Μόνο καλό δεν ήταν το κλίμα μέσα στο οποίο διεξήχθη η τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup την περασμενη Δευτέρα, καθώς τα πρακτικά που ήρθαν στο φως δείχνουν με ευκρίνεια πως φτάσαμε στο ναυάγιο.
Σύμφωνα με τα πρακτικά που παρουσίασε αποκλειστικά το Euro2day.gr φαίνεται πως δύο ήταν τα μοιραία πρόσωπα που οδήγησαν στο βέτο της Αθήνας – ο Πολ Τόμσεν και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Οι «συνήθεις ύποπτοι» έμεινα πιστοί στις αρχικές τους θέσεις με τον πρώτο να λεει ναι στην εκταμίευση της δόσης αλλά όχι στη βιωσιμότητα του χρέους και τον δεύτερο να μη δεν δέχεται τίποτα πέραν της απόφασης του 2016.
Ωστόσο φαίνεται πως υπάρχει εμφανής αλλαγή στους συσχετισμούς, καθώς σύμφωνα με το ρεπορτάζ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν ήταν μόνος, καθώς μαζί του συντάχθηκαν ο Γάλλος και ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών οι οποίοι υπήρξαν χειμαρρώδεις.
Από τη μελέτη των εγγράφων προκύπτει πως το δράμα ξεκίνησε στο δεύτερο μέρος της συζήτησης, οποότε και στο τραπέζι βρέθηκαν οι δεσμεύσεις για το ελληνικό χρέος. Όταν πήρε τον λόγο ο κ. Τόμσεν είπε τα εξής: «Αντιλαμβάνομαι ότι θέλετε να προχωρήσετε με αυτό τον τρόπο, όμως έχουμε επίσης συμφωνήσει ότι το ΔΝΤ θα πρέπει να καταλήξει πως αυτή η δέσμη μέτρων θα μας φέρει on board, αλλά δεν είμαστε ακόμα εκεί. Δεν θα μπορέσουμε σήμερα να πούμε στο ΔΣ μας ότι οι προδιαγραφές τηρούνται. Δεν συμφωνήσαμε στα πρωτογενή πλεονάσματα, ούτε στις προβλέψεις για την ανάπτυξη. Θα χρειαστούμε αρκετά πιο συγκεκριμένα μέτρα, διαφορετικά δεν θα μας πείσετε να συμφωνήσουμε μαζί σας».
Με αυτή την αρχική τοποθέτηση, ο κ. Τόμσεν ουσιαστικά τορπίλισε τη συνεδρίαση. Αμέσως έλαβε τον λόγο ο κ. Τσακαλώτος, ο οποίος υπογράμμισε ότι η λύση πρέπει να είναι καθαρή, αξιόπιστη, ώστε να δώσει το σήμα στις αγορές ότι η Ελλάδα γύρισε σελίδα. «Νομίζω ότι εάν δημοσιεύσουμε αυτή την πρόταση όπως είναι, τα ελληνικά ομόλογα θα ανέβουν και η ελληνική οικονομία θα υποφέρει. Είχα πολύ δύσκολες διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ, με βέτο από τη Γερμανία και την Ολλανδία, έτσι ήμουν σε αδύναμη θέση. Δεχθήκαμε τους όρους του ΔΝΤ, έτσι έχουμε ένα πρόγραμμα με το ΔΝΤ. Η μπάλα είναι στο γήπεδό σας» είπε ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών, που συμπλήρωσε ότι οι αγορές περιμένουν το QE και ότι η ΕΕ δεν πρέπει να δείξει ότι απλά μεταθέτει τις αποφάσεις για αργότερα.
Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών στήριξε πλήρως τις προσπάθειες της Ελλάδας λέγοντας ότι η πρόταση που υπήρχε στο τραπέζι δεν φανερώνει «καθαρή λύση», ότι είχε δυσκολία να καταλάβει τις προβλέψεις του ΔΝΤ για την ανάπτυξη και ότι η Γαλλία προτιμούσε 17 έτη επιμήκυνσης και πρωτογενή πλεονάσματα 2% (σ.σ. μετά το 2022). «Ομως δεν έχουμε ξεκάθαρη απάντηση, εάν το ΔΝΤ παραμένει ή όχι -δεν μπορεί να είναι μισό-μισό. Εάν δεν είναι μαζί μας το ΔΝΤ, η ΕΚΤ δεν μπορεί να δώσει το QE» είπε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών.
Τον λόγο μετά πήρε ο κ. Σόιμπλε, ο οποίος αντί να τοποθετηθεί άρχισε να διαβάζει την απόφαση του Μαΐου του 2016 εκπλήσσοντας τους συνομιλητές του. «Δεν μπορώ να διαπραγματευτώ μια καινούργια εντολή, άρα η βάση μας πρέπει να είναι αυτή (Μάιος 2016). Δεν δώσαμε βέτο στο ΔΝΤ, ούτε εμείς, ούτε η Ολλανδία. Να υπενθυμίσω ότι έχουμε ήδη εγκρίνει δύο προγράμματα από το Ταμείο. Δεν είναι αποδεκτό ότι ο ένας συμβιβασμός (2016) οδηγεί σε έναν άλλο (το νέο προσχέδιο). Δεν έχω εξουσιοδότηση. Εάν είναι αυτός ο δρόμος, τότε καλή τύχη! Δεν θα βρούμε λύση», είπε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών.
Η δήλωση αυτή άναψε φωτιές, με τον Ιταλό υπουργό Οικονομικών κ. Πάντοαν να τονίζει πως έχουν γίνει σημαντικά βήματα από την Αθήνα και το μόνο που μένει είναι ενα καλό σημάδι προς τις αγορές. «Το έγγραφο που παρουσιάστηκε μπορεί να βελτιωθεί, όμως είναι μια καλή πλατφόρμα. Εχω μια ερώτηση για τους θεσμούς: Γιατί δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε τεχνική βάση στα μέτρα; Ιδεολογία; Μετά από τόσους μήνες, όλοι ξέρουμε τι χρειάζεται. Σας παρακαλώ, εξηγήστε γιατί δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε. Θέλω επίσης να ακούσω από το ΔΝΤ την αντίδρασή τους για την παράγραφο ως προς τον ρόλο που θα παίξει», είπε ο κ. Πάντοαν.
Αυτοκριτικός αλλά και σκληρός με το ΔΝΤ ήταν ο Σλοβάκος υπουργός Οικονομικών κ. Καζιμίρ, ο οποίος τόνισε πως όλες οι πλευρές έχουν κάνει λάθη, κάτι που εξηγεί και την παρουσία τους στο τραπέζι για το ίδιο θέμα. «Αυτό που έχει σημασία για εμάς είναι τα μέτρα να μην έχουν αρνητική επίπτωση στον EFSF και τον ESM. Για την ανάπτυξη, λέμε πραγματικά ότι η ελληνική οικονομία δεν θα αναπτυχθεί περισσότερο από 1% για τόσα χρόνια; Αυτό είναι αλχημεία, αλλά δεν είναι δική μας αλχημεία» σημείωσε ο κ. Καζιμίρ.
Τότε ο κ. Τόμσεν υπεραμύνθηκε της αρνητικής του στάσης λέγοντας ότι «πρέπει να πάμε πέρα από τη δέσμη μέτρων που έχει προβλεφθεί. Αυτό (η πρόταση) τα βάζει σε πιο συγκρατημένο πλαίσιο», αναγνωρίζοντας ότι δεν θα υπάρξει κούρεμα ή δημοσιονομικές μεταφορές (transfers) για το χρέος.
Στο πλευρό του κ. Σοίμπλε στάθηκε και ο Γερούν Ντάισελμπλουμ ο οποίος σημείωσε πως υπάρχουν όρια τα οποία θέτει η απόφαση του 2016 και πως αρενέβη επιπλέον εγγυήσεις από τον EFSF, θα προκαλέσουν ένα ολλανδικό όχι.
Εμφανώς οργισμένος διέκοψε τον Ολλανδό ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών λέγοντας πως «το ΔΝΤ μάς είπε ότι το DSA δεν είναι αξιόπιστο. Τώρα λέει ότι ακόμα δεν είναι αξιόπιστο; 1% ανάπτυξη τα επόμενα 40 χρόνια; τότε ποιος ο λόγος να έχουμε πρόγραμμα; Το ΔΝΤ πρέπει να αποφασίσει: είναι μέσα ή όχι; Δεν μπορούμε να συζητάμε μέτρα κάθε 4 εβδομάδες».
Μάλιστα κάποια στιγμή ο Αυστριακός γυρνώντας προς τον κ. Τόμσεν τον προκάλεσε λέγοντας τα εξής: «Πολ, θέλεις να βάλουμε ένα στοίχημα; Αν είναι σωστή η Κομισιόν (για τις προβλέψεις για την ανάπτυξη) να πληρώσετε διπλά από ό,τι πρέπει. Εάν είστε εσείς σωστοί, να μην πληρώσετε τίποτα. Μπορούμε να βάλουμε αυτό το στοίχημα. Θα χάσετε».
Ο κ. Ρέγκλινγκ ανέφερε ότι εάν κάποιος πει ότι δεν είναι αρκετό το επιπρόσθετο (10+ έως 15) μέχρι το 2037, τότε υποτιμά την επίπτωση αυτού του μέτρου.
Ο Ισπανός υπουργός Οικονομικών Ντε Γκίντος αναρωτήθηκε «πώς θα τετραγωνίσουμε τον κύκλο; Αντιλαμβάνομαι ότι η Ελλάδα και το ΔΝΤ έχουν ένσταση με την πρόταση. Μήπως να εξετάσουμε τον ρόλο του ΔΝΤ ως συμβούλου όπως στο ισπανικό μοντέλο; Δεν μπορείς να είσαι 50% έγκυος, όπως φαίνεται να είναι το ΔΝΤ τώρα» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το σημείο και αφού δεν υπήρχε σύγκλιση, ο πρόεδρος του Eurogroup αποφάσισε να διακόψει τη συνεδρίαση για να έχει διαβουλεύσεις με τα εμπλεκόμενα μέρη. «Θα ζητήσω από το ΔΝΤ να μπει με πρόγραμμα, ακόμα και εάν δεν δώσει χρήματα πριν κλείσει το θέμα με το χρέος».
«Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση, που μπορούμε να συζητήσουμε. Να πάμε στο ΔΣ με πρόγραμμα και να δώσουμε χρήματα αργότερα», είπε ο κύριος Τόμσεν, για να προσθέσει ότι θα έπρεπε το θέμα να κλείσει έτσι ώστε να καθοριστούν κάποιες παράμετροι και κάποιες άλλες όχι.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την «έκρηξη» του Ευκλείδη Τσακαλώτου. «Εάν αυτή είναι μια επιλογή, τότε είναι η χειρότερη των χειροτέρων για την Ελλάδα! Εχουμε διαπραγματευτεί ένα σκληρό πρόγραμμα με το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση ότι θα έρθει με πρόγραμμα και θα πει ότι το χρέος είναι βιώσιμο, ώστε να γυρίσουμε σελίδα. Η συμμετοχή του ΔΝΤ πρέπει να είναι βασισμένη στο ότι πρέπει να πει ότι το χρέος είναι βιώσιμο» ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών.
Ο κ. Τόμσεν ανταπάντησε ότι αντιλαμβάνεται την απογοήτευση του κ. Τσακαλώτου, όμως η πραγματικότητα είναι ότι δεν υπάρχει σύγκλιση στο χρέος. Πρόσθεσε δε ότι και στο παρελθόν το ΔΝΤ ενέκρινε προγράμματα επί της αρχής και ότι η χρηματοδότηση ήρθε μετά υπό όρους. Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο όρος είναι το χρέος.
Σε αυτό το σημείο η συνεδρίαση διεκόπη για 4 ώρες. Ο κ. Ντάισελμπλουμ είχε ξεχωριστές επαφές με ΔΝΤ, Γερμανία, Γαλλία και Ελλάδα. Οταν μπήκαν οι υπουργοί ξανά την αίθουσα, ο κ. Ντάισελμπλουμ είπε ότι η δήλωση (statement) δεν βρίσκει σύμφωνη την Ελλάδα και ότι αποσύρει τα δύο προσχέδια των ανακοινώσεων που ήταν στο τραπέζι.
Ο κ. Τσακαλώτος πήρε τον λόγο, λέγοντας ότι συνομίλησε με τον Ελληνα πρωθυπουργό πολλές φορές, ότι εκτιμά τις προσπάθειες που έγιναν, αλλά εξέφρασε την απογοήτευσή του.
«Εχουμε κάνει τεράστιες προσπάθειες, αυτό το έγγραφο έχει αρκετά στοιχεία που μπορούν να δουλέψουν για την Ελλάδα, όμως εάν ένας από τους θεσμούς πει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, τότε δεν υπάρχει η ξεκάθαρη λύση που θέλουν οι αγορές» είπε ο κ. Τσακαλώτος, που πρόσθεσε ότι προσωπικά δεσμεύεται να τελειώσει τα prior actions και ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για το χρέος.
«Εάν υπέγραφα αυτό τώρα, θα δημιουργούσα τεράστια πολιτική κρίση στην Ελλάδα και εάν γίνει αυτό, χρειάζομαι περισσότερο χρόνο για να σκεφτώ», είπε ο Ελληνας υπουργός.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ προσπάθησε να λήξει τη συνεδρίαση λέγοντας ότι θα κάνει τα πάντα για να κλείσει το θέμα μέχρι το επόμενο Eurogroup, για να πάρει απάντηση από τον κ. Σόιμπλε: «Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Αυτό ήταν μια τεράστια αποτυχία», είπε και επιτέθηκε στους συναδέλφους του, που μίλησαν στα μέσα ενημέρωσης και σήκωσαν ψηλά τον πήχη των προσδοκιών. Επέμεινε δε ότι η απόφαση του 2016 είναι πολύ ξεκάθαρη και δεν χρειάζεται κάτι άλλο.
«Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν και θα βρούμε καλύτερη λύση από τη σημερινή. Να μάθετε το μάθημά σας, ότι πρέπει να παραμένουμε σε αυτά που έχουμε συμφωνήσει και να μην προσπαθούμε να αλλάξουμε τη ρητορική με δημόσιες δηλώσεις. Είμαι πραγματικά απογοητευμένος, γιατί μερικοί από μας μετακινήθηκαν περισσότερο από την εντολή (mandate) για να βρούμε λύση και τώρα αποτύχαμε. Λυπάμαι», είπε ο κ. Σόιμπλε.
Πιο συγκαταβατικοί ήταν οι υπουργοί της Γαλλίας και της Ιταλίας οι οποίοι εξέφρασαν την κατανόησή τους στη θέση της Ελλάδας, με τον κ. Πάντοαν να προσθέτει ότι «μια πολιτική κρίση στην Ελλάδα θα πυροδοτούσε χρηματοπιστωτική κρίση. Οταν ξεκινά τέτοια κρίση, δεν ξέρουμε πώς να τη σταματήσουμε».
Συμμερίζομαι την απογοήτευσή σας. Πρέπει να δουλέψουμε για να γεφυρώσουμε το κενό τις επόμενες εβδομάδες, με το να βρούμε επιλογές και όχι να παίζουμε με τις προσδοκίες» κατέληξε ο κ. Ντάισελμπλουμ.
Ωστόσο, όπως προκύπτει από το έγγραφο, δύο νέα σημεία προέκυψαν για να μπορέσει τελικά να κλείσει η αξιολόγηση. Το πρώτο επισημάνθηκε από τον Πολ Τόμσεν ο οποίος ζήτησε «κάποιες διορθώσεις» ως προς τις συλλογικές διαπραγματεύσεις καθώς και «νομική γνώμη» αναφορικά με τη συνταγματικότητα των περικοπών στις συντάξεις. Το δεύτερο έφερε τη σφραγίδα του Μάριο Ντράγκι ο οποίος έθεσε στο προσκήνιο την ΕΛΣΤΑΤ, ζητώντας ο υφιστάμενος και οι νυν πρόεδροι να αποζημιωθούν έναντι όλων των εξόδων από νομικές κινήσεις εναντίον τους, κάτι που θα πρέπει να καλύπτει και τα στελέχη.
Από την πλευρά του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δέχτηκε το θέμα της ΕΛΣΤΑΤ να είναι «βασικό παραδοτέο» πριν τον Ιούλιο και εκτίμησε ότι στα θέματα που τέθηκαν, όπως αυτό για τις συλλογικές συμβάσεις, μπορούν να βρεθούν έντιμοι συμβιβασμοί.
Δείτε τα επίμαχα πρακτικά του Eurogroup στα αγγλικά εδώ.