Κριτική για την αδυναμία οργάνωσης και διαμόρφωσης ενός ευρύτερου σχήματος της Κεντροαριστεράς, άσκησε από το βήμα του συνεδρίου της ΔΗ.ΣΥ., ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Κάλεσε δε για άμεση ενότητα όλων των δυνάμεων στο χώρο της Κεντροαριστεράς, που θα υπηρετήσουν μια πολιτική που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση.
«Η χώρα χρειάζεται για να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τα προβλήματα μια ηγεσία που να είναι σε θέση να εξασφαλίσει εμπιστοσύνη και συνεννόηση, μια ηγεσία που θα έχει τη γνώση και την ικανότητα για τον χειρισμό της κατάστασης» διακήρυξε ο πρώην πρωθυπουργός και υπογράμμισε ότι «κατά την άποψη που κυριαρχεί στην κοινή γνώμη οι μέχρι τώρα ηγεσίες απέτυχαν».
«Το 80% περίπου των ερωτωμένων εκφράζονται γι’ αυτές αρνητικά, όπως διαπιστώνουν οι δημοσκοπήσεις» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Το 64% των αυτοτοποθετούμενων στο χώρο τη Κεντροαριστεράς θεωρεί σκόπιμο τη δημιουργία ενός κόμματος από νέους ηλικιακά και από νέα πρόσωπα στην πολιτική».
Χωρίς να φεισθεί επικρίσεων για τις διαφωνίες και τις ατέλειωτες συζητήσεις, ο κ. Σημίτης ανέφερε ότι «το Συνέδριο είναι μια ευκαιρία για τη διαμόρφωση θέσεων και κυρίως συσπείρωσης, όσων θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξει μια ενιαία ισχυρή μεταρρυθμιστική δύναμη στη χώρα. Μια τέτοια δύναμη είναι αναγκαία, αφού το 70% των πολιτών δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι η πορεία της χώρας ακολουθεί λάθος κατεύθυνση».
«Η παρατεινόμενη επί μήνες τώρα συζήτηση για το πότε θα πραγματοποιηθεί η οργάνωση ενός ευρύτερου σχήματος, δείχνει στους πολίτες ότι οι υπεύθυνοι δεν έχουν αντιληφθεί την επιταγή των καιρών. Το κύριο θέμα είναι η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση χωρίς διαχωριστικές γραμμές, χωρίς συζητήσεις για το ποιος προσχώρησε σε ποιόν, για το ποιος δικαιούται και ποιος δεν δικαιούται να επικαλείται το παρελθόν» είπε ο κ. Σημίτης.
Οπως υπογράμμισε «νέα κόμματα δεν προέρχονται από το μηδέν. Χτίζονται σε προσπάθειες και απόψεις που υπάρχουν ήδη. Αλλά η δημοσκόπηση επιβεβαιώνει την επικρατούσα αίσθηση ότι επιβάλλεται αλλαγή, μια νέα προσπάθεια απελευθερωμένη από δεσμεύσεις του παρελθόντος. Εδώ και τώρα πρέπει να λύσουμε το πρόβλημά μας. Να προσδιορίσουμε το μέλλον σε αντιπαράθεση με το σήμερα και το παρελθόν. Να ενώσουμε όλες τις δυνάμεις που θέλουν να υπάρξει προοπτική για τη χώρα στο σύγχρονο κόσμο» ανέφερε ο κ. Σημίτης και συνέχισε:
«Η ελληνική κοινωνία και πολιτική ζωή έχουν ανάγκη από μια δύναμη εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης που μάχεται τη συντηρητική στασιμότητα, τις χωρίς σχέση με την πραγματικότητα ιδεολογικές φαντασιώσεις μιας αυτοαποκαλούμενης αριστεράς και την εθνικολαϊκιστική νοοτροπία και πολιτική που στοχεύει αποκλειστικά στην παραμονή και εκμετάλλευση της εξουσίας. Η χώρα έχει την ανάγκη να πληροφορηθεί την αλήθεια, τους εφικτούς δρόμους ανάπτυξης, τις υπάρχουσες ή αναμενόμενες αντιδράσεις, τα εμπόδια, τις δυνατότητες επιλογών, να αισθανθεί ότι υπάρχει ρεύμα με γνώση και δύναμη για να ανατρέψει την χωρίς τέλος πορεία στα όρια της ύφεσης με άγνωστη κατάληξη. Πιστεύω ότι μπορούμε να το πετύχουμε αν πραγματικά το θελήσουμε. Να προσπαθήσουμε αποφασιστικά τώρα»
Ασκώντας δριμεία κριτική για τη πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, ο κ. Σημίτης αμφισβήτησε την αισιοδοξία του κυβερνητικού επιτελείου για την έξοδο στις αγορές: «Πρόκειται για μια ελπίδα, που είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα πραγματοποιηθεί. Τα γνωστά προβλήματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν έντονα. Με άλλα λόγια, η χώρα θα βρίσκεται σε στενωπό και τα προσεχή χρόνια. Η πρόσβασή μας στο ξέφωτο δεν είναι νομοτελειακή. Απαιτεί σχέδιο, προσπάθεια, κυρίως όμως απαιτεί ευθύνη – από την κυβέρνηση και από τα κόμματα. Στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου, ο κάθε φορέας πρέπει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων», τόνισε ο κ. Σημίτης.
Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό, η δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 (για μια περίοδο δηλαδή που εκτείνεται μετά το τέλος του μνημονίου) συνεπάγεται ανυπέρβλητες δυσκολίες για τους πολίτες κι ένα δυσμενές πλαίσιο για την προσπάθεια της ανάπτυξης. Το ίδιο και η υπόδειξη του Eurogroup για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2% από το 2022 ως το 2060, επίσης συνεπάγεται δυσκολίες για την εμπέδωση συνθηκών ανάπτυξης. «Η χώρα μας θα συνεχίσει να σέρνεται» σημείωσε.
Για το χρέος, ο κ. Σημίτης υπογράμμισε ότι πρόκειται να συζητηθεί ουσιαστικά μετά το τέλος του Μνημονίου τον Ιούλιο του 2018 και η σχετική διευθέτηση πρέπει να ολοκληρωθεί όσο το δυνατόν ταχύτερα ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και των αποταμιευτών.
«Χωρίς επάνοδο της εμπιστοσύνης, η κρίση θα συνεχίζεται. Πώς όμως θα επανέλθει η εμπιστοσύνη, όταν επικρατεί στη διεθνή κοινότητα η εντύπωση ότι η Ελλάδα, είτε αμφισβητεί τα συμφωνηθέντα, είτε καθυστερεί την εκτέλεσή τους;» επισήμανε ο κ. Σημίτης, συμπληρώνοντας ότι από την απόφαση του Εurogroup προκύπτει, πως οι Ευρωπαίοι επιφυλάσσονται να δεσμευθούν στα πιο σοβαρά θέματα.
«Η ελληνική κοινωνία και πολιτική ζωή έχουν ανάγκη από μια δύναμη εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης που μάχεται τη συντηρητική στασιμότητα, τις χωρίς σχέση με την πραγματικότητα ιδεολογικές φαντασιώσεις μιας αυτοαποκαλούμενης αριστεράς και την εθνικολαϊκιστική νοοτροπία και πολιτική που στοχεύει αποκλειστικά στην παραμονή και εκμετάλλευση της εξουσίας» κατέληξε ο Κώστας Σημίτης.