Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Μια θεωρία λέει πως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει ήδη αποφασίσει να οδηγήσει τον Αλέξη Τσίπρα στην πτώση, όπως ακριβώς έκανε το 2014 με τον κ. Σαμαρά. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία ο ο γερμανός υπουργός Οικονομικών «ρίχνει» τον ένα Έλληνα πρωθυπουργό ύστερα από τον άλλο, απλώς και μόνο για να υπογράφει ο επόμενος το επόμενο μνημόνιο. Το συμπέρασμα, ακόμη και αν δεν διατυπώνεται ρητά, είναι προφανές: αν το «μεγάλο αφεντικό» έχει αποφασίσει να «ρίξει» την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, τότε ετοιμάστε τα εκλογικά σας βιβλιάρια…
Μέχρι πριν από μία βδομάδα, ήταν ο κ. Τσίπρας που σχεδίαζε εκλογές. Για να «αποδράσει» στην αντιπολίτευση.
Τελικά, τι ισχύει; Ποιος θέλει εκλογές; Ο κ. Τσίπρας, ο κ. Σόιμπλε, αμφότεροι ή… κανείς εκ των δύο;
Πρέπει να ξεκινήσουμε από το προφανές δεδομένο ότι η κατάσταση, τα προβλήματα, οι διακυβεύσεις, ακόμη και τα «υπαρξιακά» διλήμματα των πρωταγωνιστών του 2016-2017 διαφέρουν ριζικά από τα αντίστοιχα του 2014.
Τότε, η Γερμανίδα καγκελάριος δεν είχε τα προβλήματα που έχει σήμερα, δεν δεχόταν τις ίδιες πολιτικές πιέσεις στο εσωτερικό, την Ευρώπη και διεθνώς. Κυρίως όμως δεν είχε μπροστά της εκλογές. Οι εκλογές, δηλαδή η πολιτική της επιβίωση, μπορεί να είναι σύμβουλος καλών ή κακών αποφάσεων, ανάλογα με το πώς αντιλαμβάνεται το προσωπικό της πολιτικό συμφέρον.
Τα πράγματα δεν είναι ίδια ούτε για τον Αλέξη Τσίπρα σε σύγκριση με τον Αντώνη Σαμαρά. Δεν έριξε ο κ. Σόιμπλε τον Αντώνη Σαμαρά, αλλά ο ανερχόμενος ΣΥΡΙΖΑ. Με την έννοια ότι εκπροσωπούσε ένα μαζικό ρεύμα αριστερής αμφισβήτησης του μνημονίου που ασκούσε τέτοια πολιτική πίεση στην κυβέρνηση Σαμαρά, ώστε έκανε πολιτικά ανυπόφορη την επιβολή απ’ αυτόν 3ου μνημονίου. Τώρα, η πίεση που δέχεται η κυβέρνηση είναι «απ’ τα δεξιά». Από ένα συστημικό – μνημονιακό κόμμα.
Για να έρθουμε τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει, είναι επίσης εντελώς διαφορετικό: η προϊούσα πολιτική κατάρρευση εξαιτίας του γεγονότος πως, παρότι αριστερό κόμμα, εφαρμόζει σκληρές μνημονιακές πολιτικές. Ο κ. Τσίπρας το 2014 δεν είχε εξασφαλίσει τέτοιο δημοσκοπικό προβάδισμα έναντι του κ. Σαμαρά.
Όσο για τον κ. Σόιμπλε, «επέτρεψε» ή επιτάχυνε («αδειάζοντας» τον Σαμαρά) την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ με το διακηρυγμένο από τον ίδιο στόχο να «εξυγιάνει» μνημονιακά την ελληνική πολιτική σκηνή. «Θα τους γδάρω και θα περιφέρω το τομάρι τους ανά την Ευρώπη προς παραδειγματισμό», φέρεται να δήλωσε…
Αναιρώντας («παγώνοντας» μέχρι συμμορφώσεως…) τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, το Eurogroup έθεσε ένα σημείο μη επιστροφής: την άρση των μέτρων για τους συνταξιούχους και τα νησιά που πρόσφατα ψηφίστηκαν από τη Βουλή. Ψηφίζοντας αυτά τα μέτρα στη Βουλή, ο κ. Τσίπρας έθεσε ένα δικό του «σημείο μη επιστροφής»: δεν μπορεί να τα «ξηλώσει» χωρίς να καταρρεύσει μέσα στη γενική χλεύη. Είναι λοιπόν το αδιέξοδο πλήρες και πάμε για εκλογές;
Στο σημείο αυτό, πρέπει να εξετάσουμε και έναν άλλο παράγοντα: Εκτιμά ο κ. Σόιμπλε ότι η ελληνική σκηνή θα σταθεροποιηθεί και θα γίνει ικανή να διαχειριστεί ένα τέταρτο μνημόνιο αν ο ΣΥΡΙΖΑ περάσει στην αντιπολίτευση; Το ζήτημα δεν είναι μόνο αν η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη θα κερδίσει την αυτοδυναμία, αλλά η συνολική λειτουργία της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Αν «αποδράσει» στην αντιπολίτευση ύστερα από ένα σύντομο και οξύ επεισόδιο «ηρωικής αντίστασης», ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετακινηθεί ακόμη πιο αριστερά.
Ανεξαρτήτως εκλογικών ποσοστών και σύνθεσης της νέας κυβέρνησης, το έργο της ψήφισης και υλοποίησης 4ου μνημονίου θα είναι δυσχερές. Οι κινητοποιήσεις των συνδικάτων θα ενδυναμωθούν, η πολιτική διαχωριστική μνημόνιο – αντιμνημόνιο θα επανέλθει, η δε πολιτική σκηνή θα επιστρέψει στην πόλωση Δεξιά – Αριστερά. Αυτό δεν λέγεται ακριβώς «μνημονιακή εξυγίανση» της ελληνικής πολιτικής σκηνής, κυρίως όμως δεν εξασφαλίζει ευνοϊκούς όρους για την ψήφιση και υλοποίηση 4ου μνημονίου…
Τέλος, τι χρειάζεται τώρα η κ. Μέρκελ, σε μια περίοδο που βαδίζει προς κρίσιμες εκλογές; Σίγουρα είναι καλό γι’ αυτήν να κάνει «επίδειξη πυγμής προς τους Έλληνες». Αλλά αυτό έχει ένα όριο: ότι οι καταστάσεις που θα δημιουργηθούν θα είναι διαχειρίσιμες, δηλαδή ότι θα εξασφαλιστεί η «κυβερνησιμότητα» στην Ελλάδα και θα αποφευχθούν άμεσα επεισόδια οξείας πολιτικής αστάθειας. Είναι τόσο εξασφαλισμένο αυτό αν επιχειρήσει να ταπεινώσει τον κ. Τσίπρα και να τον εξωθήσει σε εκλογές;
Όπως λένε και στο σκάκι, θέλει καλό μέτρημα γιατί διαφορετικά όλος ο συνδυασμός μπορεί να καταρρεύσει… Υπάρχει βέβαια και το ακραίο σενάριο: να θελήσει η κ. Μέρκελ τώρα μια «τελική κρίση» στην Ελλάδα με στόχο να την εξωθήσει εκτός ευρώ, με τη Γερμανία και τη Γαλλία σε προεκλογική περίοδο και την Ιταλία με μεταβατική κυβέρνηση. Είναι τόσο απίθανο όσο ακούγεται.
Με όλα αυτά, δεν κομίζουμε κάποια σίγουρη απάντηση – πώς θα μπορούσαμε άλλωστε. Θέλουμε όμως να δείξουμε ότι το ζήτημα είναι πολύπλοκο και ότι μια επιφανειακή ανάγνωση των πραγμάτων μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένα συμπεράσματα. Διότι ισχύει μεν ότι «ο κίνδυνος είναι ευκαιρία», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι παύει να παραμένει και κίνδυνος…
Εν κατακλείδι: Απολύτως «νόμιμη» και δικαιολογημένη η εκλογολογία, αλλά μη μας εγκλωβίζει σε μια μονοδιάστατη ή ακόμη περισσότερο συνωμοσιολογική ανάγνωση των εξελίξεων.
Ας έχουμε σε μια γωνιά του μυαλού μας και το ενδεχόμενο όλα όσα ζούμε να είναι το «ρηξιακό» προοίμιο ενός νέου «οδυνηρού συμβιβασμού»…