Γράφει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Όπως ο σταλινισμός δεν είναι ιδεολογία, αλλά αναπαριστά το τέλος της σοσιαλιστικής ιδεολογίας και της δημοκρατικής ανάπτυξης του κινήματος των εργαζομένων, προβάλλοντας την αναγκαιότητα της γραφειοκρατικής ηγεσίας και γραφειοκρατικής /συγκεντρωτικής οικονομίας, έτσι και ο νεοφιλελευθερισμός, που θεσπίζεται με ένα απολύτως αυταρχικό και γραφειοκρατικό τρόπο μέσω των «μνημονίων» της τρόικας με τις Ελληνικές Αρχές, αναπαριστά το τέλος της ιδεολογίας του φιλελευθερισμού.
Και τα δύο (σταλινισμός και νεοφιλελευθερισμός) αποτελούν στην κυριολεξία ένα τρομοκρατικό αναχρονισμό στην ιστορία της ανθρωπότητας, μια διαστροφή των πολιτικών θεωριών και της ζώσας πραγματικότητας, μια χυδαία υποκρισία, μια δραματική προσβολή στην αρχαιολογία και γενεαλογία της γνώσης, μια βάρβαρη θεώρηση των σοσιαλιστικών και φιλελεύθερων εμπειριών και θεωριών αντιστοίχως, στη βάση μιας κοινής ηγεμονικής / μακιαβελικής λογικής ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Πρόκειται, με ηγεμονικούς όρους, για τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.
Η πράξη του σταλινισμού σημαίνει το τέλος της σοσιαλιστικής επανάστασης, όπως αντίστοιχα η πράξη του νεοφιλελευθερισμού σημαίνει το τέλος της φιλελεύθερης οργάνωσης των κοινωνιών και δραματική υποβάθμιση του κοινοβουλευτισμού. Πρόκειται ακριβώς για τις δύο όψεις μίας παράστασης: του ολοκληρωτισμού, που επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω μίας διαδικασίας πολιτικής νομιμοποίησης του ενός από τον άλλο. Οι σταλινικοί διακηρύσσουν πως ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί ιστορική εξέλιξη του φιλελευθερισμού, ενώ οι νεοφιλελεύθεροι εκφράζουν την πεποίθηση πως ο σταλινισμός ταυτίζεται με την διαδικασία της εγκαθίδρυσης ενός κομμουνιστικού καθεστώτος. Έτσι, όπως οι σταλινικοί δεν διακρίνουν στο νεοφιλελευθερισμό την οντολογική άρνηση του φιλελευθερισμού, έτσι και οι νεοφιλελεύθεροι δεν μπορούν να δουν στον σταλινισμό την πραγματικότητα: την άρνηση του κομμουνισμού.
Με την έννοια αυτή δεν πρέπει να φαίνεται παράδοξο σε όσους από εμάς τυχαίνει να γνωρίζουμε πρόσωπα και πράγματα στην Ελλάδα, όταν παρατηρούμε μέλη της «σταλινικής παιδείας» να αναδεικνύονται σε επιφανή μέλη της νεοφιλελεύθερης κοινότητας στη χώρα μας. Ποιο είναι το χαρακτηριστικό «μότο» αυτών των προσωπικοτήτων που στελεχώνουν σήμερα μεγάλο αριθμό ηγετικών θέσεων στην πολιτική, στη διοίκηση και στις επιχειρήσεις; «Η συνταγή των μνημονίων δεν ήταν λάθος, αλλά εφαρμόσθηκε με λάθος τρόπο»!
Ξέρετε τι λένε στην ουσία, με άλλα λόγια, αυτοί οι σύγχρονοι σταλινικοί του νεοφιλελευθερισμού; Πως η τρόικα δεν υπήρξε όσο αυταρχική έπρεπε, επιτρέποντας στις ελληνικές κυβερνήσεις ένα μικρό έστω περιθώριο ελιγμών, για να μην καταλήξει το «σοκ και δέος» της τρόικας να έχει απολύτως καταστροφικό αποτέλεσμα για το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτής της σταλινικής δομής αφήγησης, οι προβεβλημένοι νεοφιλελεύθεροι στην Ελλάδα παραβλέπουν εντελώς τα πραγματικά στοιχεία της συνταγής της τρόικας που δομούνται επί μίας μοναδικής στα ιστορικά χρονικά διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης και ψεύδονται λέγοντας πως «υπάρχει ευθύνη της τρόικας που δέχθηκε το μείγμα που πρότειναν οι ελληνικές κυβερνήσεις και βασιζόταν κυρίως στην επιβολή φόρων».
Το πλέον φαιδρό της υπόθεσης είναι πως όλοι σχεδόν οι επώνυμοι νεοφιλελεύθεροι της Ελλάδας εμφανίζονται ως οικονομολόγοι και άνθρωποι της αγοράς! Μοιάζει να μην μπορούν να κατανοήσουν τους βασικούς μηχανισμούς των κλασικών οικονομικών, να μην καταλαβαίνουν, για παράδειγμα, πως είναι η στρατηγική της τρόικας και η συνταγή των μνημονίων που εγκλώβισαν την ελληνική εθνική οικονομία σε μια μοναδική σε εύρος στα ιστορικά χρονικά ύφεση, εντός της οποίας οποιαδήποτε ριζοσπαστικού χαρακτήρα κίνηση φαντάζει «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»: ούτε στο δημόσιο μπορείς να βάλεις έτσι χέρι, ούτε με τη φορολογία να πετύχεις μία μορφή αναδιανομής που θα ευνοούσε την παραγωγική ανασυγκρότηση.
Η συνταγή «σοκ και δέος» της τρόικας, που αποτελεί στρατηγική του αυταρχικού /γραφειοκρατικού νεοφιλελευθερισμού, ως έκφραση της ολοκληρωτικής αγοράς και όχι οι αντιφάσεις κατά την εφαρμογή των μνημονίων είναι το πρόβλημα, το οποίο είναι αδύνατο να διακρίνει και να κατανοήσει ο νεοφιλελεύθερος, όπως αντίστοιχα ήταν αδύνατο να δει και να κατανοήσει ο σταλινικός του μεσοπολέμου ή των πρώτων χρόνων μετά τον πόλεμο, στην ΕΣΣΔ. Και σε αυτούς εκεί τότε, όπως και σε τούτους εδώ στην Ελλάδα σήμερα, το πρόβλημα με τη δημιουργία οξύτατου Κοινωνικού Ζητήματος οφειλόταν «στην εφαρμογή των μέτρων» και όχι στη στρατηγική που τα όριζε και τα δρομολογούσε. Τότε εκεί έφταιγαν κάποιοι ανίκανοι και υπερευαίσθητοι σύντροφοι, ενώ τώρα εδώ φταίνε ανίκανοι κυβερνήτες που νοιάζονται για το πολιτικό κόστος – σαν να μην είναι το πολιτικό κόστος γνώμονας για την ορθολογική λειτουργία του κοινοβουλευτισμού!
Δεν θα σε ταλαιπωρήσω, αναγνώστη μου, επιχειρηματολογώντας επί μακρού επ’ αυτού. Νομίζω πως συνεννοηθήκαμε. Στη σημερινή Ελλάδα που λειτουργεί ως Υποτελής Πολιτεία (vassal state) στον κυριολεκτικώς παράνομο με όρους ΕΕ – νομιμότητας γραφειοκρατικό μηχανισμό της τρόικας – που απλώς για μικροπολιτικούς λόγους μετονομάστηκε από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σε Θεσμοί και ΔΝΤ – δεν βάλλεται η σοσιαλιστική ιδεολογία, ούτε απλώς υπονομεύονται οι σοσιαλιστικές κατακτήσεις των εργαζομένων, αλλά εξευτελίζεται ο φιλελευθερισμός σε όλες του τις εκφάνσεις. Η ελευθερία είναι αυτή η οποία διαπομπεύεται και γελοιοποιείται ως θεμελιώδες χαρακτηριστικό του φιλελευθερισμού και όχι η ισότητα.
Η οικονομική ελευθερία που αποτελεί το θεμέλιο του φιλελευθερισμού, παραπέμποντας στην οικονομική ευθύνη και στην ελευθερία επιλογών, είναι που έχει καταρρεύσει ως έννοια εντός του γραφειοκρατικού πλαισίου που ορίζουν τα μνημόνια μέχρι σήμερα και που στη συνέχεια θα αποκτήσει χαρακτηριστικά ζόμπι μέσω της αποδοχής ενός αυτόματου μηχανισμού αναπροσαρμογής του προγράμματος της τρόικας, στη βάση σταλινικού χαρακτήρα στόχων απόδοσης. Εάν ο νεοφιλελεύθερος δεν ήταν ένας ιδιόμορφος σταλινικός της αγοράς, θα είχε στη θέση της συντεταγμένης πτώχευσης, αντιπροτείνει ένα μοντέλο «κλασικής πτώχευσης» κράτους και τραπεζών. Εάν ο σύγχρονος έλληνας νεοφιλελεύθερος (: ένας εσμός κακομαθημένων υποκριτών που κινείται στα συγκοινωνούντα δοχεία κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς, ενώ πλέον βολεύεται και στο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) ήταν πράγματι φιλελεύθερος και όχι σταλινικός, θα είχε αντιταχθεί σθεναρά στον αυταρχισμό των γραφειοκρατών της τρόικας, στη μορφή των δανειακών συμβάσεων που αποσκοπούσαν στη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών εις (αβάστακτο) βάρος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, δεν θα είχε ισχυρισθεί ποτέ πως «όλοι μαζί τα φάγαμε», δεν θα είχε κάνει σπονδή στο «πάση θυσία στο ευρώ», ενώ θα είχε επιμείνει στην αντιμετώπιση της ελληνικής πιστωτικής κρίσης με την ανάπτυξη νέων χρηματοπιστωτικών εργαλείων και μηχανισμών στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Ο σταλινικός μας νεοφιλελεύθερος είναι πολύ φυσικό να δυσανασχετεί από την αποστροφή του ΠτΔ Προκόπη Παυλόπουλου πως το νόμισμα πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο. Βλέπεις, ο κ. Παυλόπουλος σε άλλη μια κρίσιμη καμπή του ελληνικού ζητήματος, θέτει ένα φιλελεύθερο όρο στη διαδικασία των μεταρρυθμίσεων, που με τον πλέον αυταρχικό τρόπο επιχειρούνται στην Ελλάδα. Κάθε μέρα που περνά μοιάζει οι νεοφιλελεύθεροι να εναντιώνονται ακόμη περισσότερο στις αρχές και διαδικασίες του ίδιου του οικονομικού φιλελευθερισμού, ενώ όποτε τους δίνεται η ευκαιρία (: δυσκολεύονται) αποδεικνύουν πως δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τον πολιτικό φιλελευθερισμό.
Ο σκοπός της ιδιοποίησης / υπερσυσσώρευσης σοβαρά υποτιμημένου δημόσιου πλούτου και αγαθών αγιάζει τα μέσα κατ’ αυτή τη μεταρρυθμιστική διαδικασία, όπου ισοπεδώνεται κυριολεκτικώς η κατ’ εξοχήν τάξη του φιλελευθερισμού, η μεσαία τάξη της Ελλάδας. Όπου κυριαρχεί ο ολοκληρωτισμός είναι αυτή η τάξη που υφίσταται τις μεγαλύτερες συνέπειες. Αλλά φτάσαμε ο σταλινισμός των νεοφιλελευθέρων στην Ελλάδα να προκαλεί τέτοιου βαθμού σύγχυση, έτσι ώστε τα χαμηλά και μεσαία στρώματα των ελλήνων μεσοαστών να μην αντιλαμβάνονται την αιτία και το κίνητρο της καταστροφής τους.
Ο ολοκληρωτισμός των νεοφιλελευθέρων είναι αυτός που προλεταριοποιεί ένα μεγάλο κομμάτι των μικρο- και μεσαίων αστικών στρωμάτων, αλλά το νεοφιλελεύθερο αφήγημα παριστά αυτή την καταστροφή ως συνέπεια μιας δήθεν σοσιαλιστικής ιδεολογίας και πρακτικής. Πρόκειται για ένα παιχνίδι ψευδών εντυπώσεων, που δεν θα είχε απολύτως καμία βάση αν προηγουμένως δεν γκρεμιζόταν η ιστορία και εξευτελιζόταν η πολιτική φιλοσοφία και η επιστημονική εμπειρία.