Ο Ερρίκος Ντυνάν, ο οποίος γεννήθηκε στις 8 Μαΐου 1828, προερχόταν από πολύ αφοσιωμένη οικογένεια καλβινιστών, η οποία ασχολούνταν με φιλανθρωπίες. Μετά από μη ολοκληρωμένες σπουδές στο γυμνάσιο, μαθήτευσε σε μία ελβετική τράπεζα. Το 1853, ταξίδεψε στην Αλγερία για να αναλάβει την ελβετική αποικία του Σετίφ. Άρχισε την κατασκευή ενός αλευρόμυλου, αλλά δεν κατάφερε να του παραχωρηθεί η γη που ήταν ουσιαστική για την επιχείρηση. Αφού ταξίδεψε στην Τυνησία επέστρεψε στη Γενεύη, όπου αποφάσισε να προσεγγίσει τον Ναπολέοντα τον Τρίτο προκειμένου να αποκτήσει τα έγγραφα που χρειαζόταν. Τον καιρό εκείνο, ο αυτοκράτορας διέταζε τους Γαλλο-Σαρδινίους στρατιώτες που μάχονταν τους Αυστριακούς στη Βόρεια Ιταλία, και εκεί αποφάσισε να τον ψάξει. Έτσι συνέβη να είναι παρών στο τέλος της μάχης του Σολφερίνο, στη Λομβαρδία.
Χωρίς να είναι γιατρός, παρακολούθησε τη νοσηλεία των τραυματιών του Ιταλοαυστριακού πολέμου (1859) και παρέστη στο πεδίο της μάχης του Σολφερίνο. Επιστρέφοντας στη Γενεύη, έγραψε το Μία ανάμνηση από το Σολφερίνο, που τελικά οδήγησε στην ίδρυση της Διεθνούς Επιτροπής για Βοήθεια στους τραυματίες, τη μελλοντική Διεθνή Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ). Τόση ήταν η εντύπωση που προκλήθηκε από το βιβλίο ώστε το 1863 να συγκληθεί διεθνής διάσκεψη στη Γενεύη για τη σύναψη διεθνούς σύμβασης για την περίθαλψη τραυματιών. Ένα χρόνο μετά ιδρύθηκε ο Ερυθρός Σταυρός.
Ο Ντυνάν ήταν μέλος και εργάστηκε ως γραμματέας. Ήταν τώρα διάσημος, και γινόταν δεκτός από αρχηγούς κρατών, βασιλείς και πρίγκιπες των Ευρωπαϊκών αυλών. Οι οικονομικές του υποθέσεις όμως παρέπαιαν και κήρυξε πτώχευση το 1867. Εντελώς κατεστραμμένος, είχε χρέη περίπου ενός εκατομμυρίου ελβετικών φράγκων της εποχής εκείνης.
Ως αποτέλεσμα του σκανδάλου που προκάλεσε στη Γενεύη η πτώχευσή του, παραιτήθηκε από τη θέση του ως γραμματέας της Διεθνούς Επιτροπής. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1867 η Επιτροπή αποφάσισε να κάνει δεκτή όχι μόνο την παραίτησή του από γραμματέα, αλλά και ως μέλος. Ο Ντυνάν έφυγε για το Παρίσι, όπου κατέληξε να κοιμάται στα παγκάκια. Την ίδια εποχή, ωστόσο, η αυτοκράτειρα Ευγενία τον κάλεσε στο Παλάτι του Κεραμεικού προκειμένου να τον συμβουλευτεί για την επέκταση της Συμφωνίας της Γενεύης στις θαλάσσιες μάχες. Ο Ντυνάν έγινε τιμητικό μέλος του Ερυθρού Σταυρού της Αυστρίας, Ολλανδίας, Σουηδίας, Πρωσίας και Ισπανίας. Κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου επισκέφθηκε και ανακούφισε τους τραυματίες που είχαν μεταφερθεί στο Παρίσι, και εισήγαγε τη χρήση περιβραχιονίου προκειμένου να αναγνωρίζονται οι νεκροί.
Όταν αποκαταστάθηκε η ειρήνη, ο Ντυνάν ταξίδεψε στο Λονδίνο, όπου επεδίωξε να οργανώσει μία διεθνή διάσκεψη για το πρόβλημα των αιχμαλώτων πολέμου – ο Τσάρος τον ενθάρρυνε, αλλά η Αγγλία ήταν ενάντια στο σχέδιο. Μία διεθνής διάσκεψη για την «ολοκληρωτική και τελική κατάργηση της διακίνησης των Μαύρων και του εμπορίου σκλάβων» ξεκίνησε στο Λονδίνο την 1η Φεβρουαρίου 1875, κατόπιν πρωτοβουλίας του Ντυνάν. Ακολούθησαν χρόνια περιπλάνησης και υπέρτατης φτώχειας για τον Ντυνάν – ταξίδεψε με τα πόδια στην Αλσατία, Γερμανία, και Ιταλία ζώντας με φιλανθρωπίες και φιλοξενούμενος από μερικούς φίλους.
Τέλος, το 1887, κατέληξε στο ελβετικό χωριό Χέυντεν, στη λίμνη Κωνστάνς, όπου και αρρώστησε. Βρήκε καταφύγιο στο τοπικό άσυλο, και εκεί τον ανακάλυψε το 1895 ένας δημοσιογράφος, ο οποίος έγραψε ένα άρθρο για αυτόν, το οποίο μέσα σε λίγες μέρες ξανατυπώθηκε στον τύπο σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μηνύματα συμπάθειας έφτασαν στον Ντυνάν από όλο τον κόσμο – σε μία βραδιά ήταν πάλι διάσημος και τιμημένος. Το 1901, έλαβε το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Ο Ερρίκος Ντυνάν πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1910.
Σήμερα πλείστα νοσοκομεία, Θεραπευτήρια και ινστιτούτα ανά το κόσμο, καθώς και δρόμοι πλησίον αυτών, φέρουν το όνομά του.
πηγή: wikipedia.org