Σχεδόν ένας στους τρεις ενήλικες στη Γαλλία πάσχει από υψηλή αρτηριακή πίεση και οι μισοί πάσχοντες δεν το γνωρίζουν, ανακοίνωσε σήμερα η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας, εκφράζοντας την απογοήτευσή της για την έλλειψη προόδου στην αντιμετώπιση αυτής της ασθένειας.
Σχεδόν το 30% των ενηλίκων είναι υπερτασικοί ή 17 εκατομμύρια άνθρωποι, αναφέρει η υπηρεσία υγείας, η οποία βασίζεται σε δύο έρευνες γενικού πληθυσμού και σε μια έρευνα μιας ομάδας γενικών γιατρών και του Εθνικού Συστήματος Δεδομένων Υγείας.
Η αρτηριακή υπέρταση είναι η πιο κοινή χρόνια νόσος στη Γαλλία και σημαντικός παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, υπενθυμίζει.
Ωστόσο, η γνώση, η θεραπεία και ο έλεγχος της υπέρτασης παραμένουν «ανεπαρκείς και δεν έχει παρατηρηθεί καμία βελτίωση πρόσφατα, ορισμένοι δείκτες έχουν υποστεί ακόμη και επιδείνωση», προσθέτει η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Γαλλίας.
Έτσι, μόνο ένας στους δύο υπερτασικούς γνωρίζει την ασθένειά του. Ένας αριθμός που παραμένει, σύμφωνα με τον οργανισμό υγείας, πολύ χαμηλότερος από το αντίστοιχο επίπεδο σε άλλες ευρωπαϊκές ή βορειοαμερικανικές χώρες.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία, αυτή η έλλειψη γνώσης μπορεί να εξηγηθεί ιδίως από τον αναποτελεσματικό έλεγχο ή τη δυσκολία κατανόησης και αποδοχής της διάγνωσης από τους ασθενείς όταν τους ανακοινώνεται η πάθησή τους.
Μεταξύ των ασθενών, μόνο ένας στους τέσσερις έχει ελεγχόμενη αρτηριακή πίεση, προσθέτει η Υπηρεσία.
Και παρότι περισσότεροι από 1,6 εκατομμύρια ενήλικες ξεκινούν αντιυπερτασική θεραπεία κάθε χρόνο, «η κρίση του Covid-19 είχε σημαντικό αντίκτυπο προκαλώντας μείωση 11% στην έναρξη αυτών των θεραπειών σε σχέση με τη μείωση της περίθαλψης».
Το 2020, η μείωση αυτή ήταν ιδιαίτερα σημαντική στις γυναίκες (-16%), φθάνοντας μάλιστα σε πτώση μεγαλύτερη από 30% στις ηλικίες 75 έως 84 ετών σε σύγκριση με την πτώση που παρατηρήθηκε στους άνδρες (-5%). Και το 2021, σε αντίθεση με ό,τι παρατηρήθηκε στους άνδρες, δεν παρατηρήθηκε ανάκαμψη στις γυναίκες.
«Οι πολιτικές υγείας υπέρ της πρωτογενούς πρόληψης της αρτηριακής υπέρτασης, ο προσυμπτωματικός έλεγχος και η αντιμετώπισή της πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή γρήγορα για να επιτραπεί, όπως και σε άλλες χώρες, μια ευνοϊκή εξέλιξη των επιδημιολογικών δεικτών της νόσου», καταλήγει η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Γαλλίας.