Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Σε μια συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς επιβεβαίωσε πως δεν θα είναι εκ νέου υποψήφιος για τη θέση του και εξήγησε πως θα επιστρέψει στη Γερμανία και θα μάχεται για την Ευρώπη, αυτή τη φορά σε εθνικό επίπεδο. Είναι ομολογουμένως μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη, η οποία θα προσδώσει νέα στοιχεία στην εκλογική μάχη της Γερμανίας, ενόψει της αναμέτρησης του Σεπτεμβρίου του 2017.
Το κυρίαρχο σενάριο στο Βερολίνο θέλει τον κ. Σουλτς να επιστρέφει, να αναλαμβάνει το υπουργείο Εξωτερικών στη θέση του Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ που θα εκλεγεί πρόεδρος της Γερμανίας τον Φεβρουάριο και στη συνέχεια, είτε να βάζει υποψηφιότητα για βουλευτής στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία είτε να διεκδικήσει το χρίσμα των Σοσιαλδημοκρατών, ώστε να είναι αντιμέτωπος με την κ. Μέρκελ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, διεκδικώντας την Καγκελαρία. Υπάρχουν μάλιστα και αρκετοί που λένε πως είναι καλύτερη ελπίδα του SPD απέναντι στην κ. Μέρκελ και ίσως να μην έχουν άδικο, με δεδομένο πως ο κ. Γκάμπριελ είναι άχρωμος, άοσμος και η θέση του διαρκώς μεταβαλλόμενη.
Για να είμαστε όμως ειλικρινείς: εκτός αν γίνει κάποιο θαύμα-που στη γερμανική πολιτική σκηνή σπάνια συμβαίνει-το SPD θα χάσει τις εκλογές και θα τις χάσει καθαρά. Διότι, μπορεί όντως ο μύθος της ανίκητης Μέρκελ να έχει χλομιάσει μετά τη διαχείριση του προσφυγικού, όμως τα πράγματα στο SPD δεν είναι καλύτερα. Ήδη εισπράττει τη φθορά από την κυβερνητική του θητεία, ενώ παράλληλα έχει απωλέσει την επαφή με την Αριστερή του βάση. Θεωρείται δύσκολο ακόμα και να ξεπεράσει ένα ποσοστό της τάξης του 25%, κάτι που είναι αν μη τι άλλο ιδιαίτερα υποτιμητικό για ένα κόμμα με την ιστορία και την πορεία του SPD.
Το δίλημμα «Γκάμπριελ ή Σουλτς» είναι λίγο σαν το δίλημμα αναφορικά με το με ποιον τρόπο θα πεθάνεις. «Μαχαίρι ή αγχόνη;», τι είναι πιο ανώδυνο ή πιο γρήγορο; Ένα είναι σχεδόν βέβαιο: το SPD δεν πείθει, είτε με τον έναν είτε με τον άλλον, γιατί δεν έχει ουσιαστικές πολιτικές προτάσεις και έχει καταφέρει να αφήσει θετικό αποτύπωμα σε ελάχιστα πράγματα στη γερμανική πολιτική των τελευταίων χρόνων. Και όχι μόνο αυτό, έχει αποτύχει να συγκρατήσει και την αριστερή του βάση, η οποία αναζητά εναλλακτικές επιλογές και κατευθύνεται, σε μικρότερο έστω βαθμό, ακόμα και στην Εναλλακτική για τη Γερμανία, πέραν της Die Linke και των Πρασίνων.
Οι Σοσιαλδημοκράτες δεν θα ήθελαν, αν ήταν απόλυτα στο χέρι τους, να μπουν σε μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού εκ νέου, γιατί αυτό τους κάνει να φαίνονται σαν τσόντα της Μέρκελ και τους προκαλεί πολιτικές απώλειες. Από την άλλη, για να τρέξει το σενάριο Σοσιαλδημοκράτες+Πράσινοι+Αριστερά που ακούγεται, θα πρέπει πρωτίστως να κερδίσουν τις εκλογές, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο. Και, ακόμα και αν τις κερδίσουν, θα πρέπει τα κόμματα να υπερβούν τις διαφορές τους, τουλάχιστον τα δύο πρώτα με την Αριστερά, κάτι που δεν είναι τόσο εύκολο όσο μπορεί να ακούγεται.
Συνεπώς, μην περιμένουμε και πολλά. Η κ. Μέρκελ μπορεί το τελευταίο διάστημα να μην αισθάνεται πολύ βολικά, αλλά ξέρει πώς να κερδίζει εκλογές και να βγάζει τους αντιπάλους της εκτός παιχνιδιού. Όσο το SPD δεν έχει κοινωνική απήχηση, τόσο θα είναι απλά ένας λειτουργικός εταίρος και τα πρόσωπα θα έχουν μικρή σημασία.