Σε μια σκηνή της ταινίας « Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών» τα δέντρα του δάσους συνεδριάζουν ενόψει επικείμενων απειλών. Συμφωνούν ότι το θέμα πρέπει να συζητηθεί και να ληφθούν αποφάσεις στην επόμενη συνεδρίαση. Αλλά αυτή είναι προγραμματισμένη να γίνει σε 100 χρόνια!!!
Νομίζω πως αυτή η χαρακτηριστική σκηνή αποδίδει με τον πιο παραστατικό τρόπο τα συμβαίνοντα σήμερα στην Ευρώπη. Ενώ κάποιοι αναλαμβάνουν το ρόλο του «λαγού» και βγαίνουν για να θέσουν επιτακτικά ζητήματα, οι ρυθμοί των αποφάσεων είναι όμοιοι με της χελώνας. Το έργο το έχουμε δει πολλές φορές. Σε ένα κόσμο που τρέχει με ασύλληπτες ταχύτητες η Ευρώπη επιφυλάσσει στον εαυτό της το προνόμιο να αποφασίζει με το πάσο της, γεγονός που την θέτει συνήθως «εκτός τόπου και χρόνου», μέσα στο παγκόσμιο σύστημα.
Είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους το ευρώ ήταν εξ αρχής ένα υπονομευμένο εγχείρημα, αφού δεν υπήρχε ούτε η βούληση αλλά ούτε και οι δομές και οι διαδικασίες για να λαμβάνονται αποφάσεις στις ταχύτητες που απαιτεί μια σοβαρή και αποτελεσματική νομισματική πολιτική. Έτσι το ευρώ πήγε όσο πήγε μόνον με τον «αέρα» της θετικής ψυχολογίας. Σήμερα η ψυχολογία αυτή έχει εξανεμιστεί και αναδεικνύονται τα πελώρια ελλείμματα στην ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Καθόλου περίεργο που οι μισοί Γερμανοί νοσταλγούν το μάρκο και οι μισοί Γάλλοι το φράγκο, σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση καταφέρνει να καταλήξει σε μια απόφαση, είναι συνήθως πολύ αργά πια. Υπό αυτή την έννοια και η χθεσινή προαναγγελία του γαλλικού Le Monde για το τέλος της λιτότητας στον ευρωπαϊκό Νότο μέσω της επιμήκυνσης κατά ένα χρόνο των προγραμμάτων σταθεροποίησης φοβάμαι πως ακόμη κι αν επιβεβαιωθεί θα αποδειχθεί ξεπερασμένη από την ίδια την πραγματικότητα. Το να γίνεται όλη η συζήτηση για την επιμήκυνση δεν είναι πια αρκετό. Τώρα που η Γερμανία για δικούς της λόγους εσωτερικής κατανάλωσης δίνει το «πράσινο φως» στην επιμήκυνση, αυτή από μόνη της δεν είναι αρκετή. Και μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να πανηγυρίσει πως κέρδισε την επιμήκυνση, ξέρει ωστόσο πως δεν χρειάζεται μόνον χρόνο. Χρειάζεται και χρήμα, χρειάζεται και μείωση μελλοντικών υποχρεώσεων.
Αυτός είναι και ο λόγος που φαίνεται να υπάρχουν δυο «γραμμές» στην τρόικα. ΔΝΤ και ΕΚΤ προκρίνουν αναδιάρθρωση του Μνημονίου με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και μείωση επιτοκίων, ενώ η Κομισιόν θεωρεί επαρκές μέτρο την παράταση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Με τη θέση της Κομισιόν συντάσσεται και η ελληνική κυβέρνηση.
Φοβάμαι πως για άλλη μια φορά η ελληνική οικονομία θα πέσει θύμα των βραχυπρόθεσμων εντυπώσεων. Και αντί να ζητήσουμε εδώ και τώρα αυτά που πραγματικά χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να ξαναπάρει μπροστά τα αφήνουμε για αύριο, με τη λογική «ένα πράγμα τη φορά». Όμως αυτό το σύστημα μπορεί να είναι καλό για παίξεις αμυντικό ποδόσφαιρο, σίγουρα όμως δεν αποδίδει σε τομείς όπως η οικονομία. Η επιμήκυνση θα έχει έρθει τόσο αργά που από την επομένη θα είμαστε υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να ζητήσουμε είτε πρόσθετη χρηματοδότηση, είτε «κούρεμα» επιτοκίων. Κι αυτό θα σημαίνει εκ των πραγμάτων νέα πρόσθετα μέτρα και ο φαύλος κύκλος θα συνεχίζεται.
Φωνές όπως αυτή του επικεφαλής του IIF, Τσάρλς Νταλάρα, θέτουν το ζήτημα στις πραγματικές του διαστάσεις. Μόνον αν δοθεί στην Ελλάδα χρόνος και μειωθούν τα επιτόκια των διμερών δανείων, τότε διαμορφώνονται οι προϋπόθεσες για επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων στην Ελλάδα. Αλλιώς θα συνεχίσουμε να κάνουμε κύκλους γύρω από το εαυτό μας, στη δίνη μιας μακράς ύφεσης. Μακάρι να τον ακούσουν πιο προσεκτικά ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Οκτωβρίου.
Μια κινέζικη παροιμία λέει πως αν κολλήσεις τη μύτη σου σε μια πέτρα μετά από λίγο θα πιστέψεις πως τρία πράγματα υπάρχουν στον κόσμο. Εσύ, η πέτρα και η κακόμοιρη η μύτη σου. Μέσα σε ένα εκρηκτικό παγκόσμιο σκηνικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται τον Οκτώβριο να καταφέρει να δει πέρα από τη μύτη της.
ΥΓ: Φοβάμαι πως η Ευρώπη αδυνατεί να δει το τσουνάμι των γεωπολιτικών εξελίξεων που έρχεται με ορμή και για αυτό θα συνεχίσει να μοιάζει με Μαντάμ Σουσού που ασχολείται με τον «πόντο» στο καλσόν της, την ώρα που είναι έτοιμο να πιάσει φωτιά το σπίτι της.