Στις «περιοχές υψηλού κινδύνου» για τη Γερμανία κατατάσσονται από την Κυριακή η Ελλάδα, η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Ιρλανδία, σύμφωνα με ανακοίνωση του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ».
Έτσι όποιος φθάνει στη Γερμανία από τις προαναφερθείσες χώρες και δεν έχει πιστοποιητικό εμβολιασμού κατά της Covid-19 ή ανάρρωσης από τη νόσο, θα πρέπει να παραμείνει σε καραντίνα 10 ημερών.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, Θα μπορεί ωστόσο να υποβληθεί σε τεστ μετά την 5η ημέρα και, εφόσον είναι αρνητικό, να απαλλαγεί από την υποχρέωση παραμονής σε περιορισμό.
Ο κανόνας ισχύει και για τα παιδιά, αλλά, όταν πρόκειται για άτομα κάτω των 12 ετών, η καραντίνα λήγει αυτομάτως μετά την 5η ημέρα, χωρίς την υποχρέωση του τεστ.
Επιπλέον, όλοι όσοι πρόκειται να ταξιδέψουν προς τη Γερμανία από χώρα «υψηλού κινδύνου», θα πρέπει να συμπληρώνουν ψηφιακό έγγραφο, στο οποίο θα καταχωρούν και το πιστοποιητικό τους (εμβολιασμού, ανάρρωσης, διαγνωστικού τεστ).
Για «εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης» έκανε λόγο νωρίτερα ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής νέου γενικού lockdown, ενώ ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ περιέγραψε τη χώρα ως «ένα μεγάλο ξέσπασμα κορονοϊού», καθώς για πρώτη φορά από την αρχή της πανδημίας ασθενείς πρέπει να μεταφερθούν από κρατίδιο σε κρατίδιο, λόγω υπερβολικής επιβάρυνσης του συστήματος υγείας.
«Με απλά λόγια: βρισκόμαστε στην πιο δύσκολη κατάσταση της πανδημίας. Είμαστε στο “και δέκα”», επισήμανε ο κ. Σπαν και παραδέχθηκε ότι η πολιτεία θα έπρεπε να είχε επισημάνει νωρίτερα ότι με τόσο χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί το τέταρτο κύμα.
Απευθυνόμενος σε όσους αρνούνται ακόμη να εμβολιαστούν, ο υπουργός Υγείας δήλωσε σε δραματικό τόνο: «Δεν καταλαβαίνω, τι άλλο πρέπει δηλαδή να συμβεί; Δεν μπορούμε να τους σύρουμε όλους σε μια Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Και δεν σκέφτομαι έναν υποχρεωτικό εμβολιασμό, διότι μόνο με τον εμβολιασμό, με τον ενισχυτικό εμβολιασμό, δεν θα σπάσουμε πλέον αυτό το κύμα, κάτι που χρειαζόμαστε βραχυπρόθεσμα. Γι’ αυτό και είναι αναγκαίοι επιπλέον περιορισμοί επαφών, όπως ένα “lockdown για ανεμβολίαστους”».
Απαντώντας ωστόσο σε ερώτηση σχετικά με το εάν υπάρχει ενδεχόμενο επιβολής και γενικού lockdown, όπως αυτό που θα εφαρμοστεί στην Αυστρία από την ερχόμενη Δευτέρα, ο κ. Σπαν τόνισε: «Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση, στην οποία δεν πρέπει να αποκλείσουμε τίποτα (…) Αυτή θα είναι η εβδομάδα των αποφάσεων». Αναφέρθηκε δε στην δραματική κατάσταση που αντιμετωπίζουν πολλά νοσοκομεία στη χώρα, με χαρακτηριστικότερη την κατάσταση στη Βαυαρία, όπου μόλις το 3% των κλινών ΜΕΘ είναι ελεύθερες.
Από την πλευρά του ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ δήλωσε ότι «οι αριθμοί των κρουσμάτων είναι πλέον απαράδεκτα υψηλοί» και συνέκρινε την κατάσταση με ένα τάνκερ το οποίο πλησιάζει στον τοίχο του λιμανιού. «Αν το στρέψουμε τώρα στην αντίθετη κατεύθυνση με όλη μας τη δύναμη, τότε θα συνεχίσει ίσως να κινείται για λίγο και μπορεί να χτυπήσει και πλευρικά στο λιμάνι. Ας ελπίσουμε μόνο ότι δεν θα συγκρουστεί μετωπικά με τον τοίχο. Πρέπει να πάρουμε μέτρα τώρα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βίλερ και εξήγησε ότι σε πολλές περιοχές δεν είναι πλέον εγγυημένη η ιατρική περίθαλψη.
«Το κλείσιμο των κενών εμβολιασμού και οι κανόνες για πρόσβαση σε υπηρεσίες και χώρους μόνο για τους εμβολιασμένους και τους αναρρώσαντες δεν επαρκούν πλέον. Χρειάζεται μια εκτεταμένη μείωση των επαφών για να επιβραδυνθεί η εξάπλωση του ιού», υπογράμμισε και ζήτησε «όποιος μπορεί να παραμείνει στο σπίτι», να ακυρωθούν μεγάλες εκδηλώσεις, να μειωθεί ο αριθμός των ατόμων στις μικρότερες εκδηλώσεις και να κλείσουν τα «hotspots», δηλαδή τα μπαρ και τα κλαμπ. Επιπλέον, σημείωσε, πρέπει να ελέγχεται αυστηρά η εφαρμογή των κανόνων.