Η Scope Ratings αναφέρει ότι οι μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της χώρας θα εξαρτηθούν από την επιτυχή απορρόφηση των κονδυλίων ανάκαμψης της ΕΕ του πακέτου Next Generation – εκ των οποίων η Ελλάδα αναμένεται να είναι ένας από τους μεγαλύτερους δικαιούχους – εν μέσω συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων για την αύξηση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας αλλά της επιτάχυνσης της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ελληνικών τραπεζών, τα οποία εξακολουθούν να είναι σημαντικό βαρίδι στην οικονομική δραστηριότητΑ.
«Το ΑΕΠ της Ελλάδας μειώθηκε κατά 15,2% το δεύτερο τρίμηνο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις στη ζώνη του ευρώ», λέει ο Γιάκομπ Σουβάλσκι, επικεφαλής αναλυτής για την Ελλάδα στο Scope και συντάκτης της σημερινής έκθεσης.
«Η εξάρτηση της Ελλάδας από τον τουρισμό, που πλήττεται από τα λοκντάουν και τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς αλλά και η υψηλή αναλογία αυτοαπασχολούμενων στο εργατικό δυναμικό, άφησε τη χώρα ιδιαίτερα εκτεθειμένη στον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας», αναφέρει ο Σουβάλσκι.
Η Scope αναμένει ότι το πραγματική οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα (τρέχουσα βαθμολογία Scope: BB με θετικές προοπτικές) θα συρρικνωθεί κατά 7,8% το 2020, σύμφωνα με το κεντρικό σενάριό της, με την πανδημία να χτυπά δυσανάλογα τους τομείς υπηρεσιών που σχετίζονται με τον τουρισμό και τα ακίνητα. Το ίδιο σενάριο προβλέπει ανάκαμψη 5,2% το 2021.
«Το τρίτο τρίμηνο θα είναι κρίσιμο για τον καθορισμό του πόσο γρήγορα μπορεί να ανακάμψει η οικονομία και εάν οι επιχειρήσεις μπορούν να αποφύγουν ένα κύμα χρεοκοπιών, μόλις εκπνεύσουν τα μέτρα στήριξης και τα μορατόριουμ στις δανειακές υποχρεώσεις, δεδομένου ότι το τρίτο τρίμηνο είναι επίσης συνήθως υπεύθυνο για το 55% των τουριστικών εσόδων», λέει ο Τζούλιαν Τζίμερμαν, ο έτερος συντάκτης της σημερινής έκθεσης.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο του Scope, ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας θα μειωθεί σε περίπου 181% έως το 2024 από την κορυφή του 199% στο 2020. Ωστόσο, σε ένα «δυσμενές» σενάριο, το χρέος θα μειωνόταν μόλις δύο ποσοστιαίες μονάδες στο 207% του ΑΕΠ έως το 2024 από 209% το 2020, στο πλαίσιο μιας πιο αναιμικής ανάκαμψης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ υψηλότερη ανεργία μόλις λήξουν τα βραχυπρόθεσμα συστήματα στήριξης της απασχόλησης.
Μακροπρόθεσμα, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σημειώσει πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για να στηρίξει την οικονομία, με έμφαση στην απορρόφηση των κονδυλίων της ΕΕ -ένα τομέα στον οποίο η Ελλάδα ήταν κάτω από το μέσο όρο στο παρελθόν. Το ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ αναμένεται να παράσχει επιχορηγήσεις και δάνεια ισοδύναμα με σχεδόν το 16% του ΑΕΠ του 2019.
«Για να βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα, να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις και να κάνει αποτελεσματική χρήση της σημαντικής εισροής χρημάτων που προβλέπει το ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ, η Ελλάδα πρέπει να επιταχύνει τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για να παρέχει κεφαλαιακή ελάφρυνση στις ελληνικές τράπεζες και να ενισχύσει τη δανειοδοτική τους ικανότητα, καθώς καθώς και να βελτιώσει περαιτέρω τις δικαστικές διαδικασίες», λέει ο Σουβάλσκι. «Για το σκοπό αυτό, είναι ζωτικής σημασίας να βελτιωθεί περαιτέρω η διοικητική ικανότητα και η διακυβέρνηση της χώρας.»
Εν τω μεταξύ, η υποστήριξη σε επίπεδο Ευρωπαϊκής και ζώνης ευρώ από την έναρξη της κρίσης βελτίωσε την πρόσβαση της Ελλάδας στις κεφαλαιαγορές, αναφέρει η εταιρεία.
Η Ελλάδα αξιοποίησε τις αγορές για έκδοση 10ετούς ομολόγου για 2,5 δισ. Ευρώ με κουπόνι 1,5% τον Σεπτέμβριο, σημαντικά μειωμένη από το κουπόνι 3,875% για έκδοση 10 ετών του 2019.
«Η βελτιωμένη πρόσβαση στις αγορές ενισχύει τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα της Ελλάδας», λέει ο Τζίμερμαν.
Η συμπερίληψη τίτλων ελληνικής κυβέρνησης στο πρόγραμμα πανδημίας έκτακτης ανάγκης της ΕΚΤ επέτρεψε στην ΕΚΤ να αγοράσει περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ σε ελληνικά ομόλογα σε καθαρή βάση από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο, αυξάνοντας σημαντικά τον όγκο συναλλαγών της δευτερογενούς αγοράς για τίτλους ελληνικού δημοσίου, σε 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε Ιούλιος 2020 από 0,8 δισ. Ευρώ τον Ιούλιο 2019.