Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Χρήσιμα συμπεράσματα για την πορεία του ελληνικού προγράμματος είχαμε στην 21 η Συζήτηση Στρογγυλής Τραπεζης του Economist, με τους Θεσμούς να διαμηνύουν με κάθε ευκαιρία την ανάγκη για άμεση και πιστή εφαρμογή των συμφωνηθέντων προκειμένου η Ελλάδα να αφήσει πίσω της μια και καλή την κακή παρένθεση του 2014.
Δεν είναι κρυφό μυστικό άλλωστε πως σύμφωνα και με τα γεγονότα του 2014 η χώρα μας έχει βρεθεί σε πολύ δύσκολη κατάσταση, μια κατάσταση που σύμφωνα και με τον επικεφαλής του κλιμακίου της Κομισιόν για την Ελλάδα Ντέκλαν Κοστέλο δεν πρέπει να επανέλθει, και πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει να χάσει εκ νέου μια ακόμη ευκαιρία για την ανάπτυξη.
Από την πλευρά του και ο επικεφαλής του κλιμακίου της EKT για την Ελλάδα Φραντσέσκο Ντρούντι πως στο Εurogroup έγινε ένα πρώτο βήμα για την ελάφρυνση χρέους αλλά η ΕΚΤ χρειάζεται περισσότερη ευκρίνεια για τα μέτρα ελάφρυνσης, ώστε να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο QE.
Ενώ στο ίδιο κλίμα κινήθηκε και ο επικεφαλής του κλιμακίου του ESM για την Ελλάδα Νικόλα Τζιαμαριόλι, καθώς ανέφερε επως έχει έρθει η ώρα να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί, ενώ χαρακτηριστικά τόνισε το εξής: «Μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις είναι οι τρεις προτεραιότητες για την Ελλάδα.
Yπό αυτό το πρίσμα λοιπόν γίνεται σαφές πως το πλαίσιο και οι χάραξη ορθών και χρηστών προτεραιοτήτων έχουν ήδη αποτυπωθεί τόσο σε τεχνικό επίπεδο, όσο και σε πολιτικό με την Ελλάδα να έχει μπροστά της ‘’ανοιχτό πεδίο’’ για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις ήδη καλλιεργημένες προσδοκίες των εταίρων.
Βέβαια αξίζει να σημειωθεί πως οι όποιες θετικές προβλέψεις για το μέλλον με την μορφή που αυτές έχουν αποτυπωθεί στην υπάρουσα συμφωνία των εμπλεκόμενων μερών, δημιουργούν εύλογα ερωτήματα τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν σε βάθος εξαμήνου. Όμως ο άμεσος κίνδυνος της αποπληρωμής των χρηματοδοτικών αναγκών ξεπεράστηκε προς το παρόν και νομίζω πως ακριβώς η άνωθι ανησυχία σε συνδυασμό με την περαίωση μετά από αρκετούς μήνες καθυστέρησης της δεύτερης αξιολόγησης μπόρεσαν να κερδίσουν λίγο χρόνο για την κυβέρνηση αλλά και την Ευρώπη δεδομένου του γεγονότος πως ο άμεσος ‘’πονοκέφαλος’’ για όλα τα μέρη αποφεύχθηκε έστω και στο παρά πέντε.
Παρ’όλο που οι πραναφερόμενες εξελίξεις αλλά και τα συμπεράσματα αυτών αναμένεται να αποτελέσουν ένα ακόμη case study για τους μελλοντικούς ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ουδείς δεν θα πρέπει να παραβλέψει το γεγονός πως για ακόμη μια φορά χρειάστηκε να φθάσουμε ενα βήμα πριν τα χρονικα περιθώρια στενέψουν αρκετά καθιστώντας για πολλοστή φορά επιτακτική την ανάγκη συναίνεσης. Θα πρέπει επιτέλους τόσο η ελληνική κυβέρνηση να μάθει από τα λάθη της και να κατανοήσει σε βάθος την πολιτικής τακτική των δανειστών,αλλά και από την πλευρά τους οι δανειστές θα πρέπει να καταλάβουν πως ουσιαστικά έχουν να αντιμετωπίσουν μια χρεωκοπημένη χώρα, η οποία μάλιστα δεν έχει κατορθώσει ακόμη να αποβάλλει όλες τις παθογένειες που διαχρονικά την ταλαιπωρούν και υποσκάπτουν μέρα με την μέρα τις όποιες ελπίδες υπάρχουν για ένα καλύτερο μέλλον.
Συμπερασματικά νομίζω πως πρέπει να κλείσω με την αρκετά μεγάλη δυσαρέσκεια που υπάρχει σε μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού, η οποία προσανατολίζεται κυρίως στα υψηλά ποσοστά πρωτογενών πλεονασμάτων που έχουν συμφωνηθεί για την χώρα μας, με αρκετούς συμπεριλαμβανομένων και του αρθρογράφου να κρατούν “’μικρό καλάθι’’ για την βιωσιμότητα της εν λόγω επιλογής όσον αφορά το εγγύς μέλλον.