επικεφαλής της Y Combinator, μιας θερμοκοιτίδας τεχνολογίας που παρείχε χρηματοδότηση σε εταιρείες όπως η Airbnb, το Dropbox και η Stripe. Επιπλέον, έχει υπηρετήσει ως επενδυτής σε περισσότερες από 100 νεοφυείς επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των Asana, Instacart και Pinterest.
Η ενασχόληση του Αλτμαν με την Y Combinator, μία από τις εταιρείες-κλειδιά στον χώρο των startups, ξεκίνησε το 2011, ως μερική απασχόληση. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του, μετέτρεψε σε χολιγουντιανό σόου τις παρουσιάσεις των νεοφυών επιχειρήσεων σε επενδυτές, προσκαλώντας σούπερ σταρ της τεχνολογίας, όπως ο Ζούκερμπεργκ και ο Μασκ, για να μιλήσουν.
Στην πορεία, πέρα από δουλειά, η YC έγινε μέρος ενός lifestyle που όσοι κινούνταν στον χώρο ήθελαν να υιοθετήσουν. Ο Αλτμαν νοίκιαζε αποθήκες και φιλοξενούσε μαραθώνιους κωδικοποίησης και δικτύωσης, που ενθάρρυναν τη συνεργασία μεταξύ των startups.
Ο ίδιος μεγάλωσε στα όρια της Σίλικον Βάλεϊ, καλωσορίζοντας νεοφυείς επιχειρήσεις από τους τομείς της βιοτεχνολογίας και της καθαρής ενέργειας.
Το 2014 προήχθη σε πρόεδρο της εταιρείας, ενώ το 2015 το Forbes τον κατέταξε στη λίστα με τους 30 νέους κάτω των 30 venture capitalists.
Τον Ιανουάριο του 2023, η αποτίμηση των εταιρειών του Y Combinator υπολογίστηκε σε τουλάχιστον 600 δισεκατομμύρια δολάρια. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ίδιος ο Αλτμαν επένδυσε σε αυτές τις νεοφυείς επιχειρήσεις, είναι σαφές ότι είδε τον τραπεζικό του λογαριασμό να γιγαντώνεται.
Η ώρα της OpenAI
Το 2015, μια ομάδα πρωταγωνιστών της τεχνολογίας (συμπεριλαμβανομένων του Αλτμαν και του Ελον Μασκ) ίδρυσε ένα μη κερδοσκοπικό ερευνητικό εργαστήριο τεχνητής νοημοσύνης, ονομάζοντάς το OpenAI. Ο Αλτμαν πήρε τη θέση του CEO με το καλημέρα, γνωρίζοντας ότι η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει το σύμπαν των επιχειρήσεων, καθώς καθιστά δυνατή τη δημιουργία εξατομικευμένων υπηρεσιών σε μαζική κλίμακα.
Ο στόχος των δημιουργών της OpenAI ήταν να καταστήσουν την AI προσβάσιμη προς όλους. Από τον Νοέμβριο του 2022 και μέχρι τον Μάιο του 2023, η εταιρεία κυκλοφόρησε ένα πρώιμο demo του ChatGPT.
Το OpenAI πέρασε από το καθεστώς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σε κερδοσκοπικό το 2019, γεγονός που του επέτρεψε να προσελκύει επενδύσεις από venture funds και να προσφέρει εταιρικά μερίδια στους υπαλλήλους.
Μιλώντας στο Κογκρέσο, ο Αλτμαν δήλωσε ότι η αποτίμηση της εταιρείας ήταν 29 δισεκατομμύρια δολάρια. Οταν δημιουργήθηκε, οι επενδυτές έβαλαν 1 δισεκατομμύριο, δίνοντας μία εντολή: να κάνουν τις πατέντες και την έρευνα του OpenAI δημόσια προσβάσιμες.
Τον Ιούλιο του 2019 συνεργάστηκε με τη Microsoft, ανακοινώνοντας μια επένδυση 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Από τον Σεπτέμβριο του 2023, η OpenAI παραμένει ιδιωτική.
Μερικοί από τους μετόχους της, πέραν της Microsoft, περιλαμβάνουν μια εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων που ονομάζεται Khosla Ventures, τον Ριντ Χόφμαν και τον ιδρυτή του Facebook, Μαρκ Ζούκερμπεργκ.
Το 2019, ο Αλτμαν συνίδρυσε τη Worldcoin, για να κατασκευάσει ένα βιομετρικό σύστημα βασισμένο στην ίριδα, χρησιμοποιώντας κρυπτονομίσματα. Στόχος είναι η παροχή ενός αξιόπιστου τρόπου για τον έλεγχο ταυτότητας των ανθρώπων στο διαδίκτυο, για την αντιμετώπιση των bots και των πλαστών εικονικών ταυτοτήτων που διευκολύνονται από την τεχνητή νοημοσύνη.
Ο Αλτμαν έχει επενδύσεις σε σειρά νεοφυών επιχειρήσεων τεχνολογίας και πυρηνικής ενέργειας (μεταξύ άλλων σε Airbnb, Stripe και Retro Biosciences). Είναι πρόεδρος του συμβουλίου της Helion, εταιρείας που επικεντρώνεται στην ανάπτυξη πυρηνικής σύντηξης και της Oklo, μιας εταιρείας πυρηνικής σχάσης.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, σε ένα tweet του, έκανε κατάθεση ψυχής όσον αφορά στην έως τότε επαγγελματική του διαδρομή: «Απέτυχα πολύ σκληρά στην πρώτη μου προσπάθεια (σ.σ.: στο Loopt) –ήταν χάλια!– και τα πάω πολύ καλά στη δεύτερη (σ.σ.: στην OpenAI). Αυτό που θα ήθελα να μου έλεγε κάποιος στην αρχή είναι ότι κανείς άλλος δεν σκέφτεται τις αποτυχίες σας όσο εσείς, και ότι, εφόσον δεν αποθαρρύνετε τον εαυτό σας, μπορείτε να προσπαθήσετε ξανά».
Ο βασιλιάς της ΑΙ πέθανε. Ζήτω ο (ίδιος) βασιλιάς
Το πρωί της Δευτέρας (20/11), ο διευθύνων σύμβουλος της Microsoft Σάτια Ναντέλλα ανακοίνωσε ότι ο Αλτμαν εντάσσεται στη Microsoft για να ηγηθεί μιας νέας προηγμένης ερευνητικής ομάδας AI.
Η ξαφνική και γεμάτη μυστήριο αποχώρησή του από την OpenAI είχε ξεσηκώσει έναν άνευ προηγουμένου κουρνιαχτό. Στη διάρκεια της «βασιλείας» του τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης έγιναν κοινό κτήμα: το ChatGPT για την παραγωγή κειμένου και το DALL-E για εικόνες.
Το αφεντικό της Microsoft τον χαρακτήρισε «απίστευτο επιχειρηματία» που στοιχηματίζει όπως πρέπει εκεί όπου πρέπει. Το ChatGPT συγκέντρωσε δεκάδες εκατομμύρια χρήστες μέσα σε ελάχιστες εβδομάδες από την κυκλοφορία, στα τέλη του 2022, εντυπωσιάζοντας από ειδικούς μέχρι απλούς παρατηρητές των τεχνολογικών εξελίξεων.
Η Microsoft έσπευσε να επενδύσει επιπλέον στο OpenAI και να φέρει το ChatGPT στη μηχανή αναζήτησης Bing και τις εφαρμογές του Office. Η Google μπήκε στη μάχη με το chatbot Bard, ενώ μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας της Κίνας επιδιώκουν να μπουν δυνατά στον ανταγωνισμό. Ακόμα, ο Ελον Μασκ –ο οποίος αποχώρησε από το OpenAI το 2018– δήλωσε ότι θέλει να λανσάρει το δικό του μοντέλο ΑΙ.
Ο Αλτμαν είναι εξ αυτών που υπογραμμίζει τους κινδύνους πίσω από την καλπάζουσα ανάπτυξη της ΑΙ, που ενδέχεται να ξεφύγει από κάθε έλεγχο, ζητώντας ανοιχτά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να προχωρήσει σε σειρά ρυθμίσεων.
Στην κατάθεσή του στη Γερουσία, είχε αναφέρει ότι «οι χειρότεροι φόβοι μου είναι ότι εμείς θα μπορούσαμε να προκαλέσουμε σημαντική ζημιά στον κόσμο», σχολιάζοντας ότι μία κυβερνητική ρύθμιση θα ήταν «κρίσιμη για τον μετριασμό των κινδύνων».
Αφού εξέφρασε τις παραπάνω ανησυχίες, συνάντησε την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Κάμαλα Χάρις, τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον Βρετανό πρωθυπουργό Ρίσι Σούνακ – στο τραπέζι μπήκαν τα πιθανά οφέλη και οι κίνδυνοι της τεχνητής νοημοσύνης.
Η «χρυσή εποχή» του Αλτμαν
Από τη στιγμή που η OpenAI κυκλοφόρησε το ChatGPT, η δημοφιλία του Αλτμαν έλαβε στρατοσφαιρικές διαστάσεις.
Ο Ρος Αντερσεν, συντάκτης του περιοδικού The Atlantic, τον ακολούθησε τον περασμένο Ιούνιο σε μια περιοδεία στην Ανατολική Ασία. Σημειώνει ότι, όπου πήγαινε, ένα σμήνος ανθρώπων μαζευόταν τριγύρω του, ζητώντας αυτόγραφα και σέλφι.
«Δεν πτοήθηκε από τη νέα, larger than life δημόσια εικόνα του. Έλεγε μάλιστα ότι φανταζόταν ότι με την τεχνητή νοημοσύνη θα δημιουργηθεί ένα νέο είδος κοινωνίας, μία νέα χρυσή εποχή».
Πηγή kathimerini.gr