Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Σπανίως ανακοινώσεις του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) υπήρξαν τόσο κακοφορμαρισμένες και εκτός περιεχομένου (: με την έννοια «out of context») σαν αυτή που εκδόθηκε ως απάντηση στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο με δική του δήλωση αμφισβήτησε την «κυριότητα ορισμένων νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο», διακηρύσσοντας πως «δεν υπάρχουν μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας θαλάσσια σύνορα που να έχουν καθοριστεί με διεθνή συμφωνία που έχει ισχύ».
Αποτελεί σαχλαμάρα και έκφραση φτηνιάρικου λόγου πολιτικάντη η αναφορά του ΥΠΕΞ πως «είναι προφανές ότι συμπολίτευση και αντιπολίτευση στην Τουρκία τσακώνονται για ξένο αχυρώνα»! Προφανώς χάθηκε η αίσθηση του ρόλου της ηγεσίας του ΥΠΕΞ, άρα και η αίσθηση του λόγου της εξωτερικής μας πολιτικής και της διπλωματίας μας. Δεν είναι κουβέντες σε τηλεοπτικό παράθυρο οι ανακοινώσεις του ΥΠΕΞ!
Μήπως στην προσπάθεια να μάθουμε τι πρέπει να λέμε στα ελληνοτουρκικά ζητήματα υπεκφεύγοντας, ξεχάσαμε να μιλάμε με μια συνεκτική και μεθοδολογικώς συνεπή γλώσσα κύρους;
Σημειώνεται σωστά στην ανακοίνωση του ΥΠΕΞ πως «κάποιοι στο εσωτερικό της γείτονος θέλουν να σύρουν την Τουρκία σε συμπεριφορές αντίθετες προς το διεθνές δίκαιο που σε καμία περίπτωση δεν αρμόζουν σε ευρωπαϊκή χώρα», αλλά στη συνέχεια έρχεται η πολιτικάντικη σαχλαμάρα που είναι και λάθος ως ιστορική πραγματικότητα: « Αναθεωρητικές λογικές, ως γνωστόν, ανέκαθεν οδήγησαν σε αρνητικές ατραπούς και πάντοτε ηττήθηκαν»!
Όσο για την «υπενθύμιση» πως «το μοναδικό αντικείμενο των διερευνητικών επαφών ήταν και είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας», μάλλον δεν θα χρειαζόταν ή δεν θα διατυπωνόταν έτσι, αν οι δύο πλευρές δεν είχαν συμφωνήσει να μην γίνονται ανακοινώσεις στην κοινή γνώμη σχετικά με την πορεία των επαφών. Η μυστική διπλωματία και μάλιστα με την μορφή κύκλων διερευνητικών επαφών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, που άρχισαν και συνεχίζονται μάλλον αμήχανα από το 2002 για την εξέταση προβλημάτων επί των διμερών σχέσεων, δεν λύνει προβλήματα, αλλά προκαλεί τελικά πλήθος από «παρατράγουδα» και παρεξηγήσεις.
Δεν είναι κακό πράγμα οι συζητήσεις μεταξύ των δύο χωρών επί των διαφωνιών και α-συμφωνιών τους. Είναι καλό ο ένας να κατανοήσει βαθύτερα τις αιτιάσεις και τον σχηματισμό του γνωστικού-εθνικού μοντέλου του Άλλου. Η αίσθηση της κατανόησης του Άλλου διαμορφώνει μια κοινή κουλτούρα μη-πολέμου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Και έτσι ο κοινός στόχος των διμερών μας σχέσεων γίνεται η ειρηνική συνύπαρξη. Χωρίς αυτό να σημαίνει εξάλειψη των διαφορών και των διαφωνιών. Το ζήτημα είναι οι διαφορές μας να παραμείνουν στο «context» του μη-πολέμου, έτσι ώστε να αναπτυχτούν συνθήκες συνεργασίας και συντονισμού που θα διασφαλίζουν την ειρηνική συνύπαρξη των δύο όμορων χωρών και λαών. Και αυτό είναι υπόθεση διαφάνειας και ειλικρίνειας και όχι μυστικών συνομιλιών και υποκριτικών συμπεριφορών.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κινδυνεύουν από την παρεξήγηση, ενώ απειλούνται άμεσα από προβοκάτσιες σαν αυτή στην οποία συνήργησε ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σχολιάζοντας με «κατινίστικο» τρόπο την Συνθήκη της Λωζάνης και παίζοντας ασφαλώς παιχνιδάκια εντυπώσεων με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου του τουρκικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).
Είναι σαν να έγινε ένα προβοκατόρικο παίγνιο για να καταλήξουμε ξανά- μανά στο ζήτημα των περίφημων γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο. Αυτό επαναφέρεται στην επικαιρότητα όταν η τουρκική ηγεσία δεν τα πάει καλά με την ΕΕ. Η προστριβή Τουρκίας-ΕΕ έχει ως σημαίνον τις «γκρίζες ζώνες». Και αν το ΥΠΕΞ επιθυμούσε να διατηρήσει κύρος και σοβαρότητα, θα έπρεπε να αναδείξει το σημαινόμενο, που είναι και η αιτία αυτής της προβοκάτσιας (: προστριβή ΕΕ και ΗΠΑ με το καθεστώς Ερντογάν)! Μόνον έτσι θα μιλούσε πολιτικά, αντί να «παραμιλά» σε μια αμήχανη προσπάθεια να μάθει τα «σωστά λόγια», για να απαντήσει στον προφανή προβοκατόρικο λόγο της άλλης πλευράς.