Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Spiegel Online τα έργα είναι έτοιμα να ξεκινήσουν. «Ήδη από την επόμενη εβδομάδα οι ανάδοχοι θα μπορούσαν να εγκατασταθούν», επισημαίνεται στο δημοσίευμα. «Στις αρχές Ιουνίου αναμένονται οι μπουλντόζες, οι εκσκαφείς, τα κομπρεσέρ. Πρώτη τους μέριμνα θα είναι να κατεδαφίσουν τα ερειπωμένα κτίρια, ώστε να ανοίξουν τον δρόμο για την αναδιαμόρφωση του χώρου. Για σχεδόν δύο δεκαετίες ένα από τα πιο ελκυστικά ακίνητα της Ευρώπης παρέμενε ανεκμετάλλευτο. Το Ελληνικό έγινε σύμβολο για πολλές δυσλειτουργίες, που είχαν οδηγήσει στην οικονομική εξαθλίωση της Ελλάδας: ισχυρή γραφειοκρατία, πολιτική αντιπαράθεση και μία ευρύτατα διαδεδομένη δυσπιστία απέναντι στις επενδύσεις».
«Αν όλα πάνε καλά, το project θα αρχίσει μέσα σε λίγες εβδομάδες, περίπου στις αρχές Ιουνίου», δηλώνει στο SPIEGEL ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης, «ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του εγχειρήματος». Το δημοσίευμα υποστηρίζει ότι «η υπέρβαση της εκκρεμότητας του Ελληνικού ήταν μία από τις πιο σημαντικές υποσχέσεις, με τις οποίες η συντηρητική Νέα Δημοκρατία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη κέρδισε τις εκλογές του 2019».
«Ανοίγουν τα σύνορα». Ή μήπως όχι;
Ενόψει καλοκαιριού οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες επιδιώκουν το άνοιγμα των συνόρων με άρση των περιορισμών που είχαν επιβληθεί λόγω κορωνοϊού, αλλά προχωρούν με διστακτικά βήματα. «Η Γερμανία χαλαρώνει τους συνοριακούς ελέγχους» αναφέρει το πρωτοσέλιδο της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). «Η Γερμανία θέλει να ανοίξει τα σύνορα» είναι ο τίτλος της Süddeutsche Zeitung, η οποία πάντως επισημαίνει: «Τα γερμανικά σύνορα ανοίγουν, αλλά σταδιακά. Δύο μήνες μετά την επαναφορά συνοριακών ελέγχων στην ΕΕ η Γαλλία, η Αυστρία, η Ελβετία και η Γερμανία θέλουν να διευκολύνουν τις διασυνοριακές διελεύσεις, αλλά όχι για όσους κάνουν διακοπές». «Ας σκεφτούμε και πάλι ευρωπαϊκά» επιγράφεται πρωτοσέλιδο σχόλιο της εφημερίδας Tageszeitung και ο αρθρογράφος προειδοποιεί: «Οι εθνικές πρωτοβουλίες των τελευταίων εβδομάδων όχι μόνο κατέδειξαν πόσο εύθραυστη είναι η ευρωπαϊκή ιδέα, αλλά είχαν και οδυνηρές συνέπειες, χωρίς αιτία, για πολλούς ανθρώπους».
«Ο τουρισμός ελπίζει σε νέο ξεκίνημα» είναι ο τίτλος της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Διακοπές στη Μεσόγειο; Κάτι τέτοιο φαινόταν απίθανο για το 2020, το έτος του κορωνοϊού. Αλλά τώρα η τουριστική βιομηχανία της Ευρώπης τρέφει ελπίδες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχεδιάζει να αποκαταστήσει την ελεύθερη κυκλοφορία των ταξιδιωτών στη ζώνη Σένγκεν μέχρι τις 15 Ιουνίου. Αυτό ανακοίνωσε ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζέεχοφερ. Αυτό όμως θα συμβεί μόνο αν παραμείνει υπό έλεγχο ο αριθμός των νέων κρουσμάτων. (…) Ο τουριστικός οργανισμός TUI, ο οποίος παρά τη χορήγηση κρατικής βοήθειας καταργεί μία στις δέκα θέσεις εργασίας, διαβλέπει μία ελπίδα για νέο ξεκίνημα από τον Ιούλιο, τουλάχιστον στις Βαλεαρίδες Νήσους και στην Ελλάδα».
Φοσκούλε: Είχαμε το δικαίωμα να παρέμβουμε
Αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη προκαλεί η απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Γερμανικού Δικαστηρίου για την «ποσοτική χαλάρωση». Τη δική του εκδοχή παρουσιάζει στην εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Αντρέας Φοσκούλε, ο οποίος υποστηρίζει τα εξής: «Είναι πραγματικά σημαντική η ενότητα του ευρωπαϊκού δικαίου. Πάντα υποστηρίζαμε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο από αυτή την άποψη. Σύμφωνα ωστόσο με την πάγια νομολογία μας, αλλά και τη νομολογία πολλών άλλων συνταγματικών δικαστηρίων στα κράτη-μέλη της ΕΕ, τα συνταγματικά δικαστήρια έχουν το δικαίωμα και την υποχρέωση να παρεμβαίνουν σε περιπτώσεις εξαιρετικά σπάνιες, κατά τις οποίες τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα προχωρούν σε σοβαρή υπέρβαση των αρμοδιοτήτων τους».
Μία άγνωστη πτυχή της υπόθεσης εντοπίζει η ελβετική εφημερίδα Neue Zürcher Zeitung (ΝΖΖ): Ο Πέτερ Μάιερ-Μπεκ, πρόεδρος του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Γερμανικού Δικαστηρίου για αστικές και ποινικές υποθέσεις (Bundesgerichtshof) επικρίνει σε υψηλούς τόνους την απόφαση των συναδέλφων του στο Συνταγματικό Δικαστήριο, σχολιάζοντάς την σε μπλογκ του Πανεπιστημίου του Ντίσελντορφ. Πρόκειται για μία «επίθεση στην ΕΕ ως κοινότητας δημοκρατιών, η οποία εδράζεται στο δίκαιο», υποστηρίζει ο Μάιερ-Μπεκ, για να συμπληρώσει ότι ο ίδιος έμεινε «άναυδος» με την απόφαση αυτή.
Πηγή: dw.com