Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα 2.500 συμπολίτες μας πάσχουν από σκληρόδερμα. Η νόσος συνήθως προσβάλει γυναίκες, ηλικίας 40-60 ετών, ενώ το ποσοστό εμφάνισης είναι τέσσερις γυναίκες προς έναν άνδρα. Η παθογένεια της νόσου είναι άγνωστη, κύρια αίτια θεωρούνται γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Η Ελληνική Ρευματολογική Εταιρεία και Επαγγελματική Ένωση Ρευματολόγων Ελλάδος εξηγεί ότι πρόκειται για σπάνιο, αλλά επίμονο ρευματικό νόσημα, που προσβάλει όχι μόνο το δέρμα, αλλά και τους μύες, τους τένοντες, τις αρθρώσεις, καθώς και πολλά εσωτερικά όργανα (πνεύμονες, καρδιά, γαστρεντερικό σωλήνα, νεφρούς κτλ).
«Η πρώιμη διάγνωση και θεραπεία είναι απαραίτητη για την πρόληψη οποιωνδήποτε σοβαρών επιπλοκών» επισημαίνουν κατηγορηματικά οι επιστήμονες της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας και Επαγγελματικής Ένωσης Ρευματολόγων Ελλάδος.
Οι δύο βασικές μορφές της νόσου είναι το εντοπισμένο σκληρόδερμα όπου υπάρχει προσβολή μόνο του δέρματος του ασθενούς, κυρίως χεριών και προσώπου και το Συστηματικό Σκληρόδερμα (με υποκατηγορίες την περιορισμένη Σκληροδερμία ή σύνδρομο CREST και τη διάχυτη δερματική Σκληροδερμία) όπου εκτός από το δέρμα προσβάλλονται και τα άλλα εσωτερικά όργανα (νεφροί, οισοφάγο, καρδιά και πνεύμονες).
Τα συμπτώματα του σκληροδέρματος μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των ασθενών και να μην είναι τυπικά της νόσου, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια. Δύο από τα πρώτα συμπτώματα είναι συνήθως το φαινόμενο Raynaud (Ρεϊνό), που εμφανίζεται στα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών με αλλαγή του χρώματος του δέρματος (λευκό, κυανό, ερυθρό) ιδιαίτερα στο κρύο καθώς και τα σκληρά οιδηματώδη (πρησμένα) δάκτυλα.
Από τις σοβαρότερες επιπλοκές της νόσου είναι η πνευμονική αρτηριακή υπέρταση, η οποία εμφανίζεται σε ασθενείς με σκληρόδερμα σε ποσοστό 8-12% και αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου των ασθενών, και τα δακτυλικά έλκη που εμφανίζονται σε ποσοστό 30-60% των ασθενών και είναι επώδυνες πληγές στα δάκτυλα.
Μέχρι σήμερα οριστική θεραπεία για την αντιμετώπιση του Σκληροδέρματος δεν υπάρχει, αλλά είναι διαθέσιμες θεραπευτικές αγωγές που περιορίζουν την εμφάνιση συμπτωμάτων.